ΣΕΛΙΔΕΣ
▼
Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014
Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Τὴν ἅγια νύχτα τή Χριστουγεννιάτικη
λυγοῦν τὰ πόδια
καὶ προσκυνοῦν γονατιστὰ τὴ φάτνη τους
τ’ ἄδολα βώδια.
Κι' ὁ ζευγολάτης ξάγρυπνος θωρώντας τα
σταυροκοπιέται
καὶ λέει μὲ πίστη ἀπ' τῆς ψυχῆς τ’ ἀπόβαθα,
Χριστὸς γεννιέται!
Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη
κάποιοι ποιμένες
ξυπνοῦν ἀπὸ φωνὲς ὕμνων μεσούρανες
στὴ γῆ σταλμένες.
Κι' ἀκούοντας τὰ Ὡσαννὰ ἀπ' ἀγγέλων στόματα
στὸ σκόρπιο ἀέρα,
τὰ διαλαλοῦν σὲ χειμαδιὰ λιοφώτιστα
μὲ τὴ φλογέρα.
Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη
—ποιὸς δὲν τὸ ξέρει; —
τῶν Μάγων κάθε χρόνο τὰ μεσάνυχτα
λάμπει τ' ἀστέρι.
Κι’ ὅποιος τὸ βρεῖ μέσ’ στ' ἄλλα ἀστέρια ἀνάμεσα
καὶ δὲν τὸ χάσει
σὲ μιὰ ἄλλη Βηθλεὲμ ἀκολουθῶντας το
μπορεῖ νὰ φτάσει.
Νύχτα Χριστουγεννιάτικη
Γεώργιος Δροσίνης
Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ: Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥ «ΔΡΟΜΟΥ»
Θ. Παπαθανασίου
Όταν
ο σύγχρονος άνθρωπος μιλάει για το θάνατο, εννοεί κάτι που βρίσκεται
στο τέρμα της ζωής ή για κάτι πριν από το οποίο υπάρχει ζωή. Συμφωνούμε
ότι αυτό που συμβαίνει στο τέλος είναι ο θάνατος. Όμως αυτό που υπάρχει
πριν από το θάνατο είναι ζωή;
Αλλά πόση ζωή είναι μια μίζερη ύπαρξη που είναι βυθισμένη στον ατομισμό, ή στις απρόσωπες πόλεις, ή οι ανθρωποθυσίες στο βωμό της ατομικής καριέρας αν ο άνθρωπος είναι ένα όν με ημερομηνία λήξης;
Αυτό που ονομάζουμε ζωή πολύ συχνά δεν είναι παρά η δεσποτεία του θανάτου. Αντί ο θάνατος να βρίσκεται στο τέρμα, διαποτίζει, δηλητηριάζει και μεταλλάσσει τη ζωή. Όλα αυτά σημαίνουν επιβίωση δίχως νόημα, α-νόητη. Δε περιέχει κάτι εκρηκτικό, κάποιον που ν' αλλάξει τα πράγματα, δεν έχει ελπίδα.
Μέσα σ' αυτή τη μαυρίλα, το ελάχιστο που έχουμε να κάνουμε είναι ν' αφουγκραστούμε τις αντιστασιακές φωνές. Μια τέτοια φωνή που πρόκειται ν' ακουσθεί αυτές τις ημέρες στους δρόμους. Αν τη δούμε σαν έθιμο, θα τη χάσουμε. Αν συλλογιστούμε με φιλότιμο, θα βρούμε ένα μπαξέ.
Αλλά πόση ζωή είναι μια μίζερη ύπαρξη που είναι βυθισμένη στον ατομισμό, ή στις απρόσωπες πόλεις, ή οι ανθρωποθυσίες στο βωμό της ατομικής καριέρας αν ο άνθρωπος είναι ένα όν με ημερομηνία λήξης;
Αυτό που ονομάζουμε ζωή πολύ συχνά δεν είναι παρά η δεσποτεία του θανάτου. Αντί ο θάνατος να βρίσκεται στο τέρμα, διαποτίζει, δηλητηριάζει και μεταλλάσσει τη ζωή. Όλα αυτά σημαίνουν επιβίωση δίχως νόημα, α-νόητη. Δε περιέχει κάτι εκρηκτικό, κάποιον που ν' αλλάξει τα πράγματα, δεν έχει ελπίδα.
Μέσα σ' αυτή τη μαυρίλα, το ελάχιστο που έχουμε να κάνουμε είναι ν' αφουγκραστούμε τις αντιστασιακές φωνές. Μια τέτοια φωνή που πρόκειται ν' ακουσθεί αυτές τις ημέρες στους δρόμους. Αν τη δούμε σαν έθιμο, θα τη χάσουμε. Αν συλλογιστούμε με φιλότιμο, θα βρούμε ένα μπαξέ.
Πρόκειται για τα Χριστουγεννιάτικα κάλαντα
Κάλαντα είναι νάχεις κάτι να πεις και να βρεις κάτι πολύτιμο για τη ζωή σου και να καίγεσαι να το μοιρασθείς. Κάλαντα είναι μια διάθεση συνάντησης σε μια ακοινώνητη κοινωνία. Κάλαντα είναι ν' ανοίγεις την πόρτα του σπιτιού σου για να ξεχυθείς στους δρόμους να αναζητήσεις τον άλλο, να του χτυπήσεις την πόρτα και ν' αποζητήσεις το πρόσωπο του. Κάλαντα είναι να μετατρέψεις τις πόρτες από ταφόπλακες σε ανοίγματα ζωής. Κάλαντα είναι η προσκόμιση μιας είδησης, ότι η ελπίδα έρχεται από αύριο από μια συνάντηση. Αύριο, 25 Δεκεμβρίου ο άνθρωπος παύει να προορίζεται για τη χωματερή, αλλά συναντιέται με το Θεό, γίνεται σάκα Θεού. Γίνεται κοινωνός ενός τρόπου ύπαρξης, τον οποίο τον προσφέρει ένας Θεός μεθυσμένος από αγάπη για τον άνθρωπο, σε τέτοιο σημείο που αφήνει τα μεγαλεία για να σαρκωθεί μέσα σε μια φάτνη!
« Να τα πούμε;»
Τα κάλαντα είναι η αποζήτηση μιας επικοινωνίας με τον άλλο. Έχουμε να του πούμε κάτι, αλλά δεν παραβιάζουμε τ' αυτιά του και την ελευθερία του. Είναι σαν να του λέμε: « αδελφέ, εμείς πιστεύουμε σε κάτι, που το θεωρούμε σπουδαίο και που νοιώθουμε πως δίνει σε μας νόημα σε κάθε στιγμή μας. Σκεφτόμαστε να σου το πούμε, κι' εσύ διαλέγεις και παίρνεις. «Να τα πούμε λοιπόν;»
« Καλήν ημέραν άρχοντες».
Το έχετε προσέξει; Δεν υπάρχουν ξεχωριστά κάλαντα για άρχοντες και χωριστά για το λαό. Όλοι αποκαλούνται άρχοντες και το σπίτι τους αποκαλείται «αρχοντικό». Τα κάλαντα κομίζουν ένα όραμα, μια κοινωνία αρχοντάδων δίχως υποτελείς, δούλους και εξαθλιωμένους. Είναι ένα όραμα με εμπνευσμένο από το μεδούλι της Εκκλησίας, από ένα Θεό που προσφέρει τον ίδιο τον εαυτό Του σε όλους χωρίς να μονιμοποιεί την ταξική αδικία. Αυτή την προσφορά Του εμείς τη λέμε Θ. Ευχαριστία. Και όταν τραγουδάμε:
«Χριστός γεννάται σήμερον»
κυριολεκτούμε. Τα Χριστούγεννα δεν είναι απλώς η αναπόληση ενός μακρινού παρελθόντος. Είναι η δυνατότητα του σημερινού ανθρώπου να γίνει μέτοχος της Βηθλεέμ σήμερα, να μεταμορφωθούν οι πρώτες ύλες της ζωής μας, το ψωμί και το κρασί, σε Σώμα και Αίμα Αυτού που γεννήθηκε « εν Βηθλεέμ τη πόλει».
« Χαίρει η κτίσις όλη».
Τα κάλαντα αποτυπώνοντας την πίστη της Εκκλησίας, ότι η σάρκωση του Χριστού μπολιάζει με ζωή το σύμπαν. Κοιτάξτε τη Βυζαντινή εικόνα της Γέννησης: Τα βράχια είναι ζωγραφισμένα που να στρέφονται προς τον Χριστό, τα δένδρα χαμηλώνουν κ.λ.π. Τα πάντα συμμετέχουν. Τα κάλαντα μαρτυρούν ότι το περιβάλλον είναι αφάνταστα περισσότερο από αντικείμενο στυγνής εκμετάλλευσης.
Όταν θα κτυπήσουν την πόρτα μας τα παιδιά των καλάντων, ας μην τα αποπάρουμε. Είναι θελητά ή αθέλητα τους, αληθινοί αντάρτες των πόλεων σήμερα. Μπορεί κίνητρο τους να είναι η παραξενιά κι η χαρά του εθίμου, μπορεί και το χαρτζιλίκι που αποκομίζουν. Το θέμα είναι ότι στα χέρια τους κρατιέται μια υπόθεση που μακάρι να βιωθεί κάποτε σε όλες της τις διαστάσεις. Διότι όσο ακόμη παίρνει τους δρόμους η αλήθεια των καλάντων κι' όσο αντηχεί το κάλεσμα τους σε ένα αλλιώτικο αγαπητικό τρόπο ζωής, οι άχαρες πόλεις μας δεν έχουν πάρει ακόμη διαζύγιο από την ελπίδα. Δεν έχουν θαφτεί ακόμα στο ανέραστο αμπαλάζ του καταναλωτισμού, των βιτρινών, των ρεβεγιόν δίχως προσδοκία του αύριο, των «Χριστουγέννων χωρίς Χριστό.
πηγη
Κάλαντα είναι νάχεις κάτι να πεις και να βρεις κάτι πολύτιμο για τη ζωή σου και να καίγεσαι να το μοιρασθείς. Κάλαντα είναι μια διάθεση συνάντησης σε μια ακοινώνητη κοινωνία. Κάλαντα είναι ν' ανοίγεις την πόρτα του σπιτιού σου για να ξεχυθείς στους δρόμους να αναζητήσεις τον άλλο, να του χτυπήσεις την πόρτα και ν' αποζητήσεις το πρόσωπο του. Κάλαντα είναι να μετατρέψεις τις πόρτες από ταφόπλακες σε ανοίγματα ζωής. Κάλαντα είναι η προσκόμιση μιας είδησης, ότι η ελπίδα έρχεται από αύριο από μια συνάντηση. Αύριο, 25 Δεκεμβρίου ο άνθρωπος παύει να προορίζεται για τη χωματερή, αλλά συναντιέται με το Θεό, γίνεται σάκα Θεού. Γίνεται κοινωνός ενός τρόπου ύπαρξης, τον οποίο τον προσφέρει ένας Θεός μεθυσμένος από αγάπη για τον άνθρωπο, σε τέτοιο σημείο που αφήνει τα μεγαλεία για να σαρκωθεί μέσα σε μια φάτνη!
« Να τα πούμε;»
Τα κάλαντα είναι η αποζήτηση μιας επικοινωνίας με τον άλλο. Έχουμε να του πούμε κάτι, αλλά δεν παραβιάζουμε τ' αυτιά του και την ελευθερία του. Είναι σαν να του λέμε: « αδελφέ, εμείς πιστεύουμε σε κάτι, που το θεωρούμε σπουδαίο και που νοιώθουμε πως δίνει σε μας νόημα σε κάθε στιγμή μας. Σκεφτόμαστε να σου το πούμε, κι' εσύ διαλέγεις και παίρνεις. «Να τα πούμε λοιπόν;»
« Καλήν ημέραν άρχοντες».
Το έχετε προσέξει; Δεν υπάρχουν ξεχωριστά κάλαντα για άρχοντες και χωριστά για το λαό. Όλοι αποκαλούνται άρχοντες και το σπίτι τους αποκαλείται «αρχοντικό». Τα κάλαντα κομίζουν ένα όραμα, μια κοινωνία αρχοντάδων δίχως υποτελείς, δούλους και εξαθλιωμένους. Είναι ένα όραμα με εμπνευσμένο από το μεδούλι της Εκκλησίας, από ένα Θεό που προσφέρει τον ίδιο τον εαυτό Του σε όλους χωρίς να μονιμοποιεί την ταξική αδικία. Αυτή την προσφορά Του εμείς τη λέμε Θ. Ευχαριστία. Και όταν τραγουδάμε:
«Χριστός γεννάται σήμερον»
κυριολεκτούμε. Τα Χριστούγεννα δεν είναι απλώς η αναπόληση ενός μακρινού παρελθόντος. Είναι η δυνατότητα του σημερινού ανθρώπου να γίνει μέτοχος της Βηθλεέμ σήμερα, να μεταμορφωθούν οι πρώτες ύλες της ζωής μας, το ψωμί και το κρασί, σε Σώμα και Αίμα Αυτού που γεννήθηκε « εν Βηθλεέμ τη πόλει».
« Χαίρει η κτίσις όλη».
Τα κάλαντα αποτυπώνοντας την πίστη της Εκκλησίας, ότι η σάρκωση του Χριστού μπολιάζει με ζωή το σύμπαν. Κοιτάξτε τη Βυζαντινή εικόνα της Γέννησης: Τα βράχια είναι ζωγραφισμένα που να στρέφονται προς τον Χριστό, τα δένδρα χαμηλώνουν κ.λ.π. Τα πάντα συμμετέχουν. Τα κάλαντα μαρτυρούν ότι το περιβάλλον είναι αφάνταστα περισσότερο από αντικείμενο στυγνής εκμετάλλευσης.
Όταν θα κτυπήσουν την πόρτα μας τα παιδιά των καλάντων, ας μην τα αποπάρουμε. Είναι θελητά ή αθέλητα τους, αληθινοί αντάρτες των πόλεων σήμερα. Μπορεί κίνητρο τους να είναι η παραξενιά κι η χαρά του εθίμου, μπορεί και το χαρτζιλίκι που αποκομίζουν. Το θέμα είναι ότι στα χέρια τους κρατιέται μια υπόθεση που μακάρι να βιωθεί κάποτε σε όλες της τις διαστάσεις. Διότι όσο ακόμη παίρνει τους δρόμους η αλήθεια των καλάντων κι' όσο αντηχεί το κάλεσμα τους σε ένα αλλιώτικο αγαπητικό τρόπο ζωής, οι άχαρες πόλεις μας δεν έχουν πάρει ακόμη διαζύγιο από την ελπίδα. Δεν έχουν θαφτεί ακόμα στο ανέραστο αμπαλάζ του καταναλωτισμού, των βιτρινών, των ρεβεγιόν δίχως προσδοκία του αύριο, των «Χριστουγέννων χωρίς Χριστό.
πηγη
Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014
ΧΙΟΝΙΣΜΕΝΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΚΟΥΡΑΜΠΙΕΔΕΣ
Υλικα για τους κουραμπιεδες
600 γρ. βούτυρο γάλακτος
ή 300 γρ. βούτυρο γάλακτος καί 300 βούτυρο φυτίνη
250 γρ. ζάχαρη άχνη
2 κρόκους αυγών
2 φακελάκια βανίλια
2 κουταλάκια μπέικιν - πάουντερ
3 κουταλιές κονιάκ
250 γρ. αμύγδαλα καβουρντισμένα και χοντροαλεσμένα
1 κιλό αλεύρι μαλακό
μισό κιλό ζάχαρη άχνη
250 γρ. ζάχαρη άχνη
2 κρόκους αυγών
2 φακελάκια βανίλια
2 κουταλάκια μπέικιν - πάουντερ
3 κουταλιές κονιάκ
250 γρ. αμύγδαλα καβουρντισμένα και χοντροαλεσμένα
1 κιλό αλεύρι μαλακό
μισό κιλό ζάχαρη άχνη
ανθόνερο
Χτυπάτε το βούτυρο με τη ζάχαρη μέχρι ν' ασπρίσει και συνεχίζετε με
τους κρόκους, τη βανίλια, το μπέικιν - πάουντερ διαλυμένο στο κονιάκ, τα
αμύγδαλα και προσθέτετε σιγά - σιγά το αλεύρι.
Ζυμώνετε αρκετή ώρα ώστε η ζύμη για τους κουραμπιεδες να γίνει μαλακή για να πλάθεται εύκολα.
Πλάθετε τους κουραμπιέδες και τους βάζετε σε βουτυρωμένο ταψί. Τους ψήνετε σε μέτριο φούρνο για 20' περίπου.
Μόλις τους βγάλετε, τους πασπαλίζετε με το ανθόνερο και την άχνη ζάχαρη.
Όταν κρυώσουν, τοποθετείτε τους κουραμπιεδες στην πιατέλα και τους πασπαλίζετε ακόμα μία φορά με ζάχαρη άχνη.
Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014
Κάποτε ο κόσμος γιόρταζε Χριστούγεννα!
Κάποτε! Τότε που είχε η ζωή σκοπό, και νόημα ο αγώνας.
Τότε που οι Χριστιανοί λαχταρούσαν τα Χριστούγεννα, ετοιμάζονταν για τα Χριστούγεννα: Νήστευαν τη Σαρακοστή, προσεύχονταν, εξομολογούνταν, πρόσμεναν…
Τότε που η δασκάλα, ο δάσκαλος κρεμούσαν απ᾿ τα χείλη τους τα μάτια των
παιδιών και στάλαζαν μες στην ψυχή το όνειρο: Να ᾿μουν κι εγώ εκεί· να
᾿μουν εκεί, στη Βηθλεέμ, στο στάβλο· «να ᾿μουν του στάβλου ενʼ άχυρο…»!Τότε που οι Χριστιανοί λαχταρούσαν τα Χριστούγεννα, ετοιμάζονταν για τα Χριστούγεννα: Νήστευαν τη Σαρακοστή, προσεύχονταν, εξομολογούνταν, πρόσμεναν…
Τότε που τα παιδιά ήταν παιδιά και μελωδούσαν με τους βοσκούς τα κάλαντα μες στη νυχτιά και περπατούσαν δρόμους και στενά πάνω στων Μάγων τ᾿ άλογα.
Τότε που μάζευ᾿ η γιορτή τα πλοία στην Πατρίδα απ᾿ τους λωτούς της ξενιτιάς κι έφερνε σπίτι τον πατέρα, στη μαύρη μάνα το παιδί, τον άντρα στη γυναίκα.
Κάποτε… τότε… γιόρταζαν Χριστούγεννα.
Έπειτα ήρθε λίβας δυτικός, το εμπόριο, και τα ᾿καψε· έκανε στάχτη τη γιορτή, τα όνειρα κουρέλι. Έδιωξε από τη Φάτνη τον Χριστό κι έβαλε τον χρυσό στη θέση του. Τα δώρα, τα ψώνια, τα ταξίδια σε άλλους τόπους μακρινούς έγιναν της γιορτής ο μόνος κι άχαρος σκοπός. Έγινε η γιορτή απόδραση, λες σαν φυλακισμένων, προς τα βουνά, στα χιόνια, σ᾿ άλλους λαούς και τόπους. Στούς πέντε ανέμους σκόρπισε η Φάτνη της Βηθλεέμ, κι η φαμελιά κατάντησε «το σπίτι των ανέμων».
Τώρα η ιστορία αυτή φτάνει στο τέλος της. Μετά την ύπουλη υπονόμευσή της τόσων δεκαετιών, η εορτή δέχεται πιά το χτύπημα κατάστηθα: Η δυτική δαιμονολατρία, την ώρα που το αντίπαλο παρανοικό σύστημα αντικαθιστούσε τα Χριστούγεννα με τα Σταλινούγεννα, μετέτρεψε τη Γέννηση του Χριστού σε γέννηση του οποιουδήποτε· τα “Christmas” (=Χριστούγεννα) σε “Χmas” (=γέννηση του «Χ»), ταχα χάριν συντομογραφίας.
Σήμερα δε η βρυκολακιασμένη Ευρώπη, δήθεν για να μην ενοχλούνται οι αλλόθρησκοι, απαγορεύει ήδη σε μια μετά την άλλη τις μεγάλες πόλεις της εορταστικό διάκοσμο που να υπενθυμίζει τη Γέννηση του Χριστού. Φώτα μόνο, χωρίς το Αστρο των Μάγων, χωρίς Φάτνη, αγγέλους και βοσκούς.
Εορτάζει τα γενέθλια ολων και καταργεί σταδιακά τη Γέννηση του Σωτήρος. Καθιερώνει παγκόσμιες ημέρες για τα πιο γελοία πραγματα: υπνου, χορού, κέικ, μπύρας, γέλιου, ομοφυλοφοβίας, αριστερόχειρων κ.τ.λ., σβήνει δε τη μόνη άξια τιμής ημέρα του Χριστού.
Θαρρεί κανείς πως ακούει από τα βάθη των αιώνων τη μανιακή κραυγή των αφρόνων: «δεύτε και καταπαύσωμεν πάσας τας εορτάς του Θεού από της γης» (Ψαλ. ογ΄ [73] 8).
Εκ πρώτης όψεως αυτή η εξέλιξη φαντάζει αρνητική. Καί αναμφιβόλως είναι θλιβερή, αφού ο κόσμος μας χάνει και το ελάχιστο χριστουγεννιάτικο χρώμα που του είχε απομείνει. Γεγονος που δεν μπορεί παρά να προκαλεί πόνο και θλίψη.
Στην πραγματικότητα όμως η ραγδαίως εξελισσόμενη αυτή αρνητική ατμοσφαιρα αποτελεί το καταλληλότερο περιβάλλον για να ανακαλύψουμε τα αληθινά Χριστούγεννα. Είναι πλεονεκτημα και προνόμιο να ζεί κανείς σ’ αυτη τη δραματική καμπή της ιστοριας.
Πλεονέκτημα και προνόμιο, διότι δυσκολότερα σ᾿ αυτές τις συνθήκες θα
αποπροσανατολισθούμε, και φυσικότερα θα κινηθούμε στο βάθος και την ουσία της Εορτής. Ευκολότερα πλέον θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε από τον επιδερμικό εορτασμό των φωταψιών και των εδεσμάτων, και θα αναζητήσουμε το αληθινό «φως το της γνώσεως» που ανατέλλει από το Σπήλαιο της Βηθλεέμ· θα ποθήσουμε την «τροφήν του παντός κόσμου», τον ενανθρωπήσαντα Θεό.
Η πρόκληση ειδικά εφέτος, μετά τις τόσες δραματικές εξελίξεις στην Πατρίδα μας με την ψήφιση αντιχριστιανικών νόμων, είναι μεγάλη. Πρόκληση να ζήσουμε αληθινά Χριστούγεννα. Το στάδιο είναι μπροστά μας ανοιχτό με την τεσσαρακονθήμερη νηστεία. πηγη
Σε πείσμα των αντίθεων δυνάμεων, να ζήσουμε ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!
Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2014
Τα «Νικολοβάρβαρα» τού Δεκεμβρίου καί τών Χριστουγέννων.
Μεγάλες γιορτές του Δεκέμβρη, στο έμπα του χειμώνα. Και τρεις
απ’ αυτές τις γιορτές, η μία μετά την άλλη, πού 'ρχονται με τις πρώτες
μέρες του Δεκέμβρη, ο λαός μας τις λέει μ' ένα όνομα: "Νικολοβάρβαρα".
Ν’κουλουβάρβαρα κατά το τοπικό μας.
Πλήθος οι δοξασίες, οι παροιμίες και τα έθιμα του λαού μας, που έχουν σχέση μ’ αυτές. Συνήθως τότε έπιαναν τα πρώτα δυνατά κρύα οι πρώτες παγωνιές και χιονοπτώσεις κι έτσι ήτανε σημαδιακές για τον άνθρωπο της υπαίθρου, τον άνθρωπο που πάλευε καθημερινά με τα στοιχεία της φύσης, που ζούσε στο πετσί του τις αλλαγές του κλίματος και τον εποχών. οι γιορτές αυτές είναι τόσο συνδεδεμένες με τον ερχομό της βαρυχειμωνιάς, που ο λαός μας έλεγε σαν παροιμία:
"Απ'τα Νικολοβάρβαρα αρχίζει κι ο χειμώνας"
Η αγία Βαρβάρα (4 Δεκεμβρίου) θεωρείται προστάτης των παιδιών από την ευλογιά και τις άλλες εξανθηματικές αρρώστιες. Σε ορισμένα μέρη συνήθιζαν την ημέρα της γιορτής της, καθώς και σε περίοδο επιδημίας, να κάνουν μελόπιτες και να τις μοιράζουν στα σπίτια ή να τις αφήνουν σε σταυροδρόμια, ώστε αν έρθει η αρρώστια να είναι γλυκιά, ήπιας μορφής. Η συνήθεια αυτή θυμίζει ανάλογες αρχαίες προσφορές προς την Εκάτη.
5 Δεκεμβρίου, γιορτάζουμε τονΆγιο Σάββα, τον Άγιο Σάββα που "σαβανώνει" καθώς λέει το όνομά του: Η Αγιά Βαρβάρα βαρβαρώνει, ο Άη-Σάββας σαβανώνει κι ο Άη-Νικόλας παραχώνει. Η παροιμία βέβαια αναφέρεται στο χιονιά, κατά μία άλλη όμως εκδοχή ο Άη Σάββας σαβανώνει τους νεκρούς και τους ετοιμάζει για τον κάτω κόσμο, ενώ, από την άλλη, προσπαθεί να απομακρύνει το θάνατο από τους ζωντανούς, ως άγιος προστάτης και θεραπευτής. Αυτή τη μέρα σε μερικές περιοχές, συνηθίζουν να φτιάχνουν φάβα στη μνήμη του, κι όπως λέει μια λαϊκή παροιμία: Του Άη-Σάββα, τρώνε φάβα.
Ο άγιος Νικόλαος (6 Δεκεμβρίου) είναι ο κύριος του υγρού στοιχείου και ο προστάτης των θαλασσινών, οι οποίοι με πολλούς τρόπους εκδηλώνουν την ευγνωμοσύνη τους σ' αυτόν. Στις λαϊκές παραδόσεις ο άγιος περιγράφεται με ρούχα βρεγμένα από αρμύρα, γένια που στάζουν θάλασσα και μέτωπο ιδρωμένο από την προσπάθεια του να τρέξει παντού, όπου κινδυνεύει πλεούμενο.
Κι αργότερα, ο άγιος Ελευθέριος (15 Δεκεμβρίου) τιμάται με αργία από τις έγκυες γυναίκες, για να τους χαρίζει «καλή λευτεριά». Για τον ίδιο λόγο τον τιμούσαν και οι μαμές, οι οποίες μάλιστα, πηγαίνοντας στις ετοιμόγεννες, κρατούσαν για βοήθεια ένα εικονισματάκι του αγίου. Ο άγιος Μόδεστος, τέλος, που τ' όνομά του θυμίζει το μόδι (μονάδα μέτρου για τα δημητριακά παλαιότερα), θεωρείται προστάτης των βοδιών και των άλλων ζώων και οι γεωργοί τον τιμούσαν εκείνα τα χρόνια με αργία και διάφορες εκδηλώσεις (λειτουργίες κτλ.) την ημέρα της γιορτής του (16 ή 18 Δεκεμβρίου δεν είμαι σίγουρος). Η αργία τους επέτρεπε να περιποιηθούν με μεγαλύτερη φροντίδα τα ζώα τους, που κουράστηκαν τον προηγούμενο καιρό της σποράς.
Με τις γιορτές αυτές και προπαντός με το Δωδεκάμερο που έρχεται κατόπιν, (Χριστούγεννα μέχρι Φώτα) χαλαρώνει ο έντονος ρυθμός της καθημερινής ζωής της υπαίθρου, παίρνοντας ένα χαρούμενο και αισιόδοξο τόνο. Παλαιότερα οι μέρες αυτές, με τις παραδοσιακές αργίες και την όλη εθιμοτυπία τους, έδιναν την ευκαιρία σ' όλους για διασκέδαση και κοινωνική επαφή. Σήμερα οι γιορτές, με τις σύγχρονες πια συνήθειες - και τις επίσημες πια αργίες – έχουν κι ένα άλλο καλό. Δίνουν την ευκαιρία στους κατοίκους των πόλεων να ξεφύγουν λίγο απ’ τη ρουτίνα, και να βρεθούν πολλοί λόγω και της κρίσεως της οικονομικής στα χωριά τους, και στα πατρικά τους σπίτια κοντά στη φύση και να συνδεθούν νοσταλγικά με το παρελθόν.
Πλήθος οι δοξασίες, οι παροιμίες και τα έθιμα του λαού μας, που έχουν σχέση μ’ αυτές. Συνήθως τότε έπιαναν τα πρώτα δυνατά κρύα οι πρώτες παγωνιές και χιονοπτώσεις κι έτσι ήτανε σημαδιακές για τον άνθρωπο της υπαίθρου, τον άνθρωπο που πάλευε καθημερινά με τα στοιχεία της φύσης, που ζούσε στο πετσί του τις αλλαγές του κλίματος και τον εποχών. οι γιορτές αυτές είναι τόσο συνδεδεμένες με τον ερχομό της βαρυχειμωνιάς, που ο λαός μας έλεγε σαν παροιμία:
"Απ'τα Νικολοβάρβαρα αρχίζει κι ο χειμώνας"
Η αγία Βαρβάρα (4 Δεκεμβρίου) θεωρείται προστάτης των παιδιών από την ευλογιά και τις άλλες εξανθηματικές αρρώστιες. Σε ορισμένα μέρη συνήθιζαν την ημέρα της γιορτής της, καθώς και σε περίοδο επιδημίας, να κάνουν μελόπιτες και να τις μοιράζουν στα σπίτια ή να τις αφήνουν σε σταυροδρόμια, ώστε αν έρθει η αρρώστια να είναι γλυκιά, ήπιας μορφής. Η συνήθεια αυτή θυμίζει ανάλογες αρχαίες προσφορές προς την Εκάτη.
5 Δεκεμβρίου, γιορτάζουμε τονΆγιο Σάββα, τον Άγιο Σάββα που "σαβανώνει" καθώς λέει το όνομά του: Η Αγιά Βαρβάρα βαρβαρώνει, ο Άη-Σάββας σαβανώνει κι ο Άη-Νικόλας παραχώνει. Η παροιμία βέβαια αναφέρεται στο χιονιά, κατά μία άλλη όμως εκδοχή ο Άη Σάββας σαβανώνει τους νεκρούς και τους ετοιμάζει για τον κάτω κόσμο, ενώ, από την άλλη, προσπαθεί να απομακρύνει το θάνατο από τους ζωντανούς, ως άγιος προστάτης και θεραπευτής. Αυτή τη μέρα σε μερικές περιοχές, συνηθίζουν να φτιάχνουν φάβα στη μνήμη του, κι όπως λέει μια λαϊκή παροιμία: Του Άη-Σάββα, τρώνε φάβα.
Ο άγιος Νικόλαος (6 Δεκεμβρίου) είναι ο κύριος του υγρού στοιχείου και ο προστάτης των θαλασσινών, οι οποίοι με πολλούς τρόπους εκδηλώνουν την ευγνωμοσύνη τους σ' αυτόν. Στις λαϊκές παραδόσεις ο άγιος περιγράφεται με ρούχα βρεγμένα από αρμύρα, γένια που στάζουν θάλασσα και μέτωπο ιδρωμένο από την προσπάθεια του να τρέξει παντού, όπου κινδυνεύει πλεούμενο.
Κι αργότερα, ο άγιος Ελευθέριος (15 Δεκεμβρίου) τιμάται με αργία από τις έγκυες γυναίκες, για να τους χαρίζει «καλή λευτεριά». Για τον ίδιο λόγο τον τιμούσαν και οι μαμές, οι οποίες μάλιστα, πηγαίνοντας στις ετοιμόγεννες, κρατούσαν για βοήθεια ένα εικονισματάκι του αγίου. Ο άγιος Μόδεστος, τέλος, που τ' όνομά του θυμίζει το μόδι (μονάδα μέτρου για τα δημητριακά παλαιότερα), θεωρείται προστάτης των βοδιών και των άλλων ζώων και οι γεωργοί τον τιμούσαν εκείνα τα χρόνια με αργία και διάφορες εκδηλώσεις (λειτουργίες κτλ.) την ημέρα της γιορτής του (16 ή 18 Δεκεμβρίου δεν είμαι σίγουρος). Η αργία τους επέτρεπε να περιποιηθούν με μεγαλύτερη φροντίδα τα ζώα τους, που κουράστηκαν τον προηγούμενο καιρό της σποράς.
Με τις γιορτές αυτές και προπαντός με το Δωδεκάμερο που έρχεται κατόπιν, (Χριστούγεννα μέχρι Φώτα) χαλαρώνει ο έντονος ρυθμός της καθημερινής ζωής της υπαίθρου, παίρνοντας ένα χαρούμενο και αισιόδοξο τόνο. Παλαιότερα οι μέρες αυτές, με τις παραδοσιακές αργίες και την όλη εθιμοτυπία τους, έδιναν την ευκαιρία σ' όλους για διασκέδαση και κοινωνική επαφή. Σήμερα οι γιορτές, με τις σύγχρονες πια συνήθειες - και τις επίσημες πια αργίες – έχουν κι ένα άλλο καλό. Δίνουν την ευκαιρία στους κατοίκους των πόλεων να ξεφύγουν λίγο απ’ τη ρουτίνα, και να βρεθούν πολλοί λόγω και της κρίσεως της οικονομικής στα χωριά τους, και στα πατρικά τους σπίτια κοντά στη φύση και να συνδεθούν νοσταλγικά με το παρελθόν.