ΣΕΛΙΔΕΣ

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

Ποιόν σκοτώνει ο Άγιος Δημήτριος στήν γνωστή εικόνα του;


Ο Άγιος  Δημήτριος στην εικόνα του δε σκοτώνει τον βάρβαρο παλαιστή Λυαίο (όπως εσφαλμένα έχει γραφτεί), αλλά τον...πολεμοχαρή τσάρο των Βουλγάρων Ιωαννίτζη, που οι Βυζαντινοί τον αποκαλούσαν "Σκυλογιάννη", ενώ ήταν έτοιμος να επιτεθεί στη Θεσσαλονίκη το 1206 ή 7.

Πώς όμως ένας άγιος εικονίζεται να σκοτώνει έναν άνθρωπο;
Λεπτομέρειες μας παρέχει αυτή η αναλυτική μελέτη για τη ζωή του αγίου Δημητρίου και την τιμή προς το πρόσωπό του στο πέρασμα των αιώνων.

Ο Σκυλογιάννης πέθανε από πλευρίτιδα, αλλά ο θάνατός του αποδόθηκε σε θεία δίκη. Σε ιστορικό κείμενο (Σταυράκιος) αναφέρεται όραμα, όπου ο άγιος εμφανίστηκε να ρίχνει το κοντάρι του στο σκληρό πολιορκητή, για να σώσει τον λαό της πόλης του.

Δε σκότωσε λοιπόν με τα όπλα του ο άγιος τον Σκυλογιάννη, αλλά ο θάνατός του από ασθένεια λίγο πριν χτυπήσει την Θεσσαλονίκη αποδόθηκε σε θεία παρέμβαση, που σταμάτησε τους κατακτητικούς πολέμους του, με τη μεσιτεία του Αγίου Δημητρίου προς τον Θεό (συμβολικά, "τον κοντάρεψε").


Το παράδοξο είναι ότι το βουλγαρικό έθνος τίμησε τρομερά τον άγιο, τον θεώρησε προστάτη του, εμψυχωτή του κατά την τουρκοκρατία, και μάλιστα βουλγαρική βιογραφία του αναφέρει, κάνοντας αναχρονισμό, πως ο πατέρας του ήταν Βούλγαρος.

Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για το πώς οι Βούλγαροι έβλεπαν τον Σκυλογιάννη - τίμησαν και "βουλγαροποίησαν" (οικειοποιήθηκαν) τον άγιο που, κατά τους Βυζαντινούς, έβαλε τέρμα στη βασιλεία του δικού τους βασιλιά. 

πηγή

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2018

Τό Σιγκούνι στήν παραδοσιακή φορεσιά.

Τό Σιγκούνι τής γιαγιάς μου Σοφίας από τό χωριό Λίμνες Αργολίδος . Χρονολογείται από τίς αρχές τού 1900 καί είναι συλλεκτικό κομμάτι καί ενθύμιο.


Το σιγκούνι  γινόταν από εκλεκτό μαλλί προβάτων που το υφαίνανε στημόνι-υφάδι-μαλλί σε δίμιτη ύφανση στον αργαλειό. Στη συνέχεια το περνούσαν απ’ τη νεροτριβή. Το νεροτρουβιασμένο αυτό ύφασμα ονομαζόταν και «ράσικο».
Για να γίνει το σιγκούνι χρειαζόταν περίπου 4-5 μέτρα, που έκοβαν σε 7 ή 8 φύλλα, τις «λόξες»: ένα ή δύο για την πλάτη, δύο λοξά για τα πλαϊνά, τα «λαγκιόλια» που εξείχαν τριγωνικά και προσθέτανε το φάρδος στη περιφέρεια και άλλα δύο που σχημάτιζαν τα μπροστινά.
Το σιγκούνι ήταν κεντημένο πλάκα στο χέρι ανάλογα με την κοινωνική περίσταση για την οποία προοριζόταν: Για τις καθημερινές όλα τα ανοίγματα του σιγκουνιού περιβάλλονταν από πυκνό κέντημα, γαλαζοπράσινα κυρίως μαλλιά που σχημάτιζαν πάνω σε καστανόμαυρο (σχεδόν ολόμαυρο) βάθος, διασταυρούμενα ζιγκ-ζαγκ, ρόμβους και «Χ». Το αυστηρό κέντημα διανθιζόταν με χρωματιστές «πινελιές» από κόκκινο, πορτοκαλί, ροδί, κίτρινο κλπ.
Ένα δημοφιλές διακοσμητικό μοτίβο φαίνεται να ήταν οι κεντητές «μαργαρίτες» από γεράνια (μπλε) και μπουρμπουνιά (πράσινα) μαλλιά. Τα γιορτινά και νυφικά σιγκούνια ήταν επιπλέον κεντημένα με πολύχρωμα μάλλινα και βαμβακερά κορδόνια και κλωστές σε πολύπλοκα σχέδια. Κάποια τα κεντούσαν με επίρραπτα χρωματιστά κορδονέτα πάνω σε λουρίδες κόκκινης τσόχας ή βελούδου και με πούλιες που έρχονταν σε έντονη χρωματική αντίθεση με το φόντο.
Τα θέματα του διάκοσμου ήταν κυρίως γεωμετρικά σε διάφορες συνθέσεις (π.χ. ζιγκ-ζαγκ, τετράγωνα, ρόμβοι, κολόνες), θρησκευτικά (π.χ. σταυρός), φυτικά (π.χ. λουλούδια, μίσχοι, φύλλα, δέντρα) και ανθρωπομορφικά (γυναίκες, «κουκλάκια», χορός).
Οι ηλικιωμένες γυναίκες φορούσαν αντί για το λευκό σιγκούνι τη «γιούρντα» που ήταν σκούρα γαλάζια, σχεδόν μαύρη, με φλόκια στο εσωτερικό. Η γιούρντα φορέθηκε από τις γυναίκες μέχρι τη δεκαετία του ’60.
{στοιχεία από ΕΔΩ}