ΣΕΛΙΔΕΣ

Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Το Ελαιόλαδο στον Ιπποκράτη

Στον Ιπποκράτειο Κώδικα συναντώνται περισσότερες από εξήντα φαρμακευτικές χρήσεις του ελαιόλαδου, με κυριότατη τη χρήση κατά των δερματικών παθήσεων, αλλά και ως αντισυλληπτικό μέσο. Μάλιστα γίνεται σαφής διαχωρισμός του ελαιόλαδου, το οποίο, σε συνδυασμό με το σίτο και τον οίνο, αποτελεί τη βάση της ιπποκρατικής διαιτητικής από άλλα έλαια, όπως του σχίνου, της πικραμυγδαλιάς και της βελανιδιάς.
Στο βιβλίο του «Διαιτητική και Θεραπευτική», ο Ιπποκράτης γράφει για το λάδι: «Οι ασκήσεις στη σκόνη και οι ασκήσεις με λάδι διαφέρουν στο εξής: Η σκόνη είναι κρύα, το λάδι είναι ζεστό. Το χειμώνα το λάδι ευνοεί περισσότερο την ανάπτυξη, γιατί εμποδίζει την ψυχρότητα να απομακρυνθεί από το σώμα. Το καλοκαίρι το λάδι με την παραγωγή λιώνει τη σάρκα καθώς αυτή ζεσταίνεται λόγω εποχής… Η εντριβή με λάδι και νερό μαλακώνει το σώμα και δεν το αφήνει να ζεσταθεί υπερβολικά».
Με ζεστό ελαιόλαδο αλείφονταν οι γυναίκες που απέβαλαν, και κυρίως σε περιπτώσεις προχωρημένης εγκυμοσύνης ενώ σε περιπτώσεις μητρορραγίας δινόταν ένα μείγμα από βρασμένα φύλλα άγριας ελιάς μέσα σε ξίδι. Για τη διευκόλυνση του τοκετού προτείνει παρασκεύασμα που «…φτιάχνετε και με ρετσίνι τερμίνθου (κοκορεβιθιάς), μέλι και λάδι διπλάσιο σε ποσότητα από τα προηγούμενα και αρωματικό κρασί», το οποίο και πρέπει να πιει η επίτοκος.
Άλλες εφαρμογές του ελαιόλαδου που αναφέρονται από τον Ιπποκράτη ήταν στη θεραπεία των χρόνιων πυρετών, των μικρών πληγών, των διηθημάτων, όπως οι καλόγεροι και τα αποστήματα, των ερεθισμένων ούλων, καθώς και στη διατήρηση της λευκότητας των δοντιών και ως αντίδοτο σε περιπτώσεις ελαφρών δηλητηριάσεων.
Ο Πλούταρχος στα «Ηθικά» του αναφέρεται στη θεραπεία της μαστίτιδας με νερό και λάδι – «υδρέλαιο».
Για την αρχαία θεραπευτική το εκλεκτότερο εξ όλων των ελαιόλαδων ήταν αυτό που έδινε η αγριελιά, το οποίο ήταν και λίγο σπάνιο, καθώς και το ελαιόλαδο της πρώτης συμπίεσης (ομφάκινον), που λαμβάνεται με την «απαλή» σύνθλιψη της ελιάς και χωρίς την παρεμβολή ζεστού νερού. Κατά τον Πλίνιο, το λάδι αυτό λαμβάνεται πρώτον πιέζοντας την ελιά όταν είναι ακόμη άσπρη (άγουρη), και δεύτερον όταν η ελιά αρχίζει να αλλάζει χρώμα χωρίς να έχει, ωστόσο, ωριμάσει. Το πρώτον ομφακικόν είναι λευκό, το δεύτερο πράσινο. Το δεύτερο κάνει καλό στα ούλα και είναι εξαίρετο για να διατηρηθούν τα δόντια λευκά.
Στις επιγραφές του φημισμένου Ασκληπιού της Λεβήνας, στην Κρήτη, όπου λατρευόταν η Υγιεία Σώτειρα, αναφέρεται ότι «ο θεός έδωσε μια οδηγία να τοποθετηθεί πάνω στο στρείδι το όστρακο, αφού καεί και τριφτεί για να γίνει λείο με λάδι αρωματισμένο με ρόδα και μολόχα με λάδι…». Στο ιερό του Ασκληπιού χρησιμοποιούσαν το έλαιον για να παρασκευάσουν ειδικές αλοιφές και ιάματα.
Ροφήματα, τέλος, από φύλλα και άνθη ελιάς χρησιμοποιήθηκαν ως κρύο κολλύριο για τα ερεθισμένα μάτια αλλά και για το έλκος του στομάχου.

Η χρησιμοποίηση των ελαιόκλαδων σε πολλών ειδών αρχαίες τελετουργίες (όπως εξαγνισμοί, καθαρμοί) προσδιορίζει το συμβολισμό της ελιάς ως δέντρο του καλού. Η έμμεση σύνδεσή του με το φως ( το καιόμενον έλαιον είναι η αρχέγονη πηγή του φωτός) αντιμετωπίστηκε από τον άνθρωπο με την ιδιαιτερότητα του δέντρου που συμμετέχει στη λατρεία.
Στην Παλαιά Διαθήκη είναι το δέντρο της ελπίδας, αλλά και το δέντρο – αγγελιοφόρος του θείου ελέους. Είναι το δέντρο που καταδεικνύει τη γαλήνη μετά τον κατακλυσμό του Νώε: «Το βραδάκι επέστρεψε το περιστέρι και κρατούσε ένα φύλλο ελιάς στο στόμα του και κατάλαβε ο Νώε ότι το νερό είχε υποχωρήσει στη στεριά…»
Στην ελληνική παράδοση είναι το δέντρο της ειρήνης. Η ίδια η Ειρήνη (θεότητα που ήταν κόρη του Δία και της Θέτιδας) εικονιζόταν με κλαδί ελιάς στα χέρια της. Στους πολέμους δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος αλλά και καλύτερο σύμβολο για τη λήξη των επιχειρήσεων. Οι αγγελιοφόροι που στέλνονταν για να μεταφέρουν το μήνυμα της ειρήνης ή να ζητήσουν ανακωχή έπρεπε να κρατούν στο χέρι τους κλάδον ελαίας. Ήταν το αναμφισβήτητο ιερό σύμβολο που δήλωνε τις προθέσεις εκείνων που αποφάσιζαν να το στείλουν. Η Ιοκάστη μετέφερε κλαδί ελιάς στον Πολυνείκη ζητώντας του να συμφιλιωθεί με τον αδερφό του Ετεοκλή, στην τραγική ιστορία του Οιδίποδα και των απογόνων του, δηλαδή το μύθο που ενέπνευσε το Σοφοκλή και τον Ευριπίδη. Οι αντιλήψεις για το συμβολισμό των κλάδων της ελιάς αλλά και του ίδιου του δέντρου, διατηρήθηκαν ακόμη και στις νεώτερες εποχές. Η φράση «κλάδον ελαίας» διατηρείται ακόμη στην ελληνική γλώσσα ως δηλωτική ειρηνευτικών προσπαθειών («τείνει κλάδον ελαίας ή ήρθε με κλάδο ελαίας».

Δεντρολατρεία

Στην μινωική Κρήτη η ελιά διαδραματίζει ξεχωριστό ρόλο στη λατρεία, όπως φαίνεται από την παράσταση της σαρκοφάγου που βρέθηκε στην Αγία Τριάδα, στη Μεσαρά της Κρήτης. Ο ρόλος της ελιάς στη μινωική οικονομία και τη διατροφή είναι σχετικός και με την πανάρχαιη λατρεία του. Οι παραστάσεις ιερών δέντρων στη μινωική εικονογραφία είναι πολλές αλλά σχετίζονται περισσότερο με τη γενικότερη τάση της λατρείας, παρά με τις ιδιότητες της ελιάς. Οι ιδιότητες αυτές, φαίνεται πως μπορούσαν να εκφράσουν, περισσότερο απ’ όλα τα άλλα δέντρα, τις πανάρχαιες βλαστικές δοξασίες. Ο θάνατος και η ανάσταση ήταν τα στοιχεία που καθόριζαν τη μορφή της λατρείας. Η ιδιότητα της ελιάς να αναβλασταίνει διαρκώς και να μην πεθαίνει σχεδόν ποτέ ήταν πολύ κοντά στις αντιλήψεις για αναγέννηση και διαιώνιση της ζωής μέσα από το θάνατο, όπως ακριβώς συμβαίνει με την αναγέννηση της ίδιας της φύσης. Ο Δίας, ο μεγάλος θεός της ελληνικής μυθολογίας, ήταν στην Κρήτη θεός που γεννιόταν και πέθαινε, είχε κληρονομήσει τις ιδιότητες του νεαρού θεού της βλάστησης που λατρευόταν σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο, και ονομαζόταν Κρητογενής Ζευς. Ο ίδιος βλαστικός θεός λατρεύτηκε και ως Διόνυσος - Ζαγρεύς, ως Υάκινθος, ως Απόλλων Στυρακίτης και ως Ερμής Κεδρίτης. Η βλαστική υπόσταση του Δία, του Ερμή, του Απόλλωνα και άλλων θεοτήτων στην κλασική, την Ελληνιστική και τη Ρωμαϊκή Κρήτη μας δίνει ξεκάθαρη την εικόνα για το ρόλο της βλαστικής λατρείας. Σε μια παράσταση, που βρέθηκε στο ιερό της Σύμης στη Βιάννο, βλέπουμε από το κεφάλι του Ερμή να ξεφυτρώνουν δυο κλαδιά δέντρου που μοιάζει πολύ με ελιά. Ο Ερμής της Σύμης ονομαζόταν Κεδρίτης. Τα ευρήματα συμφωνούν πως εδώ υπάρχει αναμφισβήτητη μαρτυρία δεντρολατρείας.
Η ιερή ελιά της Αθήνας αποτελεί ένα πολύ  χαρακτηριστικό παράδειγμα δεντρολατρείας.  Βρίσκεται μέσα στον ιερό περίβολο προστατευμένη και ο περίβολος οριοθετεί αυτόν ακριβώς το χώρο. Στην Ακρόπολη επίσης οι Αθηναίοι προσφέρουν μελωμένους άρτους στο ιερό φίδι. Η παρουσία του ιερού δέντρου και του φιδιού μας δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα μινωικής λατρείας, δεδομένου ότι και η ίδια η Αθηνά φαίνεται να έχει τις ρίζες της στη λατρεία της μινωικής θεάς των όφεων.
Στην αρχαιότητα υπήρχε η συνήθεια να αναρτούν αναθήματα σε αγριελιές και άλλα δέντρα: «…γιατί παντού σε αγριελιές και άλλα δέντρα κοντά σε ναούς αναρτούν αφιερώματα. Άλλως: Συνηθίζουν να αναρτούν στα δέντρα μέλη από σκελετούς και κρανία, για να αποτρέψουν τη βασκανία και να μην ξεραίνονται [οι καρποί…]
Πιθανότατα ο Σχολιαστής εννοεί τα ειδικά αφιερώματα που από τα προϊστορικά χρόνια συνηθίζουν να κρεμούν στα κλαδιά των ιερών δέντρων. Πρόκειται για ομοιώματα που κατασκευάζονταν με διάφορα υλικά, όπως πηλό, μέταλλα, ακόμη και ζυμάρι που το έψηναν. Ήταν μια μόνο πτυχή της λατρείας των ιερών δέντρων.

Ειρεσιώνη, σύμβολο γονιμότητας

Κατά την αρχαιότητα η πληθώρα των αλσυλλίων με ελιές στην Αττική, αλλά και στην Κρήτη, που πλαισίωναν τους ναούς, είναι αδιάψευστος μάρτυρας της ιερότητας του δέντρου της ελιάς. Εξάλλου, η παρουσία της ελιάς κατά τις τελετές γονιμότητας των Αρχαίων ήταν κυρίαρχη. Χαρακτηριστικό σύμβολο των τελετών αυτών, που χρησιμοποιούνταν στις γιορτές των Πυανεψιών και Θαργηλιών στην Αθήνα, ήταν η ειρεσιώνη (από τη λέξη «έριο», μαλλί). Η «ειρεσιώνη» ήταν ένας κλάδος καλλιεργημένης ελιάς ή δάφνης, περιτυλιγμένος με μικρές μάλλινες ταινίες ( οι μάλλινες ταινίες και ειδικά οι κόκκινες ήταν φορείς θεϊκής δύναμης ) και φορτωμένος με διάφορα φρούτα και καρπούς της εποχής (εκτός από αχλάδια και μήλα) αλλά και άρτους. Ήταν μια εκδήλωση ευχαριστιών προς τους θεούς για την ευφορία της γης που χάρισε στους ανθρώπους τα απαραίτητα είδη για τη διατροφή και την επιβίωσή του. Το κλαδί αυτό της ελιάς ήταν αφιερωμένο στον Απόλλωνα και στα Πυανέψια και Θαργήλια, γιορτές κατά τις οποίες γίνονταν προσφορές στον Ήλιο και τις Ώρες, γεροδεμένα παιδιά το περιέφεραν από σπίτι σε σπίτι. Στο τέλος το κρεμούσαν στην κεντρική πύλη του ιερού του Απόλλωνα. Το κλαδί της ελιάς δεν ήταν τυχαίο, προερχόταν από τη «μορία ελαία» την ιερή ελιά αυτής της πόλης, εκείνη που πίστευαν πως είχε φυτέψει η ίδια η Αθηνά ή , έστω, από ελαιόδεντρο που θεωρούνταν πως ήταν απόγονος αυτού του δέντρου. Το έκοβαν, μάλιστα, κατά την διάρκεια της εορτής των Παναθηναίων και περιφερόταν εν πομπή και με άσματα γύρω από την Ακρόπολη προς τιμή της Πολιάδος Αθηνάς. Η ειρεσιώνη παρέμεινε εκεί μέχρι την αντικατάστασή της τον επόμενο χρόνο.
Δεν ήταν τυχαία η επιλογή του κλάδου της ελιάς γι’ αυτή την τελετουργία. Η ελιά δίνει την εικόνα της αιώνιας θαλερότητας, της βλάστησης που δεν επηρεάζεται από την αλλαγή των εποχών, είναι η προσδοκία του αέναου και του αειθαλούς. Ο κλάδος της ελιάς ήταν εκείνος που μετέφερε τη γονιμοποιό δύναμη της γης αλλά και την ελπίδα της βλάστησης που ανακυκλώνεται και προκαλεί τη γονιμότητα, σύμφωνα με τις δοξασίες περί θνήσκοντος και αναγεννώμενου Νεαρού Θεού της προϊστορικής θρησκείας και δη της θρησκείας της μινωικής Κρήτης. Η επαφή με τον κλάδο της ελιάς ( ή άλλου δέντρου ) μεταδίδει με ομοιοπαθητικό τρόπο τη δύναμη της βλάστησης.
Τέτοιες συνήθειες έχουν επιβιώσει πολλές στην Ελλάδα, όπως η σούρβα στις βόρειες περιοχές ή τα απλά χτυπήματα με ζωηρούς κλάδους κάθε πρωτομηνιά ( και ιδιαιτέρως κατά τους ανοιξιάτικους μήνες ) που επιβίωσε στην Κρήτη (και αλλού) μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες. Στην ελαιοπαραγωγική επαρχία Πεδιάδος τα ανοιξιάτικα χτυπήματα γίνονταν πάντα με κλάδους ελιάς.

Η ικετηρία

Η ελιά χρησιμοποιήθηκε κατά την αρχαιότητα ως βασικό εξαγνιστικό υλικό. Με κλάδους ελιάς προσέφευγαν στα ιερά των θεών οι αιτούντες «ικεσίαν», δηλαδή, όσοι είχαν διαπράξει φόνους ή άλλα σοβαρά αδικήματα. Ο ικέτης ζητούσε κατά κάποιον τρόπο άσυλο στους ιερούς βωμούς, γνωρίζοντας ότι εκεί δεν μπορεί κανείς να τον πειράξει. Ήταν ένας θεσμός εθιμικού δικαίου, ευρύτατα διαδεδομένος στον αρχαίο κόσμο, ένας θεσμός που σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις αγνοήθηκε. Και τότε που αγνοήθηκε, οι ασεβείς παραβάτες του άγραφου νόμου αντιμετώπισαν την μήνιν των θεών.
Ο «ικέτης», βεβαρημένος συνήθως με το φοβερό αδίκημα της ανθρωποκτονίας, προσέφευγε στα ιερά των θεών κρατώντας την «ικετηρία», ένα κλαδί ελιάς πάνω στο οποίο είχε τυλίξει μαλλί προβάτου, συνήθως λευκό. Άφηνε τον κλάδο ελιάς, την ικετηρία, πάνω στο βωμό και περίμενε εκεί για να αποφύγει την οργή των συγγενών του δολοφονημένου, οι οποίοι τον καταδίωκαν. Το κλαδί της ελιάς παρέμενε πάνω στο βωμό όσο εκκρεμούσε η αίτηση για ικεσία. Όταν ο άρχων της πόλης αποδεχόταν την αίτηση ικεσίας ο ικέτης έπαιρνε από το βωμό τον κλάδο της ελιάς και έφευγε, περιμένοντας συνήθως να εκδικαστεί η υπόθεσή του από κάποιο δικαστήριο.
Προστάτης των ικετών ήταν ο ίδιος ο Δίας, ο οποίος γι’ αυτό το λόγο ονομαζόταν Ικέσιος και Καθάρσιος. Η ονομασία αυτή αποκαλύπτει και τη σχέση της ελιάς με τους τελετουργικούς καθαρμούς.
Ο Κρητικός Επιμενίδης, φημισμένος εξαγνιστής που συγκαταλέγεται ανάμεσα στους επτά σοφούς του αρχαίου κόσμου, χρησιμοποίησε τους κλάδους της ελιάς στις καθαρτικές τελετουργίες. Ο Επιμενίδης είχε κληθεί από την πατρίδα του τη Φαιστό στην Αθήνα για να την καθαρίσει από το «Κυλώνειον άγος» (μίασμα της πόλης λόγω δολοφονιών που είχαν γίνει μέσα στα ιερά των θεών), το οποίο είχε γίνει αφορμή να παρουσιαστούν ξαφνικά νοσήματα στην πόλη. Οι Αθηναίοι μετά την λύτρωση, θέλησαν να του προσφέρουν δώρα, αλλά εκείνος… «…αφού ζήτησε και πήρε ένα κλαδί από την ιερή ελιά, έφυγε…»
Η κάθαρση και ο εξαγνισμός ήταν απαραίτητες διαδικασίες πριν από κάποια σημαντική ενέργεια ή κάποια μάχη. Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί πως αυτό επιδίωξε ο Θησέας, όταν, σύμφωνα με τον αττικό μύθο, ξεκίνησε το ταξίδι του για την Κρήτη. Πήγε, λέει, στην ιερή ελιά της Ακρόπολης, έκοψε ένα κλαδί , τύλιξε σ’ αυτό λευκό μαλλί, έφτιαξε μιαν «ικετηρία» την οποία αφιέρωσε στον Δελφίνιο Απόλλωνα, το θεό που θα τον προστάτευε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Και στις πομπές των θυσιών βλέπουμε τους λατρευτές να βαδίζουν προς το ιερό (το βωμό) κρατώντας κλάδους δέντρου που πιθανότατα είναι κλάδοι ελιάς. Στο πέρασμα του χρόνου καθιερώθηκε σ’ ολόκληρο τον ελληνικό και το ρωμαϊκό κόσμο η συνήθεια να μεταβαίνουν οι ικέτες- προσκυνητές στους ιερούς χώρους με κλάδους ελιάς.
Ίσως να είναι σχετική με τις εξαγνιστικές ιδιότητες της ελιάς η παράδοση που θέλει τους ασχολούμενους με την περιποίηση και την καλλιέργεια της ελιάς να είναι «αγνοί». Στην αρχαιότητα πίστευαν πως οι ελιές έπρεπε να φυτεύονται από παιδιά ή από παρθένους. Και εκείνοι που μάζευαν τις ελιές έπρεπε να είναι πιστοί στις συζύγους τους. Ήταν μια δοξασία που αποσκοπούσε στο να εξασφαλιστεί η παραγωγή της επόμενης χρονιάς. Υπάρχουν πολλά εθνολογικά παράλληλα που συνδέουν την παραγωγή των καρπών με την «καθαρότητα» ή μη των καλλιεργητών, που συνήθως είναι και ιδιοκτήτες των γεωργικών εκμεταλλεύσεων.
Η συνήθεια να τοποθετούν τους νεκρούς πάνω σε κλάδους ελιάς φαίνεται να ήταν γνωστή από τα μυκηναϊκά χρόνια. Σε τέσσερις τάφους των Φερών, οι οποίοι χρονολογούνται στο τέλος του 5ου π. Χ. αιώνα, οι νεκροί βρέθηκαν τοποθετημένοι πάνω σε ένα παχύ στρώμα από φύλλα και κλώνους ελιάς.
 http://www.serres.gr/

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Πώς μπορείτε να έχετε κρεμμυδάκια και κρεμμύδια όλον τον χρόνο

 Λαχανόκηπος - Το κρεμμύδι
Μπορείτε να φανταστείτε την μαγειρίτσα χωρίς φρέσκο κρεμμυδάκι; Ή την σαλάτα μαρουλιού; Για δοκιμάστε να κάνετε μία νόστιμη και «δεμένη» σάλτσα χωρίς ξερό κρεμμύδι; Παρατηρείστε ότι, μόνο για το κρεμμύδι χρησιμοποιείται το υποκοριστικό του -κρεμμυδάκι- για να περιγραφεί μία άλλη όψη και χρήση του ιδίου φυτού. Οι αρχαίοι μας Έλληνες τιμούσαν αρκούντως το κρεμμύδι, μιας και, εκτός των άλλων χρήσεων, αποτελούσε σταθερό συστατικό του πρωινού τους (ακράτισμα). 
Ο αρχαίος κόσμος, καλλιεργούσε το κρεμμύδι, όχι μόνο για την άρτυση των φαγητών αλλά και για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες, που οφείλονται μάλλον στην μεγάλη περιεκτικότητά του σε ιώδιο και θειάφι.
Το κρεμμύδι, μπορεί να καταναλωθεί με πολλούς τρόπους. Ως φρέσκο κρεμμυδάκι, αποτελεί ιδανικό συστατικό για τα διάφορα φρικασέ και τις ωμές σαλάτες, ενώ ως ξερό κρεμμύδι, αποτελεί βασικό συστατικό για πάμπολλες συνταγές μαγειρικής.
Το ξερό κρεμμύδι, μπορεί ακόμα να ψηθεί ολόκληρο και να αποτελέσει μία εξαίρετη σαλάτα με λίγο ξύδι και λάδι.
Ας δούμε λοιπόν πώς μπορείτε να έχετε κρεμμυδάκια και κρεμμύδια όλον τον χρόνο.

1. Παραγωγή σπόρων και κοκκαριού: Κατά κανόνα, η παραγωγή του κρεμμυδιού γίνεται φυτεύοντας μικρούς βολβούς (κοκκάρι), οι οποίοι στη συνέχεια βλαστάνουν και παράγουν το μεγάλο κρεμμύδι που όλοι γνωρίζουμε. Εμείς εδώ, θα δούμε πώς μπορείτε να παράγετε μόνοι σας τον σπόρο για την εν συνεχεία παραγωγή του κοκκαριού. Θα πρέπει να γνωρίζετε ότι, τα μεγάλα ξερά κρεμμύδια, αν τα φυτέψετε, θα βλαστήσουν και θα αναπτύξουν παράλληλα με τα κρεμμυδόφυλλα, έναν κεντρικό σκληρό κορμό στην κορυφή του οποίου θα αναπτυχθεί ένα στρογγυλό άνθος. Όταν ωριμάσει και ξεραθεί, μπορείτε να συλλέξετε τον κρεμμυδόσπορο, το λεγόμενο μπαρούτι από την ομοιότητά του με αυτήν. Αυτόν τον σπόρο, μπορείτε να τον σπείρετε κατά τον Φεβρουάριο-Μάρτιο. Το κοκκάρι σας (μικροί κρεμμυδοβολβοί), θα είναι έτοιμο κατά τον Ιούλιο-Αύγουστο. Η σπορά του μπαρουτιού, γίνεται σε βάθος το πολύ μέχρι 1 εκατοστό από την επιφάνεια του εδάφους. Τρία έως τέσσερα γραμμάρια σπόρου, αρκούν για 1 τετραγωνικό μέτρο. Συνεπώς, αν δεν θέλετε να σπείρετε τον θεσσαλικό κάμπο, αρκούν 5-6 μεγάλα ξερά κρεμμύδια για να παράγετε το μπαρούτι και το αντίστοιχο κοκκάρι που απαιτείται για έναν οικογενειακό λαχανόκηπο. Ο τρόπος συλλογής και φύλαξης του κοκκαριού μέχρι την φύτευσή του, είναι ίδιος με τους αντίστοιχους του ξερού κρεμμυδιού που αναφέρονται στη συνέχεια.
2. Φύτευση κοκκαριού: Αν θέλετε να παράγετε χλωρά κρεμμύδια, θα πρέπει να φυτέψετε το κοκκάρι σας τον Οκτώβριο με Νοέμβριο. Τα χλωρά κρεμμυδάκια σας θα είναι έτοιμα την επόμενη άνοιξη. Αν αντίθετα θέλετε να παράγετε ξερά κρεμμύδια, θα φυτέψετε κατά το τέλος Ιανουαρίου με αρχές Φεβρουαρίου. Τα ξερά σας κρεμμύδια θα είναι έτοιμα για συγκομιδή κατά τον μήνα Αύγουστο. Σημειώστε ότι, μπορείτε να έχετε φρέσκα κρεμμυδάκια όλον τον χρόνο, αρκεί να φυτεύετε τμηματικά τον διαθέσιμο χώρο. Η φύτευση γίνεται σε βραγιές με απόσταση 20-30 εκατοστά μεταξύ τους και σε βάθος 3-4 εκατοστά. Μέσα στην ίδια βραγιά, η απόσταση των φυτών πρέπει να είναι 10-15 εκατοστά.
3. Τεχνική καλλιέργειας: Το κρεμμύδι, έχει ανάγκη από ελαφρύ χώμα πλούσιο σε οργανικές ουσίες και καλοδουλεμένο, για να μπορέσει να αναπτύξει συμμετρικούς βολβούς. Ακόμα, το κρεμμύδι δεν χρειάζεται λίπανση με κοπριά κατά τη σπορά γιατί δεν την αφομοιώνει εύκολα. Προτιμότερο είναι να έχετε λιπάνει από την προηγούμενη περίοδο, έτσι ώστε η κοπριά να έχει αφομοιωθεί σχεδόν πλήρως από το χώμα. Επίσης, το περίσσευμα υγρασίας στο χώμα, ταλαιπωρεί το κρεμμύδι, εμποδίζει την ανάπτυξή του και ευνοεί την ανάπτυξη ασθενειών, όπως την σήψη. Επομένως, φροντίστε το έδαφος να είναι στραγγερό και μην το ποτίζετε υπέρμετρα. Από την σύσταση του εδάφους, εξαρτάται η μικρότερη ή μεγαλύτερη καυστικότητα του κρεμμυδιού. Έδαφος πλούσιο σε θειάφι, παράγει καυστικά κρεμμύδια ενώ έδαφος πλούσιο σε άζωτο, τα γλυκαίνει.
4. Συγκομιδή: Είναι ευνόητο ότι μπορείτε να μαζεύετε τα κρεμμύδια σας οποιαδήποτε στιγμή το απαιτούν οι ανάγκες σας. Μόνο για τα ξερά κρεμμύδια, αυτά δηλαδή που θέλετε να φυλάξετε και να διατηρήσετε για τον χειμώνα, θα πρέπει να τα συλλέξετε σε συγκεκριμένο στάδιο της ωρίμανσής τους. Η κατάλληλη στιγμή είναι, όταν τα φύλλα αρχίσουν να κιτρινίζουν έντονα και γέρνουν προς το έδαφος. Σε αυτή την φάση, οι βολβοί έχουν αναπτυχθεί τελείως και είναι έτοιμοι για συγκομιδή και φύλαξη. Ξεριζώστε τους βολβούς, τραβώντας τους κάθετα προς τα πάνω με σταθερή δύναμη. Αν το έδαφος είναι πολύ συμπαγές, καλό είναι να κάνετε αυτή την εργασία, 1-2 ημέρες μετά από ένα καλό πότισμα.
5. Φύλαξη και διατήρηση: Για να μπορέστε να διατηρήσετε καλά τα ξερά κρεμμύδια και να μην μουχλιάσουν, είναι απαραίτητο να τα αφήσετε 2-3 ημέρες απλωμένα σε στεγασμένο μέρος για να στεγνώσουν. Μπορείτε να τα αφήσετε και στο σημείο που τα ξεριζώσατε, αν μπορέσετε να εξασφαλίσετε την Υψηλή διαβεβαίωση ότι δεν θα βρέξει. Φροντίστε όμως να τα σκεπάζετε τη νύχτα για να μην τα επηρεάζει η πρωινή δροσιά. Στην συνέχεια, καθαρίστε το χώμα και τις κατεστραμμένες φλούδες, κόψτε την ουρά στα 2-3 εκατοστά, τοποθετήστε τα σε ξύλινα ή χάρτινα τελάρα και φυλάξτε τα σε μέρος χωρίς υγρασία και με λίγο φως. Επειδή χρειάζονται αερισμό για να μην μουχλιάσουν, φροντίστε η ποσότητα σε κάθε τελάρο να είναι τέτοια που να μπορούν όλοι οι βολβοί να αερίζονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να τα τοποθετήσετε ένα-ένα, αλλά ούτε και σε σωρό που εμποδίζει τον αερισμό. Ωστόσο, ο πιο γνωστός -και κατά τη γνώμη μου περισσότερο αρεστός από άποψη αισθητικής- τρόπος διατήρησης είναι, σε πλεξούδες. Αν αποφασίσετε να τα διατηρήσετε σε πλεξούδες, μην κόψετε την ουρά τους γιατί θα σας χρειαστεί για το πλέξιμο. Πάρτε έναν σκοινί, και πλέξτε τις ουρές τους μαζί με το σκοινί, χρησιμοποιώντας την ίδια τεχνική που εφαρμόζουν οι γυναίκες στις πλεξούδες των μαλλιών τους. Κρεμάστε τις σε μέρος δροσερό και προφυλαγμένο. Τα κρεμμύδια εννοείται…

Το κρεμμύδι είναι ένα εύκολο φυτό στην καλλιέργειά του. Κι αν ακόμα δεν έχετε λαχανόκηπο, μια-δυο ζαρντινιέρες στη βεράντα, είναι αρκετές για να έχετε τουλάχιστον φρέσκο κρεμμυδάκι από τα ίδια σας τα χέρια. Ή τα χεράκια της….

Γιώργος Κωνσταντακόπουλος                                                         http://www.valentine.gr/

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Πάσχα, Λαμπρή, Πασχαλιά, Έγερσις, Ανάσταση

Πάσχα
Το Πάσχα είναι η μεγαλύτερη γιορτή των Ορθόδοξων Χριστιανών (κινητή), κατά την οποία τιμάται η ανάσταση του Χριστού.
Η ετυμολογία της λέξης συνδέεται με την ετυμολογία της ομώνυμης εβραϊκής γιορτής. Επειδή οι Εβραίοι το Πάσχα γιορτάζουν την έξοδο του λαού τους από την Αίγυπτο και την διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας η λέξη συσχετίζεται ετυμολογικά με την εβραϊκή «πεσάχ» και αυτή με τη σειρά της με την αιγυπτιακήν «πισάχ».Και οι δυο σημαίνουν «πέρασμα». Είτε το πέρασμα (διάβαση) της Ερυθράς Θάλασσας, είτε το πέρασμα (προσπέρασμα) των σπιτιών των Εβραίων από τον άγγελο του Θεού τους που εξολόθρευε τα πρωτότοκα αγόρια των Αιγυπτίων. Αν και από κάποια χωρία της Παλαιάς Διαθήκης φαίνεται ότι το Πάσχα πιθανόν να είχε προέλευση παλαιότερη από την εποχή της Εξόδου από την Αίγυπτο. Κατά συνέπεια ενισχύεται η υπόθεση της αιγυπτιακής προέλευσης της λέξης.
Στην ελληνική γλώσσα η λέξη εμφανίζεται κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους (μετάφραση των Εβδομήκοντα, Έξοδος ΙΒ’, 21, 48 και αλλού) και αργότερα στη Καινή Διαθήκη (το δείπνο του Πάσχα, Ευαγγέλιον κατά Ματθαίον κστ΄ 17, 19 κι αλλού).
Το παρωχημένο ρήμα «πασχάζω» σημαίνει «εορτάζω το Πάσχα», αλλά και «τρώω αρτυμένα φαγητά», όπως είναι τα πασχαλινά. Στον Εκκλησιαστή, εκτός από το πασχάζω, απαντώνται και οι λέξεις «πασχάλιος»(αυτός που ανήκει στο Πάσχα), πασχάλιος εορτή και «Πασχαλικοί» (οι αφοσιωμένοι στη τήρηση του Πάσχα).
Στην εκκλησιαστική ορολογία το εβραϊκό Πάσχα ονομάζεται Νομικόν Πάσχα ή Φάσκα και το χριστιανικό Καινόν Πάσχα (νέο Πάσχα).
 

Λαμπρή
Πολύ συνηθισμένη λέξη για το Πάσχα στη νεοελληνική γλώσσα είναι η Λαμπρή. Προέρχεται από την έκφραση της μεσαιωνικής ελληνικής «Λαμπρά (ή Λαμπρή) Κυριακή» που σήμαινε τότε το Πάσχα, και με ουσιαστικοποίηση του θηλυκού του επιθέτου λαμπρός προήλθε η δική μας Λαμπρή.
Το επίθετο λαμπρός ή λαμπερός δηλώνει αυτόν που είναι γεμάτος φως, που εκπέμπει λάμψη. Αναφέρεται σε πολλούς μεσαιωνικούς συγγραφείς όπως «Λαμπρή» ή «Λαμπρά Κυριακή», (Θεόδωρος Πρόδρομος), «ήλθε η Λαμπρά, το Πάσχα» (Mαρίνος Tζάνες Mπουνιαλής, Ο Κρητικός Πόλεμος ) και «της ἀγίας Λαμπράς» (N.Γ. Πολίτης, 1911).
Υπάρχει μια παλιά έκφραση «τα λαμπρόσχολα», δηλαδή οι εορταστικές μέρες του Πάσχα, η Διακαινήσιμος, η εβδομάδα μετά το Πάσχα (Mαρίνος Tζάνες Mπουνιαλής, Ο Κρητικός Πόλεμος ). Σήμερα χρησιμοποιούμε τη λέξη λαμπριάτικος για κάτι που αναφέρεται στη Λαμπρή, στο Πάσχα, δηλαδή ο πασχαλιάτικος π.χ. λαμπριάτικο αυγό, λαμπριάτικο αρνί, λαμπριάτικη λαμπάδα. Το επίρρημα λαμπριάτικα σημαίνει κατά τη διάρκεια της μέρας της Λαμπρής. Πολύ γνωστό είναι το έξοχο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη Εξοχική Λαμπρή (1890), αλλά και ο Λαμπριάτικος Ψάλτης.
«Ἀναστάσεως ἡμέρα λαμπρυνθῶμεν Λαοί, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα·ἐκ γὰρ θανάτου πρὸς ζωήν, καὶἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν, Χριστὸς ὁΘεός, ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον ᾄδοντας».
 

Πασχαλιά
Λόγια λέξη, συνώνυμη στη Νέα Ελληνική με τη Λαμπρή και το Πάσχα. Προέρχεται από τη μεσαιωνική έκφραση πασχαλία εορτή, με ουσιαστικοποίηση του θηλυκού του επιθέτου πασχάλιος και με συνίζηση προς αποφυγήν της χασμωδίας.
Πασχαλιά επίσης λέμε και έναν μικρό θάμνο που ανθίζει και βγάζει ωραία και μυρωδάτα άσπρα και μοβ άνθη περίπου τις μέρες του Απρίλη, δηλαδή γύρω από το Πάσχα.
Τα επίθετα πασχαλιάτικος σημαίνει αυτό που αναφέρεται στο Πάσχα ή κάτι που συμβαίνει και ταιριάζει στην ημέρα ή στην εποχή του Πάσχα. Όταν λέμε π.χ. πασχαλιάτικο τραπέζι, εννοούμε το γεύμα της ημέρας του Πάσχα (και μεταφορικά κάθε πλούσιο γεύμα). Το επίρρημα «πασχαλιάτικα» χρησιμοποιείται για κάποιο γεγονός που συμβαίνει άκαιρα την περίοδο του Πάσχα, πχ δούλευε πασχαλιάτικα.
Πασχάλιο ονομάζεται το εκκλησιαστικό ημερολόγιο που μας δίνει την ημερομηνία της κινητής εορτής του Πάσχα καθώς επίσης και τις ημερομηνίες των άλλων κινητών εορτών που συνδέονται με αυτό. Σύμφωνα με το Πασχάλιο του 2011 το Πάσχα γιορτάζεται στις 24 Απριλίου.
 

Έγερσις
Στην αρχαία ελληνική η λέξη έγερσις σημαίνει το σήκωμα, το ξύπνημα. Στην θρησκευτική γλώσσα των χριστιανών σημαίνει την ανάσταση εκ νεκρών. Ετυμολογείται από το ρήμα εγείρω που πιθανότατα προέρχεται από το προθεματικό “έψιλον” και την ινδοευρωπαϊκή ρίζα *ger-(ξυπνώ) (παλαιότερη μορφή του ρήματος ε-γερ-jω).
Στα αρχαία Ελληνικά κείμενα σημαίνει ξυπνώ, αλλά άρχισε να σημαίνει ανάσταση σε εκκλησιαστικά χριστιανικά κείμενα (Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία). Και ο Λουκάς στο Ευαγγέλιό του λέει πως οι νεκροί ἐγείρονται.
Σε πολλά εκκλησιαστικά τροπάρια και άλλους θρησκευτικούς ύμνους η έννοια της Ανάστασης περιγράφεται με την λέξη ἒγερσις (ὀμολογῶ, Χριστέ, τήν ἒγερσίν σου!Λεονάρδος Nτελλαπόρτας). Επίσης, Η έγερσις του Λαζάρου, του Χριστού.
Σήμερα θεωρείται παρωχημένη έκφραση για την Ανάσταση του Χριστού και χρησιμοποιείται μόνο σε λόγια εκδοχή.
 

Ανάσταση
Η λέξη ανάσταση σημαίνει την επαναφορά στη ζωή ενός νεκρού. Προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη «ἀνάστασις» που σήμαινε έγερση από τον τάφο, ενώ από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους (Ευαγγέλια) έχει πλέον την δογματική σημασία που δίνουν οι χριστιανοί. Επίσης, αναφέρεται στην θρησκευτική τελετή που γίνεται τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου σε ανάμνηση της Ανάστασης του Χριστού.
Κάνω Ανάσταση σημαίνει παρακολουθώ την ακολουθία της Ανάστασης. Δεύτερη Ανάσταση ή ακολουθία της Αγάπης ονομάζεται η ακολουθία του εσπερινού την Κυριακή του Πάσχα. Όταν έχουμε μια μεγάλη χαρά που ακολουθεί μια περίοδο λύπης λέμε έχουμε Ανάσταση. Επίσης πολλά έργα τέχνης φέρουν τον τίτλο της Ανάστασης γιατί απεικονίζουν ή περιγράφουν το γεγονός της Ανάστασης του Χριστού. Χρησιμοποιείται και μεταφορικά. Η ανάσταση της φύσης (άνοιξη) ή η Ανάσταση του Γένους, δηλαδή η απελευθέρωση των Ελλήνων από τους Οθωμανούς μετά την Επανάσταση του 1821.
Το Μεγάλο Σαββάτο το πρωί στις 11.00 π.μ. τελείται ακολουθία που έχει αναστάσιμο χαρακτήρα και γι’ αυτό ονομάζεται Πρώτη Ανάσταση. Το σχετικό επίθετο (αναστάσιμος, με ελληνιστική καταγωγή) χρησιμοποιείται για να δηλώσει οτιδήποτε έχει σχέση με την Ανάσταση του Χριστού, αλλά και την αντίστοιχη γιορτή. Η αναστάσιμη λειτουργία, οι αναστάσιμοι χαιρετισμοί, οι αναστάσιμες καμπάνες, τα αναστάσιμα τροπάρια, το αναστάσιμο μήνυμα. Μεταφορικά δηλώνει την αναγέννηση κάποιου, η απελευθέρωση είναι αναστάσιμη μέρα για το έθνος. Τέλος έχουμε και το επίρρημα αναστάσιμα (οι καμπάνες ηχούν αναστάσιμα).