Ο
σακοποιός, κατά κανόνα δεν έχει μόνιμο ούτε σκεπαστό εργαστήρι.
Εργάζεται στο ύπαιθρο. Μια αυλή μακρόστενη, κάτω απ τον ίσκιο
κληματαριάς ή μια πεζούλα χωραφιού, που δεν τη θωρεί ο ήλιος, είναι
τόπος κατάλληλος να φιλοξενήσει το φτωχό αυτό τεχνίτη, τον αργαλειό του
και τη σβύγα του.
Για τούτο και δεν εργάζεται όλο το έτος. Το μισό φθινόπωρο και το
χειμώνα ολόκληρο, αργεί. Εκτός, φυσικά, και έχει τόπο σκεπαστό, που να
χωράει μέσα εκεί η σβύγα του. Τον αργαλειό μπορεί ευκολότερα να τον
τοποθετήσει, ακόμα και μόνιμα, μέσα σε κανένα χαμόσπιτο ή κατώγι. Ο
σακοποιός φτιάχνει μια σειρά απο προίοντα, χρήσιμα για πολλές
καθημερινές εργασίες.
Τα «σακιά», χρειάζονται για τη μεταφορά διαφόρων γεωργικών προϊόντων.
Τα «χαράρια», για τη μεταφορά των άχυρων απ’ το αλώνι στον αχυρώνα (μεγάλα σακιά).
Οι «τρουβάδες», σε τρία μεγέθη: το συνηθισμένο, το «ταγάρ’», για να τοποθετεί μέσα εκεί διάφορα εφόδια και εργαλεία. Το «σαμάν-τρουβά», όπου βάζουν άχυρα και τρων τα ζώα. Το «μουστούχ’»,
πολύ μικρό τροβαδάκι, όπου βάζουν κτηνοτροφή για τα ζώα. Τον κοινό
τρουβά τον κρεμούν απ’ τον ώμο. Μερικοί όμως προτιμούν να τον
φορτώνονται πίσω τους, σαν τον γυλιό.
Τα «δισάκια».
Το δισάκι το φορτώνουν στο άλογο περνώντας το απ’ τη σκισμάδα στο
πίσω άκρο του σαμαριού, οταν περιέχει βαριά πράγματα ή απ’ το λαιμό του
ανθρώπου, όταν το περιεχόμενο είναι ελαφρό και δεν χρειάζεται άλογο.
«Σακούλια» λιοτριβιών, όπου τυλίγουν τις αλεσμένες ελιές για να τις στίψουν.
Οι ζώνες, με τις οποίες στερεώνουν τα σαμάρια πάνω στα ζώα. Μερικοί
σακοποιοί έφκιαχναν και τις φασκές των παιδιών τους με λινό μίτο, σε
διάφορα χρώματα.
[culture.samos.gr]από
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου