Έχουμε και λέμε: Κουραμπιέδες, μελομακάρονα, βασιλόπιτα και μπακλαβάς.
Κάθε ένα με τη δική του γεύση, με τις δικές του αναλογίες σε βούτυρο
και σιρόπι, σε ελαιόλαδο, σε μπαχαρικά και τραγανές κρούστες φύλλων, σε
καρύδια και αμύγδαλα. Ορίστε το πιάτο σας, και πάμε να δοκιμάσουμε απ’
όλα.
Ποια είναι η ιστορία του κουραμπιέ; Προλαβαίνει κανείς να αναρωτηθεί, ή μεθά από το μοναδικό άρωμα βουτύρου αντικρίζοντάς τον; Μήπως πνίγεται σε ένα σύννεφο γλύκας, που σηκώνει η ζάχαρη άχνη; Μήπως είναι μαλακός και βυθίζει εύκολα μέσα του τις πίκρες; Όποια κι αν είναι η δική σας αλήθεια, υπάρχει και η κοινή, παραδοσιακά ελληνική: ο κουραμπιές είναι χριστουγεννιάτικος, μοσχομυριστός, και βουτυρένια βελούδινος.
Ο κουραμπιές έχει μεγάλη ιστορία. Ετυμολογικά κατάγεται από την ανατολή, ταξίδεψε μέχρι τον Μεσαίωνα όπου εδραιώθηκε ως μπισκότο, και τέλος πάντων, οι αρχαίοι Έλληνες έψηναν τα μπισκότα δύο φορές (δί-πυρον), ακριβώς για να δώσουν στα γλυκίσματα την υφή, μορφή και τραγανότητα του μπισκότου. Πολυταξιδεμένος, πήγε με τους Βενετούς στην Ασία και ξαναγύρισε, και σήμερα, είναι ο παραδοσιακός μας ελληνικός και αγαπημένος κουραμπιές των Χριστουγέννων και πάσης εορτής.
Με αμύγδαλα, με επικάλυψη σοκολάτας, με τριμμένο αμύγδαλο, με ολόκληρο ή με μισό, με πλούσια ζάχαρη άχνη που σηκώνει ομίχλη ευτυχίας.
Η επόμενη πιατέλα μας είναι γεμάτη με μελομακάρονα. Εδώ, το μέλι και η ζάχαρη έχουν παντρευτεί έναν ιδανικό γάμο, που κρατάει χρόνια, και μάλιστα έχει νικήσει και το σκοτάδι. Γιατί; Διότι οι αρχαίοι Έλληνες προσέφεραν «μακαρία», έναν μικρό άρτο στο σχήμα του σημερινού μελομακάρονου, μετά από τις κηδείες. Η «μακαρωνία» ήταν η βραδινή δέηση προς τον εκλιπόντα. Αργότερα, η μακαρία βούτηξε στο σιρόπι μελιού και έγινε μέλι και μακαρία ίσον μελομακάρονο, και σήμερα το τρώμε επειδή μας αρέσει, επειδή είναι λαχταριστό και πλούσιο γλύκισμα και επειδή γιορτάζουμε, αντιθέτως, τη γέννηση.
Το μοναδικό με το μελομακάρονο είναι ότι φτιάχνεται βασικά με ελαιόλαδο. Φυσικά η ζάχαρη και το μέλι του δίνουν ένα σιρόπι που τονώνει τη μοναδικότητα της γεύσης, κι έρχεται να βοηθήσει και η κανέλα, το γαρίφαλο, λίγο ξύσμα πορτοκαλιού και βέβαια το τριμμένο καρύδι. Αν το προτιμά κανείς με λιγότερο καρύδι, λιγότερο σιρόπι, πιο «μπισκότο» και λιγότερο γλασέ, είναι ένα θέμα-πρόκληση για τον ζαχαροπλάστη της γειτονιάς ή και του σπιτιού κάθε χρόνο. «Μου έπεσε παραπάνω σιρόπι», θα πει η γιαγιά, αλλά στην πραγματικότητα αυτό θέλαμε κι εμείς.
«Κέρδισα το φλουρί!!». Κάθε Πρωτοχρονιά η αγωνία μεγαλώνει και όσοι πρόκειται να διεκδικήσουν το φλουρί κοιτάζονται βαθιά στα μάτια, σφίγγουν το σαγόνι και δεν ανταλλάσσουν κουβέντα. Είναι η συμπεριφορά όσων επιθυμούν κι ελπίζουν δυνατά ότι η χρονιά που έρχεται θα είναι η τυχερή τους, και τούτο θα αποδείξει το φλουρί που θα ξεπροβάλλει από το κομμάτι τους. Ο Άγιος Βασίλης χαμογελά και τονίζει ότι σκοπός της βασιλόπιτας είναι να μνημονεύουμε την καλοψυχία, τη δικαιοσύνη και τη μεγαλοψυχία – αυτές τις αξίες φέρει η βουτυρένια αφράτη βασιλόπιτα.
Το έθιμο θέλει τον Άγιο Βασίλη Δεσπότη στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, όταν η πόλη βρέθηκε περικυκλωμένη από εχθρούς, που ήθελαν όλο το χρυσάφι των κατοίκων για να σταματήσουν την πολιορκία και να μην προβούν σε καταστροφές. Οι κάτοικοι, αγαπώντας τον Άγιο Βασίλειο, που προσπάθησε να αποτρέψει το κακό, συγκέντρωσαν τα τιμαλφή και πήγαν να τα παραδώσουν σε ένα σεντούκι. Εκείνη όμως τη στιγμή εμφανίστηκε ο Άγιος Μερκούριος, διώχνοντας τους εχθρούς και αποτρέποντας το κακό.
Ο Άγιος Βασίλειος, επιθυμώντας να επιστρέψει τα πολύτιμα αντικείμενα στους ιδιοκτήτες τους αλλά χωρίς να γνωρίζει τι ανήκει σε ποιον, σκέφτηκε να τα βάλει σε μικρά ψωμάκια και να τα μοιράσει στις οικογένειες των κατοίκων. Από τότε λοιπόν μέχρι σήμερα, η πίτα αυτή, η βασιλόπιτα, συμβολίζει τη δικαιοσύνη και τη μεγαλοσύνη, την αγάπη και την αισιοδοξία.
Όλα αυτά μετουσιώνονται σε..τύχη!
Φέτος φτιάχνουμε τη δική μας βασιλόπιτα, πετάμε ένα φλουρί μέσα στη ζύμη όσο ψήνεται και προϋπαντούμε το Νέο Έτος στολίζοντάς την με αμυγδαλόψιχα, γαρίφαλα, ζάχαρη άχνη και γλυκιά αισιοδοξία.
Μήπως θα προτιμούσατε έναν μπακλαβά; Καλύτερα μπακλαβαδάκια μπουκίτσες, με το βούτυρο σχεδόν να μπορείς να το αγγίξεις – αληθινό, μυρωδάτο, φρέσκο, και το σιρόπι να ανακατεύεται σε κάθε φύλλο κρούστας. Ο μπακλαβάς παλιότερα φτιαχνόταν με ζύμη – εμείς θα προτιμήσουμε το φύλλο, που εναλλάσσεται με το καρύδι, το αμύγδαλο και το μέλι. Κάθε στρώση κι ένα βήμα προς τον παράδεισο. Μα πάντα, ο μπακλαβάς, είτε μπουκίτσα, είτε κομμένος τριγωνικά, τετράγωνα, σε ταψί ή σε κουτί, πρέπει να μυρίζει βούτυρο. Οι βουτυρένιοι μπακλαβάδες είναι εκείνοι που κρατούν τα σκήπτρα της απόλαυσης στο μυαλό μας.
Στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι μας, ή σε μόνιμα κοινή θέα (και πρόσβαση) στο σαλόνι, θα εναποθέσουμε τις πλούσιες πιατέλες με τα γλυκά των Χριστουγέννων, για να προσφέρουμε σε φίλους που μας επισκέπτονται, για τα δείπνα που θα οργανώσουμε, ή «για το καλό», απλά!
Καλές και γλυκές γιορτές σε όλους!
ΠΗΓΗ
Ποια είναι η ιστορία του κουραμπιέ; Προλαβαίνει κανείς να αναρωτηθεί, ή μεθά από το μοναδικό άρωμα βουτύρου αντικρίζοντάς τον; Μήπως πνίγεται σε ένα σύννεφο γλύκας, που σηκώνει η ζάχαρη άχνη; Μήπως είναι μαλακός και βυθίζει εύκολα μέσα του τις πίκρες; Όποια κι αν είναι η δική σας αλήθεια, υπάρχει και η κοινή, παραδοσιακά ελληνική: ο κουραμπιές είναι χριστουγεννιάτικος, μοσχομυριστός, και βουτυρένια βελούδινος.
Ο κουραμπιές έχει μεγάλη ιστορία. Ετυμολογικά κατάγεται από την ανατολή, ταξίδεψε μέχρι τον Μεσαίωνα όπου εδραιώθηκε ως μπισκότο, και τέλος πάντων, οι αρχαίοι Έλληνες έψηναν τα μπισκότα δύο φορές (δί-πυρον), ακριβώς για να δώσουν στα γλυκίσματα την υφή, μορφή και τραγανότητα του μπισκότου. Πολυταξιδεμένος, πήγε με τους Βενετούς στην Ασία και ξαναγύρισε, και σήμερα, είναι ο παραδοσιακός μας ελληνικός και αγαπημένος κουραμπιές των Χριστουγέννων και πάσης εορτής.
Με αμύγδαλα, με επικάλυψη σοκολάτας, με τριμμένο αμύγδαλο, με ολόκληρο ή με μισό, με πλούσια ζάχαρη άχνη που σηκώνει ομίχλη ευτυχίας.
Η επόμενη πιατέλα μας είναι γεμάτη με μελομακάρονα. Εδώ, το μέλι και η ζάχαρη έχουν παντρευτεί έναν ιδανικό γάμο, που κρατάει χρόνια, και μάλιστα έχει νικήσει και το σκοτάδι. Γιατί; Διότι οι αρχαίοι Έλληνες προσέφεραν «μακαρία», έναν μικρό άρτο στο σχήμα του σημερινού μελομακάρονου, μετά από τις κηδείες. Η «μακαρωνία» ήταν η βραδινή δέηση προς τον εκλιπόντα. Αργότερα, η μακαρία βούτηξε στο σιρόπι μελιού και έγινε μέλι και μακαρία ίσον μελομακάρονο, και σήμερα το τρώμε επειδή μας αρέσει, επειδή είναι λαχταριστό και πλούσιο γλύκισμα και επειδή γιορτάζουμε, αντιθέτως, τη γέννηση.
Το μοναδικό με το μελομακάρονο είναι ότι φτιάχνεται βασικά με ελαιόλαδο. Φυσικά η ζάχαρη και το μέλι του δίνουν ένα σιρόπι που τονώνει τη μοναδικότητα της γεύσης, κι έρχεται να βοηθήσει και η κανέλα, το γαρίφαλο, λίγο ξύσμα πορτοκαλιού και βέβαια το τριμμένο καρύδι. Αν το προτιμά κανείς με λιγότερο καρύδι, λιγότερο σιρόπι, πιο «μπισκότο» και λιγότερο γλασέ, είναι ένα θέμα-πρόκληση για τον ζαχαροπλάστη της γειτονιάς ή και του σπιτιού κάθε χρόνο. «Μου έπεσε παραπάνω σιρόπι», θα πει η γιαγιά, αλλά στην πραγματικότητα αυτό θέλαμε κι εμείς.
«Κέρδισα το φλουρί!!». Κάθε Πρωτοχρονιά η αγωνία μεγαλώνει και όσοι πρόκειται να διεκδικήσουν το φλουρί κοιτάζονται βαθιά στα μάτια, σφίγγουν το σαγόνι και δεν ανταλλάσσουν κουβέντα. Είναι η συμπεριφορά όσων επιθυμούν κι ελπίζουν δυνατά ότι η χρονιά που έρχεται θα είναι η τυχερή τους, και τούτο θα αποδείξει το φλουρί που θα ξεπροβάλλει από το κομμάτι τους. Ο Άγιος Βασίλης χαμογελά και τονίζει ότι σκοπός της βασιλόπιτας είναι να μνημονεύουμε την καλοψυχία, τη δικαιοσύνη και τη μεγαλοψυχία – αυτές τις αξίες φέρει η βουτυρένια αφράτη βασιλόπιτα.
Το έθιμο θέλει τον Άγιο Βασίλη Δεσπότη στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, όταν η πόλη βρέθηκε περικυκλωμένη από εχθρούς, που ήθελαν όλο το χρυσάφι των κατοίκων για να σταματήσουν την πολιορκία και να μην προβούν σε καταστροφές. Οι κάτοικοι, αγαπώντας τον Άγιο Βασίλειο, που προσπάθησε να αποτρέψει το κακό, συγκέντρωσαν τα τιμαλφή και πήγαν να τα παραδώσουν σε ένα σεντούκι. Εκείνη όμως τη στιγμή εμφανίστηκε ο Άγιος Μερκούριος, διώχνοντας τους εχθρούς και αποτρέποντας το κακό.
Ο Άγιος Βασίλειος, επιθυμώντας να επιστρέψει τα πολύτιμα αντικείμενα στους ιδιοκτήτες τους αλλά χωρίς να γνωρίζει τι ανήκει σε ποιον, σκέφτηκε να τα βάλει σε μικρά ψωμάκια και να τα μοιράσει στις οικογένειες των κατοίκων. Από τότε λοιπόν μέχρι σήμερα, η πίτα αυτή, η βασιλόπιτα, συμβολίζει τη δικαιοσύνη και τη μεγαλοσύνη, την αγάπη και την αισιοδοξία.
Όλα αυτά μετουσιώνονται σε..τύχη!
Φέτος φτιάχνουμε τη δική μας βασιλόπιτα, πετάμε ένα φλουρί μέσα στη ζύμη όσο ψήνεται και προϋπαντούμε το Νέο Έτος στολίζοντάς την με αμυγδαλόψιχα, γαρίφαλα, ζάχαρη άχνη και γλυκιά αισιοδοξία.
Μήπως θα προτιμούσατε έναν μπακλαβά; Καλύτερα μπακλαβαδάκια μπουκίτσες, με το βούτυρο σχεδόν να μπορείς να το αγγίξεις – αληθινό, μυρωδάτο, φρέσκο, και το σιρόπι να ανακατεύεται σε κάθε φύλλο κρούστας. Ο μπακλαβάς παλιότερα φτιαχνόταν με ζύμη – εμείς θα προτιμήσουμε το φύλλο, που εναλλάσσεται με το καρύδι, το αμύγδαλο και το μέλι. Κάθε στρώση κι ένα βήμα προς τον παράδεισο. Μα πάντα, ο μπακλαβάς, είτε μπουκίτσα, είτε κομμένος τριγωνικά, τετράγωνα, σε ταψί ή σε κουτί, πρέπει να μυρίζει βούτυρο. Οι βουτυρένιοι μπακλαβάδες είναι εκείνοι που κρατούν τα σκήπτρα της απόλαυσης στο μυαλό μας.
Στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι μας, ή σε μόνιμα κοινή θέα (και πρόσβαση) στο σαλόνι, θα εναποθέσουμε τις πλούσιες πιατέλες με τα γλυκά των Χριστουγέννων, για να προσφέρουμε σε φίλους που μας επισκέπτονται, για τα δείπνα που θα οργανώσουμε, ή «για το καλό», απλά!
Καλές και γλυκές γιορτές σε όλους!
ΠΗΓΗ
καλησπερα σας κυρια Βλαχου.πολυ ωραια αναρτηση.καλες γιορτες με υγεια και ευτυχια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝά είσαι καλά Λίτσα.Νά περασεις όμορφα καί γλυκά Χριστούγεννα.
ΔιαγραφήΠολύ όμορφή ανάρτηση (...όπως πάντα!).
ΑπάντησηΔιαγραφήΤρισευλογημένο και βαθύτατα ειρηνικό και καρποφόρο Δωδεκαήμερο, σας εύχομαι.
Έρρωσθε!
Δημήτρης Περδετζόγλου
ΝΑ ΕΙΣΤΕ ΚΑΛΑ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΑ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ.
Καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΑΡΙΑ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ. ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙΣ ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΜΕ ΑΓΑΠΗ.
Διαγραφή