Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ

 

Ο μήνας Ιανουάριος ή Γενάρης

Ονομασία του μήνα Ιανουαρίου

Ο Γενάρης, όπως και όλοι οι μήνες του ημερολογίου μας, του Παγκοσμίου Χριστιανικού ημερολογίου, οφείλει τ' όνομά του στους Αρχαίους Ρωμαίους στο Θεό του Ιανό, που προς τιμή του τον ονόμασαν έτσι. Δεν είχε όμως απ' την αρχή την τιμή ν' αποτελεί τον πρώτο μήνα του χρόνου.
Αττικός μήνας: ΓΑΜΗΛΙΩΝ (15 Ιανουαρίου - 15 Φεβρουαρίου)
Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν σαν Πρωτοχρονιά την 21η Ιουνίου
(του μηνός Σκιροφοριώντος όπως τον έλεγαν) και οι Ρωμαίοι την 1η Μαρτίου.
Η τελευταία είχε διατηρηθεί να γιορτάζεται και από τους Ελληνες της Ανδριανουπόλεως, πριν τους διώξουν οι Τούρκοι από την Ανατολική Θράκη.
Η πρώτη Ιανουαρίου καθιερώθηκε σαν πρωτοχρονιά από τους Ρωμαίους το 153 π.Χ. Την ημέρα αυτή συνήθιζαν να εκλέγουν τους ανώτατους άρχοντες, τους ύπατους και με την ευκαιρία επιδίδονταν σε τελετές και θορυβώδεις διασκεδάσεις.
Από αυτούς την πήραν αργότερα οι Βυζαντινοί και την καθιέρωσαν (περί το 1000 μ.Χ.).

Ονομασίες του λαού για το μήνα Ιανουάριο

Τον Ιανουάριο ο λαός τον λέει με πολλά ονόματα, που τα περισσότερα αναφέρονται στις ιδιότητές του. Ο Γενάρης λέγεται  Γεννολοητής, παρετυμολογικά, γιατί τότε γεννοβολούν τα κοπάδια. Γατομήνας επειδή σ' αυτόν ζευγαρώνουν οι γάτες. Κρυαρίτης (στη Μάνη) για το τσουχτερό του κρύο.
Λέγεται Μεσοχείμωνας γιατί είναι μεσαίος από τους τρεις μήνες του χειμώνα. Κρυαρώτης γιατί κάνει πολύ κρύο. Αλλες ονομασίες είναι Κλαδευτής, γιατί το μήνα αυτό κλαδεύουν.
Ακόμα τον Ιανουάριο τον ονομάζουν Τρανό, Πρωτάρη, Μεγάλο μήνα ή Μεγαλομήνα, επειδή είναι ο 1ος μήνας του έτους που έχει 31 μέρες και οι νύχτες του είναι μεγάλες, όπως λέει και το τραγούδι: "Νάταν οι μέρες του Μαγιού κι οι νύχτες του Γενάρη" . Τέλος λέγεται Καλαντάρης ή Καλαντέρης απ' τα Κάλαντα που τραγουδούν τα παιδιά την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Γελαστός για τις Αλκυονίδες ημέρες του.
Στην αρχαία εποχή, στη μέση του σημερινού μας Γενάρη άρχιζε ο ιερός μήνας της Ηρας, ο Γαμηλιών. Η Ηρα, εκτός από βασίλισσα τ' ουρανού και των Θεών, ήταν προστάτιδα του γάμου και της οικογένειας. Γι' αυτό τον μήνα αυτό οι αρχαίοι έκαναν τους πιο πολλούς γάμους, απ' όπου πήρε και το όνομά του. Συνήθιζαν δε κάθε χρόνο, στις 27 του Γαμιλίωνα με την Πανσέληνο, να κάνουν θυσίες και εισφορές, που τις έλεγαν "Γαμήλιες".

Γιορτές του μήνα Γενάρη

Μήνας γιορτών μπορεί να ονομαστεί με τις πολλές γιορτές που έχει ο Γενάρης. Μα και σημάδια πολλά για του ανθρώπου το μέλλον, τουλάχιστον της χρονιάς.
Η πρώτη μέρα του μήνα είναι η πρωτοχρονιά και γιορτάζεται σ' όλο τον κόσμο με λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια και πολλές εκδηλώσεις. Αυτή η ημέρα καλύπτεται από ένα πλήθος λαϊκών εθίμων, με πράξεις και ενέργειες μαγικές, που έχουν την προέλευσή τους στα βάθη των αιώνων. Οι ελληνικές λαϊκές παραδόσεις, θέλουν τον Αγιο Βασίλειο είτε ζευγολάτη που γυρίζει και ευλογεί τα χωράφια, είτε οδοιπόρο ή μάντη.
Τη μέρα αυτή γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Βασιλείου, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους πατέρες της εκκλησίας. Ο Αγιος Βασίλης ενσαρκώνει για το λαό, το πνεύμα του καινούργιου χρόνου.
Η καλοσυνάτη μορφή του με τη λευκή γενειάδα, τα κάτασπρα μαλλιά το γλυκό χαμόγελο, το μειλίχιο βλέμμα, δεσπόζει παντού, τριγύρω μας τις μέρες τις γιορτινές.  Αυτή την εικόνα η λαϊκή φαντασία έπλασε και ριζώθηκε στην ψυχή μας. Και τον οραματιζόμαστε να έρχεται από τη μακρινή Καισάρεια, φορτωμένος δώρα και χίλια καλά.
Από το Βυζάντιο και συγκεκριμένα από το χειρόγραφο του δωδεκάτου αιώνα, έχουμε το επόμενο αλφαβητάριο, που θυμίζει παρόμοια νεοελληνικά που τα λένε σήμερα τα παιδιά.
Να ο ψυχωφελής βυζαντινός αλφάβητος του δωδεκάτου αιώνα.
Αλφα. Αρχηγός των απάντων.
Βήτα. Βασιλεύει κύριος.
Γάμμα. Γεννάται ο Χριστός.
Δέλτα. Δια λόγου Θεϊκού.
Εψιλον. Ερχεται επί γης.
Ζήτα. Ζωήν φέρει εν τω κόσμω.
Ητα. Ηλιος και σελήνη.
Θήτα. Θεόν προσκινούσιν.
Το περιεχόμενο του Βυζαντινού αλφαβήτου στη Γέννεση του Χριστού, δηλαδή στο κοσμοϊστορικό γεγονός που τα μικρά παιδιά μας αναγγέλουν με τα κάλαντα των Χριστουγέννων και με την Αλφα - Βήτα του μικρού Αη-Βασίλη, στα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.
Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς στη Σιάτιστα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας κάνουν τυρόπιτα ή κολοκυθόπιτα γλυκειά και μέσα βάζουν νόμισμα τον παρά που λένε. Πριν αρχίσει το φαγητό κόβουν την πίτα σε κομμάτια για κάθε άτομο στο σπίτι, χωράφια, αμπέλια και ζώα και κατόπιν ψάχνουν να βρουν το νόμισμα. Οποιος βρει το νόμισμα είναι τυχερός της χρονιάς και κάτι καλό θα του συμβεί.
Με την ημέρα της Πρωτοχρονιάς συνδέθηκαν διάφορες προλήψεις, όπως η επιλογή από την οικογένεια του ατόμου το οποίο θα περάσει πρώτο το κατώφλι του σπιτιού, το πρωί της πρώτης του έτους για το "ποδαρικό". Την ίδια μέρα αποφεύγουν να προσφέρουν ο,τιδήποτε, έξω από το σπίτι, ούτε να ρίξουν νερό έξω απ' αυτό.
Στις 6 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Φώτων, που θεωρείται μεγάλη Χριστιανική γιορτή, γιατί τότε αγιάζονται τα νερά. Αυτή η γιορτή συμβολίζει την παλιγγενεσία του ανθρώπου και ο λαός τη λέει "Μεγάλη γιορτή, Θεότρομη".
Είναι η μέρα που βαφτίσθηκε ο Χριστός απ' τον Αη-Γιάννη τον Πρόδρομο στ' άγια νερά του Ιορδάνη. Και από τότε πιστεύεται πως κάθε φορά, την ημέρα των Αγίων Θεοφανείων αγιάζονται τα νερά της βροχής ο λαός μας το λέει αγιονέρι, που πέφτει απ' τον ουρανό και αγιάζει τα σπαρτά και τα χορτάρια της γης. Την βροχή τη λένε αγιασμένη και χαίρονται το δάκρυ της. Το αγίασμα που παίρνει απ' την εκκλησία, ο λαός μας, την ημέρα των Φώτων, το κρατάει με μεγάλη ευλάβεια και πιστεύει απόλυτα στη θαυματουργή δύναμή του. Μ' αυτό αγιάζει τα χωράφια, σπαρτά, τις γωνιές των σπιτιών, τα μαντριά, τα ζωντανά και όλο το βίο του, απ' άκρη σ' άκρη. Ένα  μπουκάλι, γιομάτο αγιασμό και κλεισμένο καλά, θα το πάρει στα αμπέλια του. Εκεί, θα σκάψει, συνήθως στη μέση τ' αμπελιού, και θα το χώσει στο χώμα για να φυλάει τ' αμπελόχτημα από κάθε αρρώστια και κακό.
Οι ζευγολάτες, πιστεύουν πως ξημερώνοντας τα Φώτα, το βράδυ στο παχνί τους μιλούν ακόμα και τα καματερά τους. Κουβεντιάζουν, λένε και αυτά με το Χριστό. Φτάνει βλέπεις, ο Χριστός ίσαμε εκεί, γιατί αυτά τον πρωτοζέσταιναν την ώρα της Γέννεσής του, μέσα στη θεία σπηλιά, όταν τον κυνηγούσε η ανθρώπινη κακία, μ' οδηγό το συμφέρον των ολίγων.
Την παραμονή των Φώτων γίνεται στην εκκλησία ο αγιασμός και ο παπάς γυρίζει όλα τα σπίτια με το σταυρό και τ' αγιάζει. Λένε τότε την παροιμία "Σαν ο Παπάς με το σταυρό".
Παράλληλα η έκτη Ιανουαρίου αποτελεί ένα ορόσημο για τη λαογραφία των ευρωπαϊκών χωρών. Εθιμα παλιά, συνήθως προχριστιανικά στις ρίζες τους επιζούν και συνεχίζουν τον εορτασμό τους προσκολλημένα στο χριστιανικό εορτασμό των Θεοφανείων. Πολλά απ' αυτά συνδέονται με πρωτόγονες λαϊκές δοξασίες γύρω από τις χειμερινές τροπές του ήλιου. Πόσο γνωστή λαογραφικά, είναι η νύχτα της παραμονής των Θεοφανείων και πόση έχει ασκήσει επίδραση σε θρύλους ευρωπαϊκούς, γίνεται αμέσως φανερό, αρκεί μόνο να θυμηθούμε τον όρο "Δωδέκατη νύχτα". Μέσα στη νύχτα αυτή σμίγουν και συναδελφώνονται τα τραγικά και τα ευτράπελα. Και λέγεται δωδέκατη, γιατί είναι η τελευταία του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Στη Γερμανία  και την Αυστρία όλα τα καταστρεπτικά δαιμόνια διώχνονται τη νύχτα των Θεοφανείων, κυνηγημένα από τους δυνατούς θορύβους που κάνουν μεταμφιεσμένοι και μη. Ανάλογα συμβαίνουν και σ' άλες ευρωπαϊκές χώρες, με περισσότερη ιδιόρρυθμη εκδήλωση στην Πορτογαλία και στην Αγγλία.
Στη Σιάτιστα τα Θεοφάνεια γίνονται τα καρναβάλια "Τα μπουμπουσάρια" και για το λόγο αυτό συγκεντρώνεται πολύς κόσμος στη Σιάτιστα. Η λέξη "Μπουμπουσάρια" είναι παραφθορά του ονόματος "Εμπουσα". Ηταν δε Εμπουσα κατά τις δοξασίες των προγόνων μας φάσμα νυχτερινό με πόδια γαϊδάρου, που άλλαζε μορφές από τη μια στιγμή στην άλλη και τρόμαζε τα παιδιά.
Επίσης τα Θεοφάνεια στη Σιάτιστα μετά τη θεία λειτουργία και συγκεκριμένα μετά την εκφώνηση του "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου στου Κύριε..." η εκκλησία δονείται από το εκκωφαντικό "Κύριε Ελέησον...".
Μετά την απόλυση της εκκλησίας οι επίτροποι, κρατώντας ένα κουδούνι γυρίζουν στα σπίτια και μοιράζουν από ένα κομμάτι γλυκειά πίτα παίρνοντας χρήματα για την εκκλησία. Η πίτα αυτή έχει μέσα της ένα φλουρί. Σε όποια οικογένεια πέσει το φλουρί δίνεται η τιμή να παρασκευάσει την πίτα για τα θεοφάνεια της επόμενης χρονιάς.
Οι επίτροποι που μοιράζουν αυτή την πίτα λέγονται "Πνιχτάδες" ίσως από το πνίξιμο του σταυρού στο αγίασμα κατά την τελετή του Αγιασμού.
Στις 7 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του Βαπτιστή.
Στις 17 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Αντωνίου και στις 18 του Αγίου Αθανασίου. Του Αγίου Αθανασίου η ημέρα μεγαλώνει μια ώρα. Γι' αυτό πολλοί λένε "Αη-Θανάσης ήλθε, καλοκαίρι ήλθε".
Στις 20 Ιανουαρίου είναι η γιορτή του Αγίου Ευθυμίου.
Για τους Αγίους Αντώνιο, Αθανάσιο και Ευθύμιο υπάρχει ο εξής μύθος:
"Οι τρεις Αγιοι πήγαιναν μαζί. Ο Αγιος Ευθύμιος ήταν σπανός και οι άλλοι δυο δεν τον ήθελαν. Κάποτε σ' ένα ταξίδι τους στην έρημο σηκώθηκαν οι δυο πρωί - πρωί και έφυγαν. Για να τους προκάνει ο Αγιος Ευθύμιος στη βία του επάνω, κόλλησε το κεφάλι του γαϊδάρου στο μουλάρι (γι' αυτό από τότε το μουλάρι έχει αυτιά γαϊδάρου) καθώς οι άλλοι φεύγοντας έκοψαν τα κεφάλια απ' τα δυο ζώα, που ήταν του Αγίου Ευθυμίου. Τους πρόκαμε και επειδή ήξερε την αιτία που δεν τον ήθελαν, έπιασε με τα δυο του χέρια το πρόσωπό του και αμέσως φύτρωσε μια γενειάδα που ακούμπησε στη γη.
Στις 30 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Η γιορτή των μεγάλων αυτών ιεραρχών είναι η γιορτή των ελληνικών και χριστιανικών γραμμάτων. Την ημέρα αυτή στη Σιάτιστα τελείται πανηγυρική θεία λειτουργία καθώς και μνημόσυνο των ευεργετών των σχολείων της πόλης.

Αλκυονίδες μέρες το μήνα Ιανουάριο

Κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Ιανουαρίου συνήθως καλωσυνεύει ο καιρός και απολαμβάνουμε για μερικές μέρες μια σχετική καλοκαιρία, μια ανάπαυλα από τα χειμωνιάτικα μπουρίνια. Οι γλυκές αυτές χειμωνιάτικες ημέρες, είναι οι γνωστές "Αλκυονίδες ημέρες", που σύμφωνα με τον πανάρχαιό μας μύθο, πήραν το όνομά τους από την Αλκυόνα, το ψαροπούλι της ακτής που κλωσσά τα αυγά του αυτές τις μέρες.
Η Αλκυόνη, το σημερινό κακόσχημο ψαροπούλι με τα όμορφα φτερά σύμφωνα με τον πανάρχαιο μύθο μας, ήταν κάποτε μια χαρούμενη και ευτυχισμένη γυναίκα, κόρη του Θεού των ανέμων, του Αιόλου -που ζούσε στ' ακρογιάλια της θάλασσας με τον άντρα της Κήυκα και αλληλοαποκαλούνταν Ζευς και Ηρα. Για την ασέβειά τους όμως αυτή προς τον Δία οργίστηκε τόσο πολύ ο πρώτος των Θεών και μεταμόρφωσε τον Κήυκα σε όρνιο.
Ξετρελαμένη τότε η δύστυχη γυναίκα, έτρεχεν από δω και από κει στις ερημιές στις βαλτώδεις εκβολές των ποταμιών και μέσα στις πυκνές τους καλαμιές, για να βρει τον αγαπημένο της Κήυκα. Οπότε, οι θεοί του Ολύμπου την λυπήθηκαν και την μεταμόρφωσαν και αυτήν σε πουλί, τη γνωστή μας Αλκυόνη, για να ψάχνει και στις θάλασσες μήπως εκεί βρει το χαμένο της άντρα. Ωστόσο όμως η δυστυχία εξακολουθούσε να την συντροφεύει, γιατί αντίθετα από τ' άλλα πουλιά που γεννούν και κλωσσούν τ' αυγά τους την άνοιξη αυτή γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά, οπότε μανιασμένα τα κύματα της θάλασσας τέτοιον καιρό, την άρπαξαν αυγά και πουλιά κάνοντάς την να κλαίει σπαραχτικά.
Οι Θεοί που τόσο σκληρά είχαν τιμωρήσει την κόρη του Αιόλου, διέταξαν τότε τη θάλασσα και τους ανέμους να ησυχάσουν, να γίνει καλοκαιρία για δυο εβδομάδες, για όσες ημέρες η Αλκυόνη κλωσσά τα αυγά της.
Μια τέτοια ωραία και ποιητική ερμηνεία δόθηκε από τον πανάρχαιο αυτόν ελληνικό μύθο για την καλοκαιρινή αυτή παρεμβολή μέσα στην καρδιά του χειμώνα, που δεν έχει βέβαια καμιά σχέση με τη σημερινή επιστημονική εξήγηση του φαινομένου αυτού. Ο μύθος μιλάει για την απέραντη συζυγική αγάπη και την τρυφερή στοργή της γυναίκας, ενώ η μετεωρολογική υπηρεσία μιλάει για εξίσωση των βαρομετρικών πιέσεων μεταξύ της νοτίου και βορείου Ευρώπης.
Για τη συζυγική πίστη των Αλκυόνων ασχολήθηκε ο Πλούταρχος που αφηγείται ότι αν ο σύζυγος της Αλκυόνης γεράσει και δεν μπορεί να πετάξει, τότε η θηλυκιά Αλκυόνη τον παίρνει στους ώμους και τον φέρνει πάντοτε μαζί της, τον ταϊζει και τον περιποιείται ως το θάνατο.

Δεν είναι όμως η μόνη περίπτωση ανώτερης ηθικής στο ζωικό βασίλειο. Η τρυγόνα, εάν χαθεί το ταίρι της χηρεύει αυστηρά και δεν ξανασμίγει μ' άλλο ταίρι. Τα κοράκια όταν μαδηθούν απ' τα γεράματα δέχονται πολλές περιποιήσεις και θερμαίνονται απ' τ' άλλα νεώτερα. Το λελέκι τιμωρεί την άπιστη σύζυγο με ραμφισμούς μέχρι να τη θανατώσει. Σ' αυτά βοηθούν και οι άλλοι αρσενικοί. Ο πελεκάνος αν δεν βρίσκει τροφή να δώσει στα μικρά του που κινδυνεύουν τον χειμώνα να πεθάνουν, σχίζει το στήθος του και τα προσφέρει για τροφή το αίμα του, όπως αναφέρεται και στον Επιτάφιο θρήνο.
"Ωσπερ πελεκάν, τετρωμένος την πλευρά σου, Λόγε, τους θανόντας παίδας εζώωσαν επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς".
Το ψαροπούλι όπως αποκαλείται στη γλώσσα του λαού η Αλκυόνη, εξακολουθεί και σήμερα να είναι σύμβολο της χειμωνιάτικης ωραίας διακοπής μέσα στον Ιανουάριο και σε πολλά μέρη την θεωρούν πουλί που φέρνει γούρι. Οι έμποροι, οι καταστηματάρχες, την κρατούν βαλσαμωμένη στα μαγαζιά τους για ν' αυξήσουν τα πλούτη τους, οι πρώτοι και τους πελάτες τους οι δεύτεροι. Οι φυλάργυροι την διατηρούν για να τους φέρει πολλά πλούτη και οι χωριανοί για να μη πέφτει αστροπελέκι στο σπίτι τους.
Το φαινόμενο της καλοκαιρίας μέσα στη βαρυχειμωνιά του Ιανουαρίου απασχόλησε πολύ τους αρχαίους μας που έδιναν μυθολογικές εξηγήσεις γεμάτες ομορφιά. Ο Αιλιανός λ.χ. έγραψεν ότι "κυούσης δε Αλκυόνος ίσταται τα πελάγη, ειρήνην δε και φιλίαν άγουσεν άνεμον". Ο μέγας Αριστοτέλης λέγει: "Η δε Αλκυών κύει επί τροπάς χειμερινάς, διό και καλούνται όταν ευδιειναί γένονται αι τροπαί, αλκυόνοιοι ημέραι". Ο Λουκιανός πάλι έγραφε πως: "Αίθρια μεν τα άνωθεν, ακύμαντος δε και γαλήνιον άπαν το πέλαγος, όμοιν, ως ειπείν κατόπτρω.
Ωστόσο, όμως οι Αλκυονίδες ημέρες δεν έρχονται πάντα. Υπάρχουν χρόνια που το γλυκό αυτό καλοκαιρινό διάλειμμα στην καρδιά του χειμώνα δεν παρατηρείται καθόλου. Η Αλκυόνη τότε γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά και όπως είπαμε τα κύματα αρπάζουν τα αυγά ή τα πουλιά της. Το ψαροπούλι τότε θρηνεί πάλι τον πόνο του, καθώς πετιέται μέσα από τα βράχια και περιμένει τον Μάρτη για να φύγει από τον τόπο μας. Γιατί η Αλκυόνη είναι πουλί αποδημητικό με το δικό του δρομολόγιο το ιδιόμορφο. Μας έρχεται τα τέλη του καλοκαιριού και μας αποχαιρετάει μόλις καλωσυνέψει ο καιρός κατά τις αρχές του Μάρτη.

Γεωργικές εργασίες το μήνα Ιανουάριο


Προετοιμάζουν τα γεωργικά τους εργαλεία, όταν υπάρχουν βροχές ή χιόνια.
Μεταφέρουν κοπριά στα κτήματα.
Εκχερσώνουν χωράφια ή διορθώνουν φράχτες.
Κάνουν αποστραγγιστικά χαντάκια.
Ανοίγουν λάκκους γύρω από τα δέντρα για να δεχτούν περισσότερη βροχή ή τα ασβεστώνουν.
Σπέρνουν πρώιμα μπιζέλια, κουκιά, κρομμύδια.
Φυτεύουν τα φυλλοβόλα δέντρα (κερασιά, βυσσινιά, βερικοκιά, ροδακινιά), αγκινάρες, φράουλες, σπαράγγια.
Λιπαίνουν τα δέντρα με χωνεμένη κοπριά.
Κλαδεύουν ελαιόδεντρα.
Επισκευάζουν και βάφουν τις κυψέλες.
Αρχίζουν το άρμεγμα των προβάτων.
Οι γυναίκες ύφαιναν στον αργαλειό κιλίμια και βελέντζες, έπλεκαν και έραβαν. 


 άπό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Χαλβάς σπιτικός - Μία συνταγή της Αρκαδίας



Υλικά
1 φλιτζάνι τσαγιού
ελαιόλαδο
2 φλιτζάνια τσαγιού ψιλό σιμιγδάλι

3 φλιτζάνια τσαγιού ζάχαρη

4 φλιτζάνια τσαγιού νερό

1 φλιτζάνι τσαγιού μαύρη σταφίδα

1 κουταλιά σούπας κανέλα
1 φλιτζάνι τσαγιού καρύδια κοπανισμένα
ΕκτέλεσηΣε βαθιά κατσαρόλα βάζουμε το λάδι και, όταν κάψει, ρίχνουμε το σιμιγδάλι και ανακατεύουμε με ξύλινη κουτάλα συνεχώς μέχρι να 'καβουρντιστεί'. Προσθέτουμε την κανέλα και, χαμηλώνοντας τη φωτιά, ρίχνουμε το νερό, στο οποίο προηγουμένως έχουμε διαλύσει τη ζάχαρη. Συνεχίζουμε το ανακάτεμα χωρίς διακοπή, έως ότου ο χαλβάς ξεκολλήσει τελείως από την κατσαρόλα και δεν έχει καθόλου υγρασία. Λίγο πριν τον βγάλουμε από τη φωτιά, ρίχνουμε τη σταφίδα. Τον βάζουμε σε φορμάκια και τον σερβίρουμε πασπαλισμένο με ζάχαρη, κανέλα και κοπανισμένα καρύδια.
Πηγή συνταγής: το βιβλίο 'Παραδοσιακές Συνταγές της Αρκαδίας' της Θηρεσίας Κοντογιάννη, 2η έκδοση, Εκδόσεις 'Μαϊνάς', 1999
άπό

ΓΑΣΤΡΑ. ΕΝΑΣ ΦΟΡΗΤΟΣ ΦΟΥΡΝΟΣ.

Η γάστρα ήταν ένα απαραίτητο σκεύος της υπαίθριας ζωής. Πολύ λίγες
οικογένειες διέθεταν μόνιμους φούρνους στα ορεινά χωριά. Για να ψήσουν ψωμί ή φαγητό του φούρνου, έπρεπε να βρουν άλλο τρόπο. Η λύση ήταν ένας φορητός και γρήγορος φούρνος. Αυτό ήταν η γάστρα.

Η γάστρα αποτελείτο από μια ημισφαιρική χονδρή λαμαρίνα, που στο πάνω μέρος είχε μια λαβή για να μπορούν να τη σηκώνουν με το «ξυθάλι». Χαμηλότερα από τη λαβή είχε ένα μεταλλικό στεφάνι για να κρατάει τις ζεστές στάχτες και τ' αναμμένα κάρβουνα. Στη «γωνιά», η οποία αποτελείτο από «σίμαλες» πλάκες για να κρατούν την θέρμανση, άναβαν δυνατή φωτιά από λεπτά ξύλα για να κάνουν γρήγορη και δυνατή φλόγα και να δημιουργούν κάρβουνα πολύ γρήγορα.
Πάνω σε αυτήν τη φοβερή φωτιά τοποθετούσαν τη γάστρα, η οποία γινόταν κατακόκκινη από τη δυνατή φλόγα. Όταν η φωτιά κατέπαυε, οι νοικοκυρές καθάριζαν τη γωνιά, έβαζαν το στρογγυλό ταψί με το ψωμί ή το φαγητό, μετά τη γάστρα και ύστερα τα κάρβουνα και τις ζεστές στάχτες πάνω και γύρω στη γάστρα και εσφράγιζε το φορητό φούρνο.


Σε δύο η τρεις ώρες το φαγητό ή το ψωμί ήταν έτοιμο.
Η γάστρα ήταν ένας πρωτόγονος φορητός φούρνος. Τον έπαιρνες μαζί σου, τον φόρτωνες στο γαϊδουράκι ή στο μουλάρι μαζί με τα πενιχρά τρόφιμα και με το πιτσιρίκι κάπου-κάπου. Έτσι μπορούσες να ψήσεις ψωμί (απαραίτητο), πίτες κρέας, μπακλαβά και άλλα.

Η γάστρα μαζί με την πυροστιά , το ξυθάλι, ένα κακάβι με το καπάκι για πιάτο, ήταν τα βασικά σκεύη της υπαίθριας κουζίνας.


Περιττό να πούμε ότι το φαγητό είχε υπέροχη γεύση, γιατί η γάστρα εσφράγιζε καλά και κρατούσε μέσα τα υγρά και έψηνε πολύ σιγά.
Άλλα σκεύη της χωριάτικης μαγειρικής ήταν το τηγάνι, το ταψί (στρογγυλό), η χουλιάρα (κουτάλα), ο τέτζερης, ο μαστραπάς και άλλα. Καλή Όρεξη!...

πηγή

Το λίχνισμα... όπως τα παλιά χρόνια

ΤΟ ΚΑΚΟ ΜΑΤΙ

Πολλοί Έλληνες, ιδίως στην επαρχία, πιστεύουν ότι ένα άτομο μπορεί να "ματιάσει" ένα άλλο είτε από φθόνο είτε από υπερβολικό θαυμασμό. Ο "ματιασμένος" νοιώθει άσχημα σωματικά και ψυχολογικά. Για να αποφύγουν το κακό μάτι, όσοι πιστεύουν σε αυτό φοράνε ένα μπλε ματόχαντρο ή ένα μπλε βραχιόλι. Οι προληπτικοί και όσοι πιστεύουν στη βασκανία δηλώνουν ότι το μπλε χρώμα διώχνει το κακό μάτι. Παραδόξως όμως πιστεύουν ότι οι γαλανομάτες είναι αυτοί που κυρίως "ματιάζουν". Εκτός από το ματόχαντρο, ένας άλλος τρόπος για να προστατευθεί κανείς από το κακό μάτι είναι να κρεμάσει σε μια γωνία του σπιτιού του σκόρδα. Οι Έλληνες πιστεύουν ότι το σκόρδο (όπως και τα κρεμμύδια) έχει και άλλες θεραπευτικές ιδιότητες. Έτσι λοιπόν όταν κάποιος είναι άρρωστος τον συμβουλεύουν να εμπλουτίσει τη δίαιτά του με σκόρδο.

ΤΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΙΡΟΥ



Παλιά τα πανηγύρια είχαν, κυρίως εμπορικό χαρακτήρα, γι’ αυτό και τα αποκαλούσαν εμποροπανήγυρη. Βέβαια και ο θρησκευτικός χαρακτήρας κατείχε πρωτεύουσα θέση.
Έτσι λοιπόν, ανάλογα στον κάθε τόπο με το πότε γιόρταζε η εκκλησία του χωριού ή σε προκαθορισμένες ημερομηνίες, γινόταν η εμποροπανήγυρη σε επίκαιρα σημεία της περιοχής, που προσφέρονταν εδαφικά και οδικά στον ευρύτερο χώρο. Στο πανηγύρι συμμετείχε ολόκληρο το χωριό, με ιδιαίτερη χαρά. Ήταν μια ευκαιρία να ξεχάσουν τα βάσανα μιας ολόκληρης κοπιαστικής χρονιάς. Σ’ αυτό το πανηγύρι, έκαναν έντονη την παρουσία τους οι νέοι του χωριού, που γάμπριζαν.
Μέχρι το 1950 και λίγο αργότερα, για να εξοικονομήσει ο τύπος του χορευταρά και γλεντζέ τα χρήματα που του χρειαζόταν για να πάει σ΄ ορισμένα πανηγύρια, για να χαρεί τα νιάτα και τη λεβεντιά του, έπρεπε να κάμει οικονομίες ολόκληρο το χρόνο και περίμενε να έλθει η ημέρα του δείνα ή τάδε πανηγυριού και να ντυθεί τα γιορτινά του, το γυαλιστερό και τριζάτο βρακί, το πολίτικο γιλέκο (από την πόλη), το ποικιλόχρωμο πουκάμισο, το σακάκι το πανάκριβο και τέλος το «βρακάδικο» σκούφο - έμοιαζε με τον Αϊβαλιώτικο - που τώρα πια δεν υπάρχει στην αγορά - η καμιά φορά και καπέλο.

Τα ζύγιζε όλα, τόσα στους δίσκους της εκκλησίας, τόσα στο κερί, τόσα στο γεύμα της εκκλησίας, τόσα στο καφενείο και τόσα στα μουσικά όργανα (βιολί, κλαρίνο, ούτι, λαούτο και καμιά φορά σαντούρι). Μεταφορικό μέσο είχε το μουλάρι του, που κι αυτό έπρεπε να είναι περιποιημένο, σαμάρι καινούργιο, καπίστρι με πολύχρωμες χάντρες και φυλακτό, στρογγυλό από το πάχος, ευκίνητο. Εκείνο όμως που έκαμνε πιο μεγάλη εντύπωση, ήταν ο αναβάτης, ο νέος με το στριμμένο, σαν τσιγκέλι, μουστάκι, τα πλούσια καλοχτενισμένα μαλλιά και περιποιημένα, όχι όπως ο σημερινός μακρυμάλλης. Καμιά φορά οι αναβάτες ήταν «δικάβαλλοι», δηλ. διπλοί.
Οι κοπελιές του χωριού και των γειτονικών χωριών τον έβλεπαν και τον καμάρωναν και αυτός περήφανος για τον εαυτό του, σκόρπιζε σ΄ όλες, κατά προτίμηση στην αγαπημένη του, δειλές ματιές, που λίγα έδειχναν, αλλά πολλά υπόσχονταν.

Άρχιζαν το χορό με ένα σέρβικο ή χασάπικο ή γιωργάρικο, που φανέρωναν όλη την χορευτική τους δεινότητα σε ευκινησία, τσαλίμια, που με κατάπληξη τους παρακολουθούσαμε. ΄Έπειτα ο καλαματιανός που έπαιρναν μέρος και περισσότερες κοπέλες, διότι οι πρώτοι προϋπέθεταν αντοχή, ευκινησία και χορευτική ικανότητα, ενώ ο καλαματιανός προσιδίαζε περισσότερο στις γυναίκες, και κατόπιν ο συρτός ανά ζεύγη, ξαπολυτός (καρσιλαμάς), γρηγορινός (πολύ σύντομος) τσιφτετέλης και άλλοι.
Παντού πρώτοι και καλύτεροι, ευλύγιστοι, πεταχτοί, λαστιχένιοι σκόρπιζαν το γλέντι, τη χαρά, το θαυμασμό, αλλά κaι το φθόνο για κείνους που δεν ήσαν καλοί χορευτές.
Έπιναν κρασί ή σούμα με μεζέδες, όχι της προκοπής. Η μπύρα ήταν άγνωστη - μα κάτι τέτοιο ήταν ακατανόητο για χωριά. Κερνούσαν όλες τις παρέες και κείνες ανταπέδιδαν το κέρασμα. Σ΄αυτόν που χόρευε πρόσφεραν ούζο ή κρασί και στην κοπελιά λουκούμια, που όσα περισσότερα μάζευε τόση μεγαλύτερη ικανοποίηση δοκίμαζε. Αν μάλιστα τύχαινε να είναι ωραία και καλή χορεύτρια, τα κεράσματα δεν σταματούσαν καθόλου. Τα παιδιά λιγουριάζανε όταν έβλεπαν τόσα λουκούμια να μαζεύουν οι κοπέλες, που σε κάποια φίλη τους τα πετούσαν. Κι αν τύχαινε να είναι γνωστή, τα φιλοδωρούσαν μερικά.

Γινόταν όμως καβγάδες για τη σειρά προτεραιότητας στους «κάβους», που έπρεπε να εξασφαλίσει κάθε συντροφιά για τις κοπέλες της παρέας της. Επικρατούσε μια όχι καλή συνήθεια. Κάθε νέα που έμπαινε στο χωριό έπρεπε να την χορέψουν όλοι οι νέοι που την γνώριζαν και όταν ήταν και καλή χορεύτρια τότε πήγαιναν και ξένοι, φυσικό ήταν λοιπόν να παρατείνεται ο «κάβος», η διάρκεια χορού με αποτέλεσμα να στενοχωρούνται οι άλλες νέες. Και τότε συνέβαιναν οι παρεξηγήσεις.
Σωστό ήταν τότε να διακόπτονταν ο χορός και να πάρει σειρά κάποια άλλη. Η πίστα ήταν μικρή, μόλις επαρκούσε για τρία ζεύγη - σπάνια παραπάνω - τη σειρά προτεραιότητας την κανόνιζαν οι καφετζήδες, που δεν ήταν επαγγελματίες, αλλά περιστασιακοί. Μια άσπρη ποδιά, ήταν το διακριτικό τους. Κι αν τύχαινε να μην τα «παίρνουν απάνω τους» δηλ. να μη ήσαν σβέλτοι, τότε μετατρεπόταν σε δράμα. Εν τω μεταξύ οι άλλες νέες περίμεναν με αγωνία αλλά και πικρία, διότι αναβαλλόταν η σειρά τους.
Δικαιολογημένοι λοιπόν ήσαν οι καυγάδες, αν σκεφθούμε ότι ραδιόφωνα δεν υπήρχαν, κασετόφωνα το ίδιο και συνεπώς μουσική άκουαν μόνο στα πανηγύρια και σε έκτακτες περιστάσεις (αρραβώνες, γάμους και βαφτίσια). Διψούσε ο κόσμος για μουσική και χορό. Πώς να ικανοποιηθεί; Οι ευκαιρίες παρουσιάζονταν μόνο το καλοκαίρι στα πανηγύρια.

Οι μεγάλοι, αν είχαν κορίτσια της παντρειάς, περίμεναν να μπει στο χορό η κόρη τους να την καμαρώσουν, αν όχι πήγαιναν σε διάφορα συγγενικά ή φιλικά σπίτια, κερνιόνταν, έτρωγαν το βράδυ και κατόπιν, όσοι διέθεταν υποζύγια έφευγαν για τα χωριά τους.

Ρόλο έπαιζε και η εποχή, για να διαθέτουν τα απαραίτητα χρήματα αυτοί που θα επισκέπτονταν το παζάρι. Πάλι, ανάλογα τον πληθυσμό και την αξία του κάθε πανηγυριού, ήταν και η διάρκειά του, που συνήθως κυμαινόταν από 3 ως και 8 ημέρες.
Γίνονταν σ’ αυτά εμπορικές συναλλαγές μεγάλης έκτασης. Έμποροι, από τα μεγάλα αστικά κέντρα, φτάνανε εκεί με την πλούσια πραμάτεια τους. Εκτός όμως από το μεγάλο εμπόριο σε παντός είδους αγαθά, όπως σε τρόφιμα, υφάσματα, είδη υπόδησης, γεωργικά εργαλεία, σαμάρια, ψαθιά κ.ά., γινόταν και μεγάλες συναλλαγές αγοραπωλησίας ζώων. Μεγάλη ζήτηση είχαν τα μουλάρια, που γεννιόντουσαν από τη διασταύρωση του γαϊδάρου με τη φοράδα ή αλόγου με γαϊδούρα, γιατί τα ζώα αυτά είναι μεγάλης αντοχής και δεν δυσκολεύονται σε δύσβατους δρόμους. Πολύ διαδεδομένες ήταν και οι τράμπες, που έκαναν εκείνη την εποχή, με τα ζώα.
Εδώ εύρισκε ο καθένας ό,τι ήθελε και σε τιμές συμφέρουσες. Όσοι είχανε κορίτσια της παντρειάς, αγοράζανε από δω τα προικιά τους, όπως χαλκώματα, φορτσέρια, σεντόνια κι ότι άλλο ήταν απαραίτητο.
Τράμπες γίνονταν τότε, εκτός από τα ζώα, και στα υπόλοιπα προϊόντα, μιας και χρήματα δεν υπήρχαν εύκολα.

ΠΗΓΗ

Ό Ελληνικός καφές

Ο Ελληνικός καφές είναι η παρέα του Έλληνα σε κάθε στιγμή της ζωής του. Η παρέα και στα καλά και στα άσχημα. Το πρωϊνό καφεδάκι αποτελεί το καλλίτερο ξεκίνημα της ημέρας αλλά και το απογευματινό πού δημιουργεί την καλλίτερη ατμόσφαιρα για φιλική κουβεντούλα.

Πώς γίνετε όμως ο καφές; Ο Ελληνικός καφές έχει πολλές ποικιλίες κατασκευής και αυτές τις γνωρίζει πολύ καλά ο καφετζής αλλά και ο μερακλής του καφέ.

Για όσους δεν ξέρουν πώς να φτιάχνουν ένα καλό φλιτζάνι καφέ , πάμε να δούμε πώς γίνετε.

Ελληνικός καφές

Τρόπος παρασκευής καλού Ελληνικού καφέ


Μπρίκι

Κατά προτίμηση με στενό πάνω μέρος για να ανακυκλώνεται η θερμοκρασία κατά την διάρκεια του ψησίματος και στην σωστή διάσταση για την συγκεκριμένη ποσότητα καφέ που θα φτιάξουμε.


Εστία ψησίματος

Κατά προτίμηση χόβολη ή έστω γκαζάκι με χαμηλή φλόγα.

Το ηλεκτρικό μάτι δεν προτείνεται γιατί παρέχει ζέστη μόνο από κάτω από το μπρίκι και καθόλου από το πλάι. Επίσης αργεί να ζεσταθεί αλλά από την στιγμή που θα ζεσταθεί και μετά έχει μεγάλη ένταση η θερμοκρασία που αναπτύσσει


Φλιτζάνι.

Χοντρό πορσελάνινο για να διατηρεί ζεστό τον καφέ περισσότερη ώρα


Καφές: επιλέξτε τον καφέ που σας αρέσει. Είναι και θέμα προσωπικού γούστου πέρα από ποιότητα καφέ


Ο Ελληνικός καφές είναι συνήθως ανοιχτόχρωμος και χαρμάνι του βραζιλιάνικου Rio, Santos και Robusta. Πλέον κυκλοφορεί και πιο καβουρντισμένος, «σκούρος» ελληνικός, χαρμάνι από καφέδες της Κεντρικής Αμερικής, για όσους προτιμούν τον καφέ πιο πικρό και δυνατό. Στα καφεκοπτεία βρίσκεις χύμα και μεσαίου καβουρντίσματος, που είναι ελάχιστα πιο πικρός και πικάντικος, και δεν υστερεί σε καϊμάκι. Στην Ελλάδα ο καφές καβουρντίζεται σε κενό αέρος. Εξωτερικά ο κόκκος είναι πιο ψημένος και εσωτερικά είναι λίγο άψητος


Ονομασίες και αναλογίες καφέ / ζάχαρης.

Για φλιτζανάκι των 75 ml, (τυπικός μονός καφές)

Ρίξτε την σωστή ποσότητα νερού μετρώντας με το φλιτζάνι.

Σκέτος με 1 κ.γ. καφέ,

Μέτριος με 1 κ.γ. καφέ και 1 κ.γ. ζάχαρη ή

Μέτριος-κλασικός με 2 κ.γ. καφέ και 2 κ.γ. ζάχαρη και

Μέτριος γλυκός με 2 κ.γ. ζάχαρη.

Μέτριος με ολίγη (αλλιώς ναι και όχι) έχει λιγότερο από 1 κ.γ. ζάχαρη

Ολίγον μέτριος με 1,5 κ.γ. ζάχαρη.

Μέτριος-βαρύς Ο μέτριος με ακόμη περισσότερο καφέ ,

Πολλά βαρύς έχει 4 κ.γ. καφέ και 6 ζάχαρη, ενώ ο

Βαρύς-γλυκός 3 κ.γ. καφέ και 4 κ.γ. ζάχαρη.

Όταν ζητηθεί χωρίς καϊμάκι ο μέτριος, θα είναι μέτριος βραστός και όχι, θα πρέπει να έχει φουσκώσει δύο φορές και να σερβιριστεί από ψηλά ώστε, πέφτοντας στο φλιτζάνι, να κάνει και φουσκάλες.

Πολλά βαρύς και όχι. Το ίδιο, όπως αλλά με μισή δόση νερού

Σκέτος βραστός δεν έχει καϊμάκι, ενώ ο

Σκέτος (θερια­κλίδικος) θα πρέπει να έχει και καϊμάκι, και φουσκάλες – και για να γίνει σωστός πρέπει να παρασκευαστεί σε κρύο νερό. Τρεις κουταλιές καφέ, καθόλου ζάχαρη, κρύο νερό και όταν αρχίσει να φουσκώνει ανασηκώνουμε και ξανακατεβάζουμε το μπρίκι, Σερβίρουμε από ψηλά για να κάνει και φουσκάλες


Παρατήρηση: Το κουταλάκι του καφέ είναι μικρό


Ψήσιμο καφέ

Αφού βάλουμε καφέ (ή και ζάχαρη) στο μπρίκι, ανακατεύουμε μόνο στην αρχή, μέχρι να ανακατευτεί καλά ο καφές και να λιώσει η ζάχαρη. Αποφεύγουμε να ξαναανακατέψουμε γιατί χαλάει το καϊμάκι.

Αν ψήνουμε σε χόβολη / άμμο, βυθίζουμε μέχρι τη μέση το μπρίκι στην «άμμο» και περιμένουμε να φουσκώσει.
Αν φτιάχνουμε συγχρόνως σε ένα μπρίκι παραπάνω από ένα καφέ, μοιράζουμε στα φλυτζανάκια πρώτα το καϊμάκι και μετά συμπληρώνουμε με τον υπόλοιπο καφέ.

Αν θέλουμε πλούσιο καϊμάκι χρησιμοποιούμε κρύο νερό.


Tips

Διατηρείστε το καφέ ερμητικά κλεισμένο σε αλουμινένο ή γυάλινο βάζο (ή ακόμα και στην αρχική του συσκευασία αφού τυλίξετε το πάνω μέρος από το σακουλάκι και βάλετε ένα λαστιχάκι να το κρατάει κλειστό) κατά προτίμηση μέσα στο ψυγείο

Χρησιμοποιείστε στεγνό και καθαρό κουτάλι για να πάρετε καφέ μέσα από το βάζο του καφέ

Μην βάζετε γάλα στον καφέ γιατί γίνετε πιο βαρύς, πειράζει στο στομάχι και αλλοιώνει το άρωμα και την γεύση του καφέ.

Αφήστε τον καφέ λίγα λεπτά να κάτσει το κατακάθι για να μην σας πειράξει στο στομάχι.

πηγή

Ή περιγραφή τών κατοικιών καί τής ζωής στό χωριό.

Γενικά

Οικιστική μελέτη του χωριού & του συνοικισμού

Το λαϊκό σπίτι, αν το σκεφτούμε μέσα στη συνοικιστική του ομάδα, αποτελεί το ιερό καταφύγιο, αλλά και το ορμητήριο του πρώτου κοινωνικού πυρήνα, που είναι η οικογένεια. Γι' αυτό συγκεντρώνει την ύψιστη προσοχή του δημιουργού (νοικοκύρη ή οικοδόμου, για τα τρία κυριότερα στοιχεία της οργανικής του οντότητας, το στέρεο και εξυπηρετικό χτίσιμο, την καλή γειτνίαση και την πρακτική ομορφιά.


Η μελέτη λοιπόν της λαϊκής κατοικίας πρέπει να γίνεται στα πλαίσια του περιβάλλοντος και του συνόλου των άλλων σπιτιών. Υπάρχει "κοινωνία σπιτιών", όπως υπάρχει και η κοινωνία ανθρώπων. Ο μελετητής λαογράφος, πριν προχωρήσει στην περιγραφή των κατοικιών και της ζωής ενός χωριού, πρέπει να δώσει την συνολική μορφή και τα οικιστικά χαρακτηριστικά του χωριού, με την εξής σειρά:


Επταχώρι Καστορίας


1. Οπτική (πανοραματική) μορφή του χωριού.
Τα σχήματα συνήθως των συνοικισμών είναι: κυκλικά, ασύμμετρα και επιμήκη. Ο κυκλικός συνοικισμός (χωριό) συγκεντρώνεται γύρω από ένα ύψωμα (παλιόκαστρο), μια εκκλησία, μια πηγή ή μια αγορά. Οι δρόμοι του βγαίνουν έξω ακτινωτά. Ο επιμήκης (ή μακρυδρομικός) συνοικισμός σχηματίζεται παράλληλα με τους μεγάλους εθνικούς δρόμους και είναι νεώτερος, Οι σύμμετροι συνοικισμοί ήταν παλιότερα ή σε ψηλώματα (αμφιθεατρικοί) ή σε κρυμμένες κοιλάδες. Μελετάται στις περιπτώσεις αυτές, αν το χωριό είναι δίλοφο ή διπλευρικό. Επίσης, αν είναι παράλιο, μεσόγειο ή ορεινό. Και γενικά, ποιος είναι ο προσανατολισμός και η γεωγραφική του θέση.


Λέχοβο Καστοριάς


2. Κλίμα, έδαφος, υψόμετρο, νερά, καλλιέργειες ·απαραίτητο πλαισίωμα στην περιγραφή μας, που οδηγεί και σε συμπεράσματα, αν το χωριό είναι γεωργικό ή κτηνοτροφικό, παραγωγικό ή άγονο, πράσινο ή ξερό, λιθόκτιστο ή από ξενόφερτα υλικά.


Μέτσοβο Ηπείρου


3. Εσωτερική σύνθεση του χωριού η οποία περιλαμβάνει τα κεντρικά κτίρια όπως η εκκλησία, το σχολείο, τα Κοινοτικά γραφεία, η βρύση, τα καφενεία, η αγορά, το «μεϊντάνι» με τα μαγαζάκια και τα χοροστάσια. Οι γειτονιές με τους χαρακτηριστικούς δρόμους, το κοιμητήριο, οι δρόμοι εξόδου.



4. Ιστορικά του χωριού, όνομα και ετυμολογία, χρονολογία κτισίματος, περιπέτειες, σύγχρονες συνθήκες.


Το Δημοτικό Σχολείο Ριζοβουνίου Πρεβέζης


Οικιστική μελέτη του σπιτιού


1. Περιγραφή του εξωτερικού χώρου, της γειτονιάς, του εδάφους και της έκτασης του οικοπέδου (ξερότοπος, βλάστηση, απάνω γειτονιές, επικλινές έδαφος, ξάγναντο ή γούπατο).



Η πέτρινη καμάρα της Μπαμπαλίνας Τρικάλων


2. Εξωτερική μορφή του σπιτιού. Μονώροφο, διώροφο, πλατυμέτωπο, στενομέτωπο, γωνιόστεγο (δίρριχτο και με αέτωμα), με επίκλινη στέγη (μονόριχτο), επιπεδόστεγο (ταράτσα), πυραμιδόστεγο ή καμπυλόστεγο. Πολυπαράθυρο ή τυφλό. Απλό ή πολυσύνθετο (με χαγιάτια, πτερύγια κτλ.). Χρώματα που κυριαρχούν. Τυχόν επιγραφές ή σήματα και χρονολογίες.


Κατοικία Ηπείρου


3. Υλικά οικοδομίας. Τοιχοποιία, ξυλοδομικά εξαρτήματα, στέγη (κεραμίδια, πλάκες, δὠμα από πηλό, κλαδιά ή τσιμέντο). Εδώ μπορούν να ζητηθούν και τα έθιμα χτισίματος, στα θεμελιώματα (σφάξιμο κοκκόρου, αγιασμοί κτλ.) και στη σκεπή (μαντηλώματα).


4. Αρχιτεκτονικός τύπος του σπιτιού (τοπικός ή πανελλήνιος) και γενική αισθητική. Εκτίμηση των ιδιοτυπιών και εμπνεύσεων. Αισθητική της προσαρμογής στο περιβάλλον. Ψεκτά σημεία επίσης.


Διώροφη οικία Καλάνδρας Χαλκιδικής


5. Εσωτερική διαίρεση του σπιτιού (κάτοψη & τομή). Δωμάτια και χώροι (και τρόποι) οικογενειακής ζωής, για το αντρόγυνο, για τα παιδιά, για τους γέρους, για τους ξένους. Φροντίδες προσανατολισμού και υγιεινής. Πρακτικά διδάγματα, αλλά και άγνοιες. Χρώματα και διακόσμηση, θέση της εστίας και καπνοδόχος.


6. Έπιπλα & σκεύη. Εντοιχισμένα και κινητά έπιπλα της λαϊκής κατοικίας. Τόποι κατασκευής ή αγοράς. Οι ντόπιοι επιπλοποιοί. Τα αρμάρια τροφίμων, οι παλιές κασέλες, το εικονοστάσι. Μεταγενέστερες αστικές εξελίξεις. Τα σκεύη (αγγεία) του μαγειρειού, της τραπεζαρίας, του νοικοκυριού (νερό, πλύσιμο) και της φιλοξενίας (δίσκοι, σερβίτσια κτλ.). Η εσωτερική ατμόσφαιρα και εμφάνιση του σπιτιού είναι η ζωντανότερη πλευρά της ελληνικής κατοικίας, επειδή δείχνει τις οικονομικές συνθήκες της οικογένειας, την προσωπικότητα της νοικοκυράς, την πολιτιστική διάθεση για βελτίωση, και το πνεύμα της φιλοξενίας.


Παραδοσιακή αρχιτεκτονική Κρανέας Ελασσόνας


7. Αυλή & κήπος: Τα χτισίματα της αυλής, φούρνος, μαγειρειό, στάβλοι, αχερώνας, κοτέτσι ή περιστερώνας κτλ. Το πηγάδι και η στέρνα, τρόποι για την άντληση του νερού. Η κεντρική και η δευτερεύουσα πόρτα με την αρχιτεκτονική της στέγης τους. Χτυπητήρια ή κουδούνια για ειδοποίηση. Ασφαλιστικά σύνεργα. Η μάντρα ή ο φράχτης, μικροεμπόδια για τους κλέφτες. Δέντρα και καλλιέργειες. Σπιτική ανθοκομία και γλάστρες ή αρτάνες.


8. Ιδιόρρυθμες αγροτικές κατοικίες: Καλύβες πέτρινες ή δεντρόκλαδες, στάνες και στρούγγες, τσαρδάκια, λιμναίες καλαμωτές κατοικίες κ.α.



Στάνες Σαρακατσαναίων


Η μελέτη της ελληνικής κατοικίας, ιδιαίτερα στην παραδοσιακή της μορφή, είναι έργο εθνικό, όσο εθνικός ήταν πάντα και ο ρόλος του ελληνικού σπιτιού, που στέγασε με συνεχή εξέλιξη την πρώτη γέννηση, τα παιδικά χρόνια, την οικογενειακή τιμή, τον γάμο, τις χαρές και τις λύπες, τον ειρηνικό θάνατο, την φτώχεια ή τον πλούτο, αλλά και την αξιοπρέπεια και την ελευθερία του κάθε Έλληνα.





Σκόρδο σπορά φύτεμα καλλιέργεια


Τα σκόρδα είναι φυτά βολβώδη, πολυετή και ανήκουν στην οικογένεια των λειριοειδών. Καλλιεργούνται για τούς βολβούς τους, οι οποίοι βρίσκουν μεγάλη χρησιμοποίηση στη μαγειρική ή παρασκευή ειδικών δροσιστικών τροφών.
Τα φύλλα διαφέρουν απ' εκείνα των κρεμμυδιών, γιατί είναι πιό σπαθωτά και πιό στενά και στριμμένα. Τα άνθη είναι λευκά και στη κορυφή του καυλού σχηματίζουν σφαιρικό σκιάδιο. Κάθε κεφάλι αποτελείται από 8-12 σκελίδες, εκ των οποίων οι εξωτερικές είναι μεγαλύτερες από τις εσωτερικές και πιό καυτερές. Τα σκόρδα ευδοκιμούν σε χώματα ελαφρά, όχι πολύ υγρά, προ πάντων στραγγερά και γόνιμα. Στα βαριά και σφικτά εδάφη, πού κρατούν πολλή υγρασία, σαπίζουν η δίδουν μικρά κεφάλια, στα δε πολύ ξηρά και άγονα ή απόδοσης των είναι μηδαμινή και ή γεύσης των γίνεται εξαιρετικά καυτερή.
Η καλλιέργεια γίνεται αποκλειστικώς με βολβίδια (σκελίδες) είτε, πολύ σπανίως, με σπόρους. Στα θερμά μέρη ή φυτεία αυτών, εκτελείται κατά "Οκτώβριο-Νοέμβριο, τα δε ψυχρά και ορεινά κατά Φεβρουάριο- Μάρτιο. Το ίδιο γίνεται και για τον πολλαπλασιασμό με σπόρο. Για την απόκτηση καλής φυτείας, πρέπει από κάθε κεφάλι σκόρδου, να διαλέγονται τα εξωτερικά και χονδρά βολβίδια, τα όποια και μόνο να χρησιμοποιούνται, τα δε μικρά και λεπτά να απορρίπτονται.
Αυτά φυτεύονται σε βραγιές και κατά γραμμές 20-25 πόντους, η μία της άλλης, επ’ αυτών δε, κατά διαστήματα 12 -15 πόντους και σε βάθος 2-3 πόντους, το πολύ. Σε περίπτωση συγκαλλιέργειας φυτεύονται ως μπορτούρες στα σαμάρια των βραγιών, των ποτιστικών αυλακών, είτε ανάμεσα στα μαρούλια, στα σπανάκια κλπ.
Για κάθε στρέμμα απαιτούνται πέντε πλεξούδες η 1500-1800 κεφάλια περίπου.
Η προετοιμασία του εδάφους πρέπει να γίνεται καλή, με 2-3 σκαψίματα και σπάσιμο των βώλων, ώστε το χώμα να τρίβεται εντελώς. Επίσης και ή λίπανσης πρέπει να είναι ή κατάλληλη.
Η κοπριά αποτελεί άριστο λίπασμα, σε ποσό 2-2.500 οκάδες στο στρέμμα, πρέπει όμως να είναι εντελώς χωνευμένη και να χρησιμοποιείται πολύ προ της φυτείας. Μαζί με συμπληρωματικά φωσφοροκαλιοΰχα χημ. λιπάσματα (0-12-6) δίδει πολύ καλλίτερα αποτελέσματα. Από τα σύνθετα χημ. λιπάσματα αξιοσύστατος είναι ό τύπος 4-10-10, σε ποσό 50-60 οκάδ. στο στρέμμα. Κατά προτίμηση χρησιμοποιούνται σκέτα, σε χώματα με οργανικές ουσίες η οπωσδήποτε σφικτά.
Η καλλιέργεια των σκόρδων με σπόρο, δεν είναι πρακτική, γιατί χρειάζονται δύο έτη για να δώσουν κεφάλια, δηλαδή, το πρώτο έτος θα παραχθούν μικρά βολβίδια, τα όποια θα ξαναφυτευτούν για ν' αποδώσουν το επόμενο έτος. Επίσης δε πολλαπλασιασμός αυτός, με σπόρο, δεν δίδει τις επιθυμητές ποικιλίες.
Σε όλες τις περιπτώσεις, τα σκόρδα, κατά την διάρκεια της βλαστήσεώς τους, πρέπει να βοτανίζονται και να σκαλίζονται 1-2 φορές, ιδίως στην αρχή, και να ποτίζονται εφ’ όσον μόνον υπάρχει μεγάλη ξηρασία. Όταν πλησιάζει ή ωρίμανση και αρχίσουν να κιτρινίζουν τα φύλλα, τότε δένονται στη κορυφή, είτε στρίβονται για να σταματήσει ή βλάστηση και να γίνουν τα κεφάλια χονδρότερα, ή ακόμη και για να επισπευτεί ή πρωιμότης των.
Η συγκομιδή αρχίζει κατά Μάιο-Ιούνιο αναλόγως των ποικιλιών και του τόπου. Πρέπει να γίνεται μετά την τέλεια αποξήρανση των φύλλων, αλλιώς όταν είναι πρόωρη, τα κεφάλια δεν διατηρούνται και σαπίζουν πολύ γρήγορα στην αποθήκη.
Τα σκόρδα αφού ξεριζωθούν με το χέρι η με λισγάρι, δένονται σε πλεξούδες ανά 50- 100 κεφάλια και αφήνονται μερικές ήμερες στον ήλιο για να χάσουν μέρος της υγρασίας τους. Κατόπιν αναρτώνται σε ξηρή και ευάερη αποθήκη μέχρις ότου διατεθούν. Μια καλή απόδοσης σκόρδων φθάνει 8-12 φορές μεγαλύτερη από το χρησιμοποιηθέν ποσό της φυτείας.

Ποικιλίες.
Οι κυριότερες ποικιλίες των σκόρδων, οι οποίες και συχνότερα συναντώνται στην καλλιέργεια είναι:
-Σκόρδα κοινά. Ταύτα κάνουν κεφάλια μέτρια στο μέγεθος με πολλές και σφικτές σκελίδες, συνήθως ο-λίγο κυρτές. Είναι ποικιλία ανθεκτική και μάλλον όψιμη.
-Σκόρδα ολόλευκα. Ταύτα γίνονται χονδρότερα των προηγουμένων και με σκελίδες ποιό σαρκώδεις. Οι εσωτερικές και εξωτερικές φλούδες είναι χαρακτηριστικώς κάτασπρες. Είναι ποικιλία εκλεκτή και πρώιμη
-Σκόρδα τεράστια. Τα κεφάλια αυτών αποκτούν τεράστιο όγκο (10—15 πόντους διάμετρο) με ολίγες σκελίδες, αλλά ή κάθε μία αντιστοιχεί μ' ένα ολόκληρο σκόρδο κοινό. Πρόκειται περί εξαιρετικής ποικιλίας, ελάχιστα όμως καλλιεργούμενης
-Σκόρδα στρογγυλά χονδρά. Ταύτα αποκτούν κεφάλια χονδρά και σχεδόν στρογγυλά , με σαρκώδεις σκελίδες ελάχιστα καυστικές .
-Σκόρδα σχιστά. Ταύτα χαρακτηρίζονται από τις σκελίδες όποιες είναι πολύ χαλαρές μεταξύ των η μάλλον όλως διόλου χωριστές. Είναι γλυκύτερα από τα άλλα σκόρδα και αποτελούν άλλο είδος

Ασθένειες. Οι συνηθέστερες αρρώστιες των σκόρδων είναι:
Η σκωρίαση
Παρουσιάζεται στα φύλλα σαν πολυάριθμα και πυκνά στίγματα σκουρόξανθα, τα όποια εμποδίζουν τη κανονική λειτουργία της βλαστήσεως. Προλαμβάνεται με 2-3 ψεκάσματα βορδιγαλείου πολτού (1 οκά θειικός χαλκός με 1 οκά ασβέστη σε 100 οκάδες νερό).




Η σήψης των βολβών
Είναι ένας μικρός μύκητας, ό όποιος ζει συνήθως ως σαπρόφυτο, αλλά κάποτε προσβάλλει τα σκόρδα και κρεμμύδια, όπου αναπτύσσεται σε παράσιτο. Παρουσιάζεται ως μαύρη μούχλα μεταξύ των λεπίων των βολβών. Ευνοείται σε πολύ υγρά εδάφη και εκεί πού γίνεται χρήσης φρέσκης κοπριάς. Για τα σκόρδα είναι επικίνδυνη αρρώστια. Θεραπευτικό μέσο δεν υπάρχει, παρά αποφυγή των αίτιων πού τη προκαλούν, είτε αλλαγή της καλλιέργειας για 3-4 χρόνια.

Από τα έντομα, οι σοβαρότεροι εχθροί είναι ό κρεμμυδοφάγος και ή μηλολόνθη, οι όποιοι προσβάλλουν τούς βολβούς. Καταπολεμούνται με άρσενικούχα δολώματα από αραβόσιτο ή πίτυρα, είτε με παγίδες.

Πηγή: Πρακτικός οδηγός του λαχανόκηπου-Παράρτημα «Γεωργικού δελτίου» μηνός Ιανουαρίου 1940
άπό