Πιστεύεται ότι πήρε το όνομά του από την μητέρα του Ερμή, τη Μαία.
Απεικονίζεται με ένα νέο άνδρα που φέρει στο κεφάλι καλάθι γεμάτο λουλούδια.
Ο λαός μας, συσχετίζοντας παρετυμολογικά το όνομα του Μαΐου με τα μάγια, τον θεωρεί μαγεμένο μήνα.
Οι Αγραφιώτες τον ονομάζουν «χαλαζά» και οι Τήνιοι «βροχάρη». Οι Θρακιώτες ονομάζουν τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο «Τριαντάφυλλα», γιατί το κυριότερο από τα λουλούδια του Μάη είναι το τριαντάφυλλο.
Στη Μακεδονία ονομάζεται «Κερασάρης», στον Πόντο «Καλομήνας», στην Κύπρο «Πεντεφάς ή Πενταδείλινος», γιατί εξαιτίας του μεγάλου μήκους των ημερών του, αναγκάζονται να τρώνε 5 φορές την ημέρα. Επίσης Πράσινος και Λούλουδος.
Θερίζουν τα σανά, τη σίκαλη, τη βρώμη & το κριθάρι.
Σπέρνουν μπαμπάκι, καλαμπόκι.
Μεταφυτεύουν τα καπνά.
Φυτεύουν λαχανικά.
Κάνουν τα τελευταία «μπόλια» (=εμβολιασμούς).
Παρασκευή τυριού.
Κούρεμα προβάτων & γιδιών.
Τον Μάη απέφευγαν να κάνουν γάμους και σημαντικές εργασίες.
(Σύμη, 2/5). Στα πολύ παλιά χρόνια ο κουκκουμάς γινόταν σ' όλες τις γειτονιές, για να δουν οι κοπέλες (οι κόρες όπως τις αποκαλούν εκεί) αυτόν που θα παντρευτούν. Αποβραδίς (1/5), μια κοπελιά που ζούσαν οι γονείς της έπαιρνε το «αμίλητο νερό» από 7 σπίτια, σ' ένα δοχείο, που λεγόταν κουκκουμάρι, (απαραίτητο ήταν και στα 7 σπίτια, τη νοικοκυρά να την έλεγαν Ειρήνη). Έριχναν ύστερα όλες οι κοπέλες, στο κουκκουμάρι με το «αμίλητο νερό», τα δαχτυλίδια τους, το σκέπαζαν με κόκκινο πανί, το έδεναν με κόκκινη κορδέλα, έβαζαν από πάνω ένα κλειδί και έβγαζαν το κουκκουμάρι στο δώμα για να το δουν τ' άστρα.
Την επόμενη, 2/5, μετά τη θεία λειτουργία, οι κοπελιές ετοίμαζαν φαγητά (συνήθως γιαπράκια, ντολμάδες δηλαδή) και γλυκά, καθώς και μια πίτα, με μπόλικο αλάτι και «αμίλητο νερό».
Την πίτα την ετοίμαζαν ανάποδα.
Με τα χέρια δηλ. πίσω θα κοσκίνιζαν το αλεύρι, θα ζύμωναν, θα φούρνιζαν και θα ξεφούρνιζαν την πίτα.
Μετά το φαγητό έβαζαν στη μέση ένα μεγάλο ταψί και μέσα σ' αυτό το κουκκουμάρι, αφού το ξεσκέπαζαν και του έβαζαν βασιλικό και άλλα μυρωδικά φυτά, έπαιρναν όλες θέση γύρω του κι άρχιζαν να τραγουδούν σε επίσημη βυζαντινή μελωδία, χτυπώντας τα χέρια τους στο σινί (στρογγυλό χάλκινο ταψί):
Να βγάλουμε τον κουκκουμά, να 'βγει η χαριτωμένη
να 'βγει της Παναγιάς ο γιος και της κυράς η κόρη.
Να βγάλουμε τον κουκκουμά.
Στη μια του Μα, στις δυο του Μα, τον κουκκουμά να βγάλω
κι αν είναι καλορίζικος, τον αγαπώ θα πάρω.
Αϊ Θανάση αφέντη μου έβγα απ' το θρανί σου
να δεις χαρές που γίνονται έξω απ' το πλατύ σου.
Να βγάλουμε τον κουκκουμά.
Γύρω τριγύρω στο σινί, πέρδικες πλουμισμένες
και του καιρού χαρούμενες και καλοπαντρεμένες…
Το τραγούδι συναρπαστικό, κρατούσε πολλή ώρα. Έπειτα έβγαζαν το βασιλικό κι ένα ανήλικο κορίτσι, με τους γονείς της ζωντανούς, έπαιρνε ένα-ένα τα δαχτυλίδια από το κουκκουμάρι, λέγοντας ταυτόχρονα ένα ανδρικό όνομα.
Στη συνέχεια έτρωγαν την αλμυρή πίτα κι άρχιζαν το χορό, με συνοδεία λύρας και λαγούτου. Κορίτσια τραγουδήστε και ρίξτε ένα γρόσι
να κάνουμε του λυριστή μαλαματένια στρώση…
Το βράδυ οι κοπελιές, μετά τον πολύ χορό και την αλμυρή πίτα, ήταν σίγουρο ότι θα δίψαγαν. Θα έβλεπαν στον ύπνο τους ότι πήγαν σε κάποιο σπίτι να πιουν νερό. Αν το σπίτι, που στ' όνειρό της έβλεπε η κάθε κοπελιά, πως πήγε να πιει νερό, έχει γιο ανύπαντρο, με το όνομα που της φώναξαν, βγάζοντας το δαχτυλίδι της από το κουκκουμάρι, θεωρείτο «σίγουρο» πως αυτόν θα έπαιρνε για άντρα της.
ΤΑ ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΑ.
Πολυσυζητημένο έθιμο, που τελείται με μεγάλη δημοσιότητα, κατά το τριήμερο 21-23 Μάη, προς τιμήν των αγίων Κων/νου & Ελένης. Αποτελούν μία από τις πιο χαρακτηριστικές και ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις της λαϊκής λατρείας με μορφή δρώμενου. Παλαιότερα γινόταν σε μικρή περιοχή της επαρχίας Σωζοαγαθουπόλεως της Β.Α. Θράκης.
Μετά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923, βάσει της συνθήκης της Λοζάννης, το έθιμο μεταφυτεύθηκε και ρίζωσε στη Μακεδονία. Στο τελετουργικό μέρος τους περιλαμβάνονται εκστατικοί χοροί, πομπικές περιφορές εικονισμάτων, αρχαιότροπη θυσία ζώου, χρήση αγιάσματος και εντυπωσιακή πυροβασία (περπάτημα πάνω σε αναμμένα κάρβουνα) των τελεστών Αναστενάρηδων, από την οποία κυρίως είναι γνωστό το δρώμενο.
Τα όργανα λύρα και νταούλι παίζουν σ' όλες τις φάσεις της τελετουργίας, στη διάρκεια της οποίας ακούγονται και ειδικά τραγούδια.
Ένα από τα γνωστότερα έθιμα του Ν. Σερρών, που έγινε αντικείμενο έρευνας και μελέτης, τόσο των ελλήνων, όσο και των ξένων ερευνητών.
Τα αναστενάρια, μεταφυτευμένα από τους πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης στη Βόρεια Ελλάδα, τελούνται σε τέσσερα σημεία της χώρας αυτής, όπου είναι εγκατεστημένοι οι αναστενάρηδες.
Τα μέρη αυτά είναι ο Λαγκαδάς, η Μελίκη Βέροιας, η Μαυρολεύκη Δράμας και η Αγία Ελένη Σερρών.
Το έθιμο αυτό έχει την αρχή του στην αρχαιότητα, που οπωσδήποτε αποτελεί συνέχεια λατρευτικών τελετών, προς τιμή του θεού Διόνυσου. Αυτό προκύπτει από την ομοιότητα των εθίμων που γινόταν τότε, αλλά και εξακολουθούν να γίνονται και τώρα, όπως η θυσία του ταύρου, η χρησιμοποίηση του ιαματικού νερού, των αγιασμάτων, ο χορός, τα όργανα, η φωτιά.
Οι αναστενάρηδες, έχουν ως ανώτατο αρχηγό τους το "αναστενάρικο εικόνισμα του Αγίου" και ανώτατο ιεράρχη τους, τον Αρχιαναστενάρη.
Οι εικόνες που κουβαλούν οι αναστενάρηδες μαζί τους, είναι οι λεγόμενες "χάρες" και παριστάνουν το ιερό ζεύγος των Αγίων και οι οποίες τους δίνουν την ικανότητα να βαδίζουν στη φωτιά.
Παρατηρώντας τον χορό των αναστενάρηδων, σ' όλη τη διάρκεια του εθίμου, έκρινα σωστό να ταξινομηθεί σε τρεις φάσεις:
α) πριν την πυροβασία
β) κατά το ξεκίνημα και
γ) κατά την επιστροφή από την πυροβασία.
α) ο χορός πριν την πυροβασία
Ο χορός αρχίζει μέσα στο κονάκι, (δηλ. τα σπίτια των αρχιαναστενάρηδων, όπου φυλάσσονται οι εικόνες των Αγίων), όπου τελείται η αγρυπνία και γενικώς η προετοιμασία των μυστών για την οιστροπληξία (παραφροσύνη). Αυτή κορυφώνεται στις 21 Μαΐου και παρέχει τη δυνατότητα της πυροβασίας, καθώς επίσης, εξασφαλίζει στους πιστούς την ακαΐα.
Ο χορός αρχίζει συγκεκριμένα, από τότε που οι "χάρες" εγκαλούν τον αναστενάρη.
Όταν λένε ότι "η εικόνα εγκαλεί τον καθαρό άνθρωπο", εννοούν ότι ο προσκαλεσμένος αισθάνεται μέσα του την ανάγκη να χορέψει αδίστακτα και αφοσιωμένα, μαζί με τις "χάρες".
Αφού, λοιπόν, συμβούν όλα αυτά, οι αναστενάρηδες αρχίζουν τον χορό. Κάνουν βήματα μπροστά (τροχαίους και ιάμβους ) και γυρίζουν όμοια πίσω, χτυπώντας τα πόδια ρυθμικά, πότε ελαφρά, πότε βαριά, υψώνουν τα χέρια δεκτικά, τα συμπλέκουν πάνω από το κεφάλι, τα φέρνουν πλάγια, σκύβουν γυρτά προς το ένα μέρος.
Τέλος, κάποτε, παύει ο χορός. Τότε, σταυροκοπιούνται, κάνουν μετάνοιες, θυμιατίζουν και αποσύρονται σε μία γωνιά σιωπηλοί.
Τα όργανα παίζουν όλη αυτή την ώρα της αγωνίας τους και οι παρόντες τραγουδούν.
Στα αναστενάρια, οι οργανοπαίκτες είναι η μεγάλη δύναμη, που οδηγεί τους χορευτές στο ρυθμό και τους συγκλονίζει και τους οιστρηλατεί. Κι αυτοί οι ίδιοι είναι μυημένοι, παίζουν τα όργανα τους με πάθος, συγκλονίζονται οι ίδιοι, συμπάσχουν, σκύβουν, υψώνουν το κεφάλι με τα μάτια ψηλά, καμπουριάζουν και με τα πόδια κρατούν το ρυθμό, χωρίς κανένα παραπάτημα.
Τα όργανα τους είναι η γκάιντα, η λύρα, το νταούλι και το καβάλι, που σήμερα δεν υπάρχει.
β) ο χορός κατά το ξεκίνημα και την πυροβασία
Η πομπή ξεκινά από το κονάκι. Έξω, στον αυλόγυρο του κονακιού, σχηματίζεται ο κυκλικός χορός. Ενώ τα όργανα παίζουν και το βήμα ρυθμίζεται από την έρρυθμη μουσική, βγαίνουν χορεύοντας οι αναστενάρηδες, προηγουμένου του αρχιαναστενάρη, κατευθυνόμενοι από το κονάκι προς το αλάνι. Εκεί τα όργανα παίρνουν θέση γύρω από τη φωτιά.
Αφού οι αναστενάρηδες χορεύοντας καλύψουν τρεις γύρους γύρω από τη θρακιά, ξεκινούν την πυροβασία. Ο χορός κατά την πυροβασία είναι σε ρυθμό 2/4 και οργιώδης, χαρακτηριζόμενος από πολλά γρήγορα πηδήματα, με μικρά βήματα και περιστροφές.
Ο χορός τους διαρκεί γύρω στις δύο με τρεις ώρες, ώσπου δηλαδή, να σβήσουν τη φωτιά.
γ) ο χορός κατά την επιστροφή από την πυροβασία
Η επιστροφή γίνεται και πάλι πομπική. Οι αναστενάρηδες χορεύουν, έως ότου όλη η πομπή φθάσει στο κονάκι. Μετά την εναπόθεση των εικόνων στο εικονοστάσιο, ξαναρχίζει ο χορός, όταν οι αναστενάρηδες με όλη τους την ψυχή, εκτελούν τον προτελευταίο του χορό. Τέλος, ο αρχιαναστενάρης μαζί με τα όργανα, βγαίνει χωρίς τις εικόνες στον αυλόγυρο.
Εκεί στήνεται ο ύστατος χορός. Τα όργανα και ο ρυθμός ανάβουν. Στον κυκλικό αυτό χορό προηγείται ο αρχιαναστενάρης και ακολουθεί ο μεγάλος κύκλος του λαϊκού χορού, που πηδούν ρυθμικά. Συμπληρώνοντας τους τρεις γύρους, ο αρχιαναστενάρης λύνει τον κύκλο και κάνει την απόλυση.
Θεωρώντας την πλήρη περιγραφή της διεξαγωγής της τελετής, όπως αυτή παρουσιάζεται ανά τον κόσμο, μη άμεσου