Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012

Το έθιμο της βασιλόπιτας

Μια ιστορία που συνέβηκε πριν από εκατοντάδες χρόνια, πριν από 1500 χρόνια περίπου, στην πόλη Καισάρεια της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία.
 Ο Μέγας Βασίλειος ήταν δεσπότης της Καισάρειας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του.Κάποια μέρα όμως, ένας στρατηγός-τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισάρειας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να την λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισάρεια. Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν. Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε στην πόλη.

Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον στρατηγό. Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή κι ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.


Οι χριστιανοί της Καισάρειας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα προσέφεραν, ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν. 
Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του και διέταξε το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης. Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι. Τη στιγμή όμως που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά, έγινε το θαύμα!

Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. 
Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι. Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισάρειας.


Τότε όμως, ο Δεσπότης της, ο Μέγας Βασίλειος, βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ότι ήταν δικό του. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Κάλεσε λοιπόν τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά.
Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισάρειας.
 
Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό κι έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της. Ήταν λοιπόν ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα. 

Έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί.

Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου. 

Η βασιλόπιτα, αγιοβασιλιάτικο έθιμο πολλών αιώνων, μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, για να μας θυμίζει την αγάπη και την καλοσύνη αυτού του Αγίου ανθρώπου.










Πηγή http://www.agrotravel.gr
Tags:
http://www.patridamou.gr/

Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΡΟΕΛΕΥCΗ ΤΩΝ ΕΘΙΜΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ


Το Χριστουγεννιάτικο δένδρο και μάλιστα ως μετεξέλιξη της αρχαίας Ελληνικής «Ειρεσιώνης», όχι μόνο δεν απαγορευόταν στο Βυζάντιο αλλά αντιθέτως κατά την εορτή των Χριστουγέννων «…κατά διαταγήν του επάρχου της (κάθε) πόλεως, ου μόνον καθαρισμός των οδών εγένετο, αλλά και στολισμός διαφόρων κατά διαστήματα στηνομένων στύλων με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και άνθη εποχής…» (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 152).
Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα επίλεκτο Βασιλικό Καβαλλαρικό (Ιπποτικό) Τάγμα της βυζαντινής ανακτορικής φρουράς το οποίο – μεταξύ άλλων - συμμετείχε με τελετουργικό ρόλο σε επίσημες αυτοκρατορικές τελετές – μεταξύ των οποίων και της τελετής των Χριστουγέννων - ήταν εκείνο της «Εταιρείας», το οποίο διαιρείτο σε «Μικρή», «Μεσαία» και «Μεγάλη Εταιρεία». Την «Μικρή Εταιρεία» την αποτελούσαν αλλόθρησκοι!!!... (π.χ. εθνικοί, ειδωλολάτρες, μουσουλμάνοι κλπ).Την «Μεσαία Εταιρεία» την αποτελούσαν αλλόδοξοι ή/και αλλοεθνείς Χριστιανοί (π.χ. Σκανδιναυοί, Γερμανοί, Ρώσοι, Άγγλοι κλπ).Την «Μεγάλη Εταιρεία» την αποτελούσαν «Ρωμαίοι», δηλ. Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί (Ρωμιοί).Πιο πιθανό είναι επομένως να ήταν οι αλλοεθνείς/αλλογενείς Ιππότες της Μεσαίας Εταιρείας εκείνοι που μεταλαμπάδευσαν το έθιμο της «Ειρεσιώνης» (το οποίο μετεξελίχθηκε στους «Βυζαντινούς στηνόμενους στύλους με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και ανθέων εποχής») στις αλλόδοξες Χριστιανικές χώρες από τις οποίες κατάγονταν.
Πάντως η ανάμνηση του βυζαντινού Χριστουγεννιάτικου στολισμού με στηνόμενους στύλους με δενδρολίβανα επιβίωσε στα Πρωτοχρονιάτικα κάλανδα: «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψηλή μου ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΙΑ…»

Δεν γνωρίζω εάν π.χ. στις Σκανδιναυικές χώρες φύονται δενδρολίβανα, αλλά τα κλαδιά του ελάτου που μοιάζουν πολύ με εκείνα του δενδρολίβανου θα μπορούσαν ίσως να αποτελούν το πιο πρόσφορο υποκατάστατό του που διαδόθηκε ευρέως στη Δύση και παρέμεινε μέχρι τις ημέρες μας.  

Αξίζει να σημειωθεί ότι και η φάτνη η οποία τοποθετείται στην βάση του Χριστουγεννιάτικου δένδρου αποτελεί επίσης ελληνικό έθιμο από την εποχή του Βυζαντίου:
«Οι Βυζαντινοί κατά την ημέραν των Χριστουγέννων…εσχημάτιζον σπήλαιον και εν αυτώ ετοποθέτουν στρωμνήν εφ’ ής ετοποθέτουν παίδα, τον Ιησούν παριστάνοντα…» (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 151).
Ομοίως και τα κάλανδα:

«…Οι Βυζαντινόπαιδες, περιερχόμενοι τας οικίας, από βαθείας πρωίας μέχρι δείλης οψίας, μετά αυλών και συρίγγων έλεγον τα κάλανδα…» (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 152).

Περί των καλανδιστών κατά τα Χριστούγεννα κατά τον ΙΒ΄ αι. μαρτυρεί και ο Ι. Τζέτζης γράφων:

«…Και όσοι κατ’ αρχίμηνον την Ιανουαρίου και τη Χριστού γεννήσει δε και Φώτων ημέρα, οπόσοι περιτρέχουσι τας θύρας προσαιτούντες μετά ωδών και επωδών και λόγους εγκωμίων…».

Ομοίως ο Άη Βασίλης για τον οποίο ο κα­θη­γη­τὴς τῆς λα­ο­γρα­φί­ας Δ. Λου­κά­τος, στὸ βι­βλί­ο του «Χρι­στου­γεν­νι­ά­τι­κα καὶ τῶν γι­ορ­τῶν» γρά­φει μεταξύ άλλων ὅ­τι:
«…Ο δι­κός μας Ἅ­γιος Βα­σί­λης ἦ­ταν ἕ­νας κα­θα­ρὰ πρω­το­χρο­νι­ά­τι­κος Ἅ­γιος, κά­τι ἀ­νά­με­σα στὸν πραγ­μα­τι­κὸ Ἱ­ε­ράρ­χη τῆς Και­σα­ρείας καὶ σ' ἕ­να πρό­σω­πο συμ­βο­λι­κὸ τοῦ Ἑλ­λη­νι­σμοῦ, ποὺ ξε­κι­νοῦ­σε ἀ­πὸ τὰ βά­θη τῆς Ἑλ­λη­νι­κῆς Ἀ­σί­ας, κι ἔ­φτα­νε τὴν ἴ­δια μέ­ρα σ’ ὅ­λα τὰ πλά­τη, ἀ­πὸ τὸν Πό­ντο ὡς τὴν Ἑ­πτά­νη­σο κι ἀ­πὸ τὴν Ή­πει­ρο ὡς τὴν Κύ­προ... Ἐ­κεῖ­νο ποὺ ἔ­φερ­νε στοὺς ἀν­θρώ­πους ἦ­ταν πε­ρισ­σό­τε­ρο συμ­βο­λι­κό: ἡ κα­λὴ τύ­χη κι ἡ ἱ­ε­ρα­τι­κὴ εὐ­λο­γί­α του… Ο Άη Βασίλης στην δι­κή μας (Βυζαντινή) πα­ρά­δο­ση, ήταν γε­λα­στός, ντυ­μέ­νος σαν βυ­ζαν­τι­νὸς πε­ζο­πό­ρος, μὲ σκου­φὶ …και στο χέ­ρι του κρα­το­ύ­σε ένα ρα­βδί.. Τὸ …μα­γι­κὸ ρα­βδί του, ἀ­π’ ὅ­που μὲ θαυ­μα­στὸν τρό­πο βλά­σται­ναν ἢ ζων­τά­νευ­αν κλα­διά καὶ πέρ­δι­κες, σύμ­βο­λα τῶν ἀν­τί­στοι­χων δώ­ρων, ποὺ θὰ μπο­ρο­ύ­σε νὰ μοι­ρά­σει στοὺς εὐ­νο­ου­μέ­νο­υς του (σ.σ. το ραβδί του Άη Βασίλη θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο άμεσος πρόγονος του Χριστουγεννιάτικου στολισμένου δένδρου… )..Οἱ ἄν­θρω­ποι λὲς καὶ ζη­τοῦ­σαν τὴν εὐ­λο­γί­α του, μὲ τὸ νὰ μοι­ρά­ζουν ἀ­πὸ δι­κὴ τους πρό­θε­ση δῶ­ρα καὶ λε­φτά…γο­νεῖς καὶ συγ­γε­νεῖς ἔ­δι­ναν στὰ παι­διὰ τους μπου­να­μά­δες ἢ καὶ με­τα­ξύ τους τὰ δῶ­ρα…».
Ο Μέγας Βασίλειος γεννήθηκε το 330 στη Νεοκαισάρεια του Πόντου (σ.σ. ήταν και παραμένει ένας …Πόντιος Πρωτοχρονιάτικος Άγιος!!!...) και διετέλεσε Επίσκοπος Καισαρείας, ο οποίος ανέλαβε στη συνέχεια την εξαρχία της Αρχιεπισκοπής του Πόντου, σπούδασε φιλοσοφία στην Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα, ενώ υπήρξε μαθητής και συνεχιστής των Ελλήνων φιλοσόφων Λιβανίου, Ιμερίου και Προαιρεσίου. Μαθητής του τελευταίου υπήρξε και ο συνομήλικος του Μεγάλου Βασιλείου Βυζαντινός Αυτοκράτωρ Ιουλιανός ο Παραβάτης.

Ο Μέγας Βασίλειος όχι μόνον δεν απέρριπτε την μελέτη των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων αλλά αντιθέτως προέτρεπε τη χρήση της, επειδή τη θεωρούσε ως ένδυμα της Χριστιανικής θρησκευτικής Διδασκαλίας!!!...

   Aγιος Βασίλειος ο Μέγας. Ι.Μ. Διονυσίου Αγίου Όρους. 15ος αι.

Ήταν επίσης γνωστός μεταξύ άλλων και για τους αγώνες του υπέρ της αξιοκρατίας και κατά της σιμωνίας των Επισκόπων καθώς επίσης και για το σπουδαίο φιλανθρωπικό έργο που επιτελούσε μέσωι του ιδρύματός του, το οποίο στην πραγματικότητα ήταν μια ολόκληρη πόλη – Πτωχοκομείο κοντά στην Καισαρεία, την οποία ονόμαζαν προς τιμήν του «Βασιλειάδα».
Επίσης είναι γνωστό ότι το έθιμο της βασιλόπιτας συνδέεται με τον Άγιο Βασίλη/Μέγα Βασίλειο, ο οποίος ήθελε να επιστρέψει στους κατοίκους της Καισαρείας, τιμαλφή και χρυσά νομίσματα που του είχαν παραδώσει προκειμένου να δοθούν ως λύτρα στον έπαρχο Καππαδοκίας  που απειλούσε με δήωση την πόλη τους επειδή οι κάτοικοι αδυνατούσαν να καταβάλουν τους οφειλόμενους φόρους. Όταν όμως επείσθη από τον Μέγα Βασίλειο ότι η αδυναμία αυτή οφείλετο σε προηγηθείσα θεομηνία, απήλλαξε την Καισάρεια της δηώσεως και δεν εδέχθη τα προσφερθέντα λύτρα.Επειδή τα συγκεντρωθέντα πολύτιμα αντικείμενα δεν χρειάζονταν πλέον, έπρεπε να επιστραφούν στους κατόχους τους. Όμως για να μην μπουν στον πειρασμό να πάρουν κάτι που δεν τους ανήκε, ο Μέγας Βασίλειος έδωσε εντολή στην υπηρεσία της επισκοπής να ζυμωθούν πίτες και μέσα σε αυτές να τοποθετηθούν τα πολύτιμα αντικείμενα που έπρεπε να μοιραστούν στους κατοίκους. Όταν οι πίτες αυτές μοιράστηκαν μετά τη θεία λειτουργία της επομένης ημέρας που ήταν Πρωτοχρονιά, ο καθένας βρήκε μέσα στην πίτα που πήρε ό,τι ή θεία πρόνοια του έδωσε, ή - κατ’ άλλη εκδοχή σύμφωνη με την παράδοση – βρήκε, ως εκ θαύματος, ό,τι είχε προσφέρει.
Ο Μέγας Βασίλειος κοιμήθηκε την 1-1-379.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην κηδεία του συμμετείχαν όχι μόνον Χριστιανοί αλλά επιπλέον πιστοί της εθνικής θρησκείας, ένα πλήθος ανομοιογενούς θρησκευτικής και εθνικής απόχρωσης, ακόμα και Ιουδαίοι!!!...Οπότε ας μην έχουμε ενοχές για τα Χριστουγεννιάτικα έθιμά μας, ότι δήθεν είναι δυτικότροπα, ούτε χρειάζεται να αντικαταστήσουμε το Χριστουγεννιάτικο δένδρο, τη φάτνη και τον Άη Βασίλη με άλλα υποκατάστατα έθιμα όπως π.χ. πλοία (τοπικό έθιμο που έλκει την καταγωγή του από τη Χίο του περασμένου αι.) κλπ γιατί τα Χριστουγεννιάτικα και Πρωτοχρονιάτικα έθιμά μας ήταν, είναι και παραμένουν απολύτως Ελληνικά, ασχέτως εάν επανεισήχθησαν στη χώρα μας με επίσημη αφετηρία επανεισαγωγής τους το 1833 κατά τον στολισμό του Χριστουγεννιάτικου δένδρου στα ανάκτορα του Βασιλέως Όθωνος (και κατόπιν σε όλη την Αθήνα, ενώ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθιερώθηκε ο στολισμός του με μπάλες)!!!...Και είναι κρίμα ως Έλληνες να αγνοούμε, να περιφρονούμε, να απαξιούμε και να απεμπολούμε μια και πλέον χιλιετία μεσαιωνικής μας ιστορίας, απλώς και μόνον επειδή ενίοτε θεωρούμε ότι δεν συμβαδίζει με τις θρησκευτικές μας επιλογές…Και ειδικά όταν οι Βόρειοι, οι Ανατολικοί και οι Δυτικοί μας γείτονες καραδοκούν και επιδιώκουν συστηματικά εδώ και αιώνες να την σφετερισθούν…Αξίζει να παρατηρήσουμε τη σημερινή επίσημη σημαία της Σερβίας με τον Βυζαντινό Εστεμμένο Δικέφαλο που φέρει στην καρδιά του το Βυζαντινό Αυτοκρατορικό Πορφυρό Λάβαρο με τον Σταυρό και τα 4 Πυρέκβολα (φλογοβόλα υγρού πυρός)!!!...:

Η σημερινή, επίσημη, πλήρης δικών μας Βυζαντινών συμβόλων σημαία της Σερβίας.

Εμείς τι κάνουμε???!!!...

Τώρα το «ΕΜΕΙΣ» θα μου πείτε είναι σχετικό…

Άλλωστε σύντομα μεταξύ ημών θα εκλέγουν, θα εκλέγονται, θα ψηφίζουν και θα αποφασίζουν για την εδαφική μας ακεραιότητα, την εθνική μας ανεξαρτησία, την ιστορία, τη γλώσσα, τα έθιμα, τα εθνικά μας σύμβολα, τη θρησκεία και τον πολιτισμό μας αλλοεθνείς, αλλογενείς, αλλόφυλοι και αλλόθρησκοι που θα αποκτήσουν νόμιμα, ως απόγονοι μεταναστών, την Ελληνική ιθαγένεια…
ΑΚΟΙΜΗΤΟC
http://www.hellinon.net/index.htm

Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2012

ΗΜΕΡΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Εἶδα χθὲς βράδυ στ᾿ ὄνειρό μου

Εἶδα χθὲς βράδυ στ᾿ ὄνειρό μου,
τὸ γεννημένο μας Χριστό,
τὰ βόδια ἐπάνω Του ἐφυσοῦσαν,
ὅλο τὸ χνῶτο τους ζεστό.


Τὸ μέτωπό Του ἦταν σὰν ἥλιος,
καὶ μέσα ἡ φάτνη φτωχική,
ἄστραφτε πιὸ καλὰ ἀπὸ μέρα,
μὲ κάποια λάμψη μαγική.


Στὰ πόδια Του ἔσκυβαν οἱ Μάγοι,
κι ἔμοιαζε τ᾿ ἄστρο ἀπὸ ψηλά,
πὼς θὰ καθήσει σὰν κορώνα,
στῆς Παναγίτσας τὰ μαλλιά.


Βοσκοὶ πολλοὶ καὶ βοσκοποῦλες,
τὸν προσκυνοῦσαν ταπεινά,
ξανθόμαλλοι Ἄγγελοι ἐστεκόνταν,
κι ἔψελναν γύρω του «ὠσαννά».


Μὰ κι ἀπὸ Ἀγγέλους κι ἀπὸ Μάγους,
δὲ ζήλεψα ἄλλο πιὸ πολύ,
ὅσο τῆς Μάννας Του τὸ στόμα,
καὶ τὸ ζεστὸ-ζεστὸ φιλί.

 http://users.uoa.gr/

Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2012

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ

Απολυτίκιον Χριστουγέννων




ΠΡΟΕΟΡΤΙΟΝ

Ἦχος γ´. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν προαιώνιον Λόγον,
ἐν Σπηλαίῳ ἔρχεται, ἀποτεκεῖν ἀποῤῥήτως.
Χόρευε ἡ οἰκουμένη ἀκουτισθεῖσα,
δόξασον μετὰ Ἀγγέλων καὶ τῶν Ποιμένων,
βουληθέντα ἐποφθῆναι,
παιδίον νέον, τὸν πρὸ αἰώνων Θεόν.

ΕΟΡΤΙΟΝ

Ἦχος γ´. Αὐτόμελον. Ποίημα Ῥωμανοῦ τοῦ Μελῳδοῦ.

Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν ὑπερούσιον τίκτει,
καὶ ἡ γῆ τὸ Σπήλαιον, τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει.
Ἄγγελοι μετὰ Ποιμένων δοξολογοῦσι.
Μάγοι δὲ μετὰ ἀστέρος ὁδοιποροῦσι.
Δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη, Παιδίον νέον,
ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.
  http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/prayers/kontakia_xristoygennwn.htm 

Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012

ΚΟΥΡΑΜΠΙΕΔΕΣ. ΜΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΚΑΙ ΝΟΣΤΙΜΗ ΣΥΝΤΑΓΗ



 1 κιλό φρέσκο βούτυρο γάλακτος
1 κούπα ζάχαρη άχνη
1\2  κιλού αμύγδαλα χοντροκομμένα
4 κρόκοι αυγών
1 κουταλάκι γλυκού σόδα κοφτό
2 κουτάλια σούπας κονιάκ
2κιλά αλεύρι
2 κιλά άχνη για τύλιγμα
Ανθόνερο για ράντισμα.
Εκτέλεση
Καβουρδίζουμε τ΄ αμύγδαλα  και τά  χοντροκόβουμε   στο χαβάνι ή το μπλέντερ.  Χτυπάμε  σε μια λεκάνη το βούτυρο  να αφρατέψει και να ασπρίσει  και ρίχνουμε  μέσα τ΄ αυγά , τ΄ αμύγδαλα , το κονιάκ,  την σόδα,  και τέλος το αλεύρι σιγά- σιγά όσο πάρει μέχρι να γίνει μια μαλακή ζύμη πού δεν κολλά  στα χέρια.  {το αλεύρι πού παίρνει συνήθως αυτή η δόση  όταν την φτιάχνουμε  εμείς είναι  περίπου 1200 γραμ. }
Πλάθουμε τους κουραμπιέδες στρογγυλούς παραδοσιακά    με μια δαχτυλιά πλαγίως για να έχει μια λακουβίτσα να κάτσει η άχνη.  Ψήνουμε σε μέτριο φούρνο {180ο}  για περίπου 20- 25 λεπτά  να ροδίσουν ελαφρώς  και  με το ξεφούρνισμα  τους ραντίζουμε με  ανθόνερο.
Τους βάζουμε σε πιατέλα με την σειρά και πασπαλίζουμε κοσκινίζοντας ζάχαρη άχνη. Κάθε σειρά παίρνει και την δική της ζάχαρη.
Είναι πεντανόστιμοι.
Και του χρόνου με υγεία.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ.
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ 
   

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Αγιασμένες μέρες

"Μέγα μάθημα της ταπείνωσης είναι για μας, αδελφοί μου, η Γέννηση του Χριστού. Πού γεννήθηκε; Μέσα σε μια φάτνη, σ’ ένα παχνί να πούμε καλύτερα, για να νοιώσουμε βαθύτερα την ανείπωτη συγκατάβαση του Θεού, γιατί τ’ αρχαία λόγια κάνουνε να φαίνουνται στα μάτια μας πλούσια και τα φτωχά πράγματα. Η μητέρα του, η υπεραγία Θεοτόκος, μακριά από το σπίτι της, ξένη σε ξένον τόπο, πήγε και τον γέννησε μέσα σ’ ένα μαντρί. Το βόδι και το γαϊδούρι τον ζεστάνανε με την ανασαμιά τους. Τσομπάνηδες τον συντροφέψανε. Μαζί με τα νιογέννητα αρνιά λογαριάστηκε ο αμνός του Θεού, που ήρθε στον κόσμο για να σώσει τον άνθρωπο από την κατάρα του Αδάμ. Ποιος άνθρωπος γεννήθηκε με μεγαλύτερη ταπείνωση;
Η φάτνη είναι η ταπεινή καρδιά, που μοναχά σ’ αυτή πηγαίνει και γεννιέται ο Χριστός.
Η Εκκλησία μας φωτοβολά μέσα στο χειμωνιάτικο σκοτάδι, γιορτάζοντας τη Γέννηση του Κυρίου. Από μέσα της ακούγεται μια υπερκόσμια υμνωδία, σαν εκείνη που ψέλνανε οι άγγελοι τη νύχτα που γεννήθηκε ο Κύριος, «ἦχος καθαρός ἑορταζόντων». Ποιος λαός άλλος, παρεκτός από μας, έχει αυτή την ευλογία; Ποιο άλλο έθνος τέρπεται κ’ ευφραίνεται κι αγιάζεται με τέτοια ουράνια απηχήματα;"
 Η απλότητα της ψυχής του Κόντογλου του επιτρέπει να ζει και να μας περιγράφει την “πνευματική χαρά και την ουράνια αγαλλίαση” των Χριστουγέννων.
 http://www.xfd.gr/
 

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

Οι προετοιμασίες των Χριστουγέννων

Οι προετοιμασίες των Χριστουγέννων άρχιζαν μερικές μέρες πριν. Οι νοικοκυρές καθάριζαν τα σπίτια τους και έψηναν κουλούρια και χριστόψωμα σε παραδοσιακούς φούρνους. Την παραμονή των Χριστουγέννων, οι άνδρες του χωριού έσφαζαν τους χοίρους και με τη βοήθεια των γυναικών, τους καθάριζαν.  Αξίζει να αναφερθεί πως οι άνδρες του χωριού, επειδή θα έσφαζαν τους χοίρους και θα έβαφαν τα χέρια τους με αίμα, γεγονός που θα τους καθιστούσε προσωρινά «ανάξιους» για να κοινωνήσουν, λάμβαναν τη Θεία Κοινωνία- πριν τα Χριστούγεννα- των Αχράντων Μυστηρίων.
Oι μέρες που μεσολαβούν από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, είναι γνωστές ως «Δωδεκαήμερο». Την ημέρα των Χριστουγέννων, πρωί- πρωί, όλοι οι χωριανοί βρίσκονταν στην εκκλησία. Με το τέλος της λειτουργίας των Χριστουγέννων, οι συγγενείς μαζευόντουσαν κατά ομάδες σε σπίτια, έτρωγαν και διασκέδαζαν.
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, μόλις κτυπούσε η καμπάνα για την ακολουθία του εσπερινού, οι νοικοκυρές έστρωναν το «τραπέζι του Άη-Βασίλη». Πάνω σε αυτό, τοποθετούσαν τη βασιλόπιτα, ένα ποτήρι κρασί, ένα πιάτο με σιτάρι μέσα στο οποίο στερέωναν ένα αναμμένο κερί, ένα κλαδί ελιάς και το πορτοφόλι του οικοδεσπότη. Όλα αυτά θα τα ευλογούσε ο Άγιος, που θα επισκεπτόταν το κάθε σπίτι,  αμέσως μετά τα μεσάνυχτα της παραμονής,  μ’ άλλα λόγια, την πρώτη μέρα της νέας χρονιάς.
Επιπρόσθετα, την ίδια μέρα, δηλαδή την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, τοποθετούσαν ένα μικρό κλαδί χλωρής ελιάς πάνω στην πόρτα, καθώς και πάνω στο θρουμπί που κοσμούσε το στόμιο της στάμνας του νερού.  Το βράδυ της παραμονής, όλη η οικογένεια συγκεντρωνόταν μπροστά στο τζάκι και έριχνε φύλλα ελιάς στη φωτιά, για να μάθει μελετώντας το «πέταγμα» των φύλλων, ποιοι από τους γνωστούς την αγαπούσαν.
Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, ο καθένας προσπαθούσε να περάσει μια ήρεμη και ευτυχισμένη ζωή, διότι πίστευαν πως όπως περνούσε αυτή η μέρα θα περνούσαν και όλες οι υπόλοιπες μέρες του χρόνου.
Την ημέρα των Καλάντων, δηλαδή την παραμονή των Φώτων, μετά το Μεγάλο Αγιασμό, η κάθε οικογένεια έπαιρνε αγιασμένο νερό από την εκκλησία στο σπίτι. Με τον αγιασμό ράντιζαν τα ζώα τους και όλη την ακίνητή τους περιουσία.
Πρωί- πρωί, ανήμερα των Φώτων, προτού κτυπήσει η πρώτη καμπάνα της εκκλησίας, όλοι οι νέοι έτρεχαν στις βρύσες του χωριού, για να πλυθούν,  γιατί πίστευαν πως το νερό εκείνη την ώρα  θα τους διατηρούσε νέους και όμορφους. Ακολούθως, με το τέλος της θείας λειτουργίας, η κάθε οικογένεια μετέφερνε Άγιο Φως από την εκκλησία στο σπίτι της. Το απόγευμα, τα μικρά παιδιά επισκέπτονταν συγγενικά τους σπίτια και έπαιρναν τη λεγόμενη «πλουμιστήρα», ενώ ο ιερέας του χωριού μαζί με μερικά παιδιά του χωριού επισκεπτόταν τα σπίτια για να «καλαντίσει»- ψάλλει τα κάλαντα.
Πηγή: Σημειώσεις Κοινοτικού Συμβουλίου
 

Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2012

Τι έτρωγαν οι Έλληνες τα Χριστούγεννα



Γεμιστή γαλοπούλα (σύμφωνα με το μεξικανικό έθιμο), πουτίγκα (σύμφωνα με το βρετανικό), ροκφόρ κατά τη γαλλική συνήθεια, γαλλικά κρασιά και σαμπάνια σε ευρωπαϊκό στυλ: Αυτά είναι κάποια από τα αγαθά που (μέχρι πρότινος τουλάχιστον) έκαναν την εμφάνισή τους τα Χριστούγεννα διεκδικώντας επίμονα μια θέση και στο ελληνικό γιορτινό τραπέζι. 
Όμως, αν γυρίσουμε κάμποσα χρόνια πίσω, δε θα βρούμε κανένα από αυτά τα εδέσματα στο τραπέζι των Ελλήνων είτε στην πόλη είτε στην ύπαιθρο.
Ας θυμηθούμε τι πρωταγωνιστούσε εθιμοτυπικά στο χριστουγεννιάτικο ελληνικό τραπέζι σε άλλους καιρούς – έτσι για να μην ξεχνιόμαστε:
Το ψωμί
Το ψωμί της ημέρας ήταν ένα έργο τέχνης και ονομαζόταν – πώς αλλιώς; – Χριστόψωμο. Ήταν ζυμωτό και στρογγυλό, με ένα άσπαστο καρύδι και ένα σταυρό από ζυμάρι στο κέντρο του. Στην επιφάνειά του είχε χαραγμένα διάφορα καλλιτεχνικά σχέδια (φύλλα, λουλούδια, καρπούς, πουλιά). Το ζύμωμά του ήταν μια ιεροτελεστία και τα υλικά του, εκτός από φίνο αλεύρι και ειδική μαγιά (π.χ. από ξερό βασιλικό), περιελάμβαναν μέλι, σουσάμι, κανέλα, αμύγδαλα, γαρίφαλα, γλυκάνισο, μαστίχα και ροδόνερο. Εθεωρείτο ευλογημένο ψωμί. Ανήμερα των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης το σταύρωνε, το έκοβε και το μοίραζε στην οικογένεια και τους επισκέπτες ανταλλάσσοντας ευχές. Σύμφωνα με την παράδοση, ο συμβολισμός του ειδικού αυτού ψωμιού θέλει να δείξει ότι «όπως όλοι οι σπόροι του σταριού ενώνονται σε ένα ψωμί, έτσι και όλοι οι λαοί κάποτε θα ενωθούν με έναν ποιμένα, τον Χριστό».
Το φαγητό
Χειροποίητες πίτες με γέμιση όπως εποχιακά λαχανικά (σπανάκι, πράσο, κρεμμύδια, χόρτα, κολοκύθα), αυγά, τυρί ή κιμά.
Λαχανοντολμάδες: Το έθιμο φαίνεται ότι προέρχεται από το Βυζάντιο και σύμφωνα με τους λαογράφους, τα τυλιγμένα φύλλα του λάχανου συμβολίζουν τα σπάργανα του Χριστού.
Ζεστή κοτόσουπα, την οποία έτρωγαν μετά την επιστροφή τους από την εκκλησία (σ.σ: Η συνήθεια να σερβίρονται πιο ασυνήθιστα πουλερικά όπως η γαλοπούλα ή η χήνα, η οποία εθεωρείτο πτηνό του Ήλιου, προέρχεται από το Μεξικό και αποσκοπούσε στο να κερδίσουν οι συνδαιτυμόνες την εύνοια του θεού Ήλιου).
Χοιρινό με πρασοσέλινο ή ψητό στη χόβολη του τζακιού, αφού ήταν η εποχή της σφαγής των γουρουνιών, η οποία ονομαζόταν και γουρουνοχαρά (μάλλον των σφαγέων και όχι των γουρουνιών…). Άλλες παραλλαγές του χοιρινού ήταν οι τηγανιές (μικρά κομμάτια κρέατος στο τηγάνι με ρίγανη) και η πηχτή (σιγοβρασμένο κρέας με μπόλικο λεμόνι). Και όλα αυτά με τη συνοδεία καλού ντόπιου κρασιού.
Αρνάκι στην κατσαρόλα με ρύζι (σούπα).
http://www.goldenmag.gr/
 

Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Χρυσάφι είναι το βουνό, χρυσάφι το νερό μας, χρυσάφι είναι ο τόπος μας, και τ'όμορφο χωριό μας.

Έτσι ο ποιητής. Σκληρός. Και να ζητάει τ' αδύνατα.

Ω, και να μπορούσανε, λέει, και τα οργανωμένα κράτη να οργανώσουνε μια δημόσια ζωή με νόμους σαν αυτούς που διέπουν το άτομο. Να επιφοιτούσε στα κοινά η ψυχή, και μια διαταγή του Υπουργού Υγείας να ξαπόστελνε στα εργοστάσια επεξεργασίας αποριμμάτων όλες τις πενταροδεκάρες των συμφερόντων, για να βγουν έστω και λίγα γραμμάρια ομορφιάς. Να έπαιρνε πότε πότε η συνεδρίαση του Κοινοβουλίου τις προεκτάσεις που παίρνει ένα δάκρυ όταν διαθλά τις αθλιοτητες όλες κι απομένει να λάμπει σαν μονόπετρο.
Κοντολογίας, να μπορούσαν και τη σημασία των λαών να τη μετράνε όχι από το πόσα κεφάλια διαθέτουν για μακέλεμα, όπως συμβαίνει στις ημέρες μας, αλλά από το πόση ευγένεια παράγουν , ακόμη και κάτω από τις πιο δυσμενείς και βάναυσες συνθήκες, όπως ο δικός μας ο λαός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπου το παραμικρό κεντητό πουκάμισο, το πιο φτηνό βαρκάκι, το πιο ταπεινό εκκλησάκι, το τέμπλο, το κιούπι, το χράμι, όλα τους αποπνέανε μιαν αρχοντιά κατά τι ανώτερη των Λουδοβίκων.
Τι σταμάτησε αυτά τα κινήματα ψυχής που αξιώθηκαν κι έφτασαν ως τις κ ο ι ν ό τ η τ ε ς; Ποιος καπάκωσε μια τέτοιου είδους αρετή που μπορούσε μια μέρα να μας οδηγήσει σ' ένα ιδιότυπο κομμένο στα μέτρα της χώρας πολίτευμα; Όπου το κοινόν αίσθημα να συμπίπτει με κείνο των αρίστων. Τι έγινε η φύση που μαντεύουμε αλλά δεν τη βλέπουμε; Ο αέρας που ακούμε αλλά δεν τον εισπνέουμε;
Κουράστηκα να τα λέω. Θα 'θελα να μην είχα πια τίποτα να πω, αλλά πώς () που νιώθω να 'μαι ακόμα γεμάτος, φορτωμένος με τόνους ανέμων, τσουβάλια Ιουλίων, καλαθούνες ανθέων... Τα μωβ ξεχειλίζουν. Τα σκούρα μου κόβουν τους αγκώνες. Πολλά γαιώδη μουλιάζουν τα ρούχα μου. Άλλα, ελαφρότερα, γίνονται στοές, ρόπτρα, γεφυράκια, τρούλοι. Ανάγκη να ξεφορτώσω. Πώς όμως. που αυτά πλέον έγιναν στοιχεία του οργανισμού μου; Έτσι και τ' αδειάσω, έσβησα."
Οδυσσέας Ελύτης, Τα δημόσια και τα ιδιωτικά, εκδ. Ίκαρος, Μάιος 1990.
    Σημείωση: Οι παρενθέσεις () υποδηλώνουν την άνω τελεία που δεν διαθέτει το πληκτολόγιο. Ίσως εν ονόματι της κατάργησης του δισταγμού που δεν συμβαδίζει με την τεχνολογία...
Ένα υπέροχο πεζό του μεγάλου ποιητού μας, από τα τελευταία έργα του. Σ' ένα νησί του Αιγαίου ο ποιητής, παρέα με την φύση και λίγους απλούς νησιώτες, στοχάζεται την ομορφιά και το ήθος της Ελληνικής Φύσης, και πώς αυτή έχει βαθειά ποτίσει τους απλούς ανθρώπους του λαού, το ήθος των ανθρώπων και τον πολιτισμό τους, από τα χρόνια των Μινωιτών μέχρι και σήμερα.
Δύο σημεία από το έργο αυτό είναι πολύ γνωστά: Το πρώτο, αυτό που γράφει για την γλώσσα και την ορθογραφία: «το κάθε ωμέγα, το κάθε ύψιλον, η κάθε οξεία, η κάθε υπογεγραμμένη, δεν είναι παρά ένας κολπίσκος ... κυματιστοί αμπελώνες, υπέρθυρα εκκλησιών ... περιστεριώνες και γλάστρες με γεράνια ...»
Το δεύτερο, τό αναφέρει συχνά ο Χρήστος Γιανναράς: «... το πόση ευγένεια παράγουν (οι λαοί), ακόμη και κάτω από τις πιο δυσμενείς και βάναυσες συνθήκες, όπως ο δικός μας ο λαός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπου το παραμικρό κεντητό πουκάμισο, το πιο φτηνό βαρκάκι, το πιο ταπεινό εκκλησάκι, το τέμπλο, το κιούπι, το χράμι, όλα τους αποπνέανε μιαν αρχοντιά κατά τι ανώτερη των Λουδοβίκων».
Related Posts : /%CE%9C%CE%B5 %CF%8D%CF%86%CE%BF%CF%82 %CE%BA%CE%B1%CE%B9 %CE%AE%CE%B8%CE%BF%CF%82

Χαλβάς σπιτικός - Μία συνταγή της Αρκαδίας



Υλικά
1 φλιτζάνι τσαγιού
ελαιόλαδο
2 φλιτζάνια τσαγιού ψιλό σιμιγδάλι

3 φλιτζάνια τσαγιού ζάχαρη

4 φλιτζάνια τσαγιού νερό

1 φλιτζάνι τσαγιού μαύρη σταφίδα

1 κουταλιά σούπας κανέλα
1 φλιτζάνι τσαγιού καρύδια κοπανισμένα
ΕκτέλεσηΣε βαθιά κατσαρόλα βάζουμε το λάδι και, όταν κάψει, ρίχνουμε το σιμιγδάλι και ανακατεύουμε με ξύλινη κουτάλα συνεχώς μέχρι να 'καβουρντιστεί'. Προσθέτουμε την κανέλα και, χαμηλώνοντας τη φωτιά, ρίχνουμε το νερό, στο οποίο προηγουμένως έχουμε διαλύσει τη ζάχαρη. Συνεχίζουμε το ανακάτεμα χωρίς διακοπή, έως ότου ο χαλβάς ξεκολλήσει τελείως από την κατσαρόλα και δεν έχει καθόλου υγρασία. Λίγο πριν τον βγάλουμε από τη φωτιά, ρίχνουμε τη σταφίδα. Τον βάζουμε σε φορμάκια και τον σερβίρουμε πασπαλισμένο με ζάχαρη, κανέλα και κοπανισμένα καρύδια.
Πηγή συνταγής: το βιβλίο 'Παραδοσιακές Συνταγές της Αρκαδίας' της Θηρεσίας Κοντογιάννη, 2η έκδοση, Εκδόσεις 'Μαϊνάς', 1999
άπό

ΓΑΣΤΡΑ. ΕΝΑΣ ΦΟΡΗΤΟΣ ΦΟΥΡΝΟΣ.

Η γάστρα ήταν ένα απαραίτητο σκεύος της υπαίθριας ζωής. Πολύ λίγες
οικογένειες διέθεταν μόνιμους φούρνους στα ορεινά χωριά. Για να ψήσουν ψωμί ή φαγητό του φούρνου, έπρεπε να βρουν άλλο τρόπο. Η λύση ήταν ένας φορητός και γρήγορος φούρνος. Αυτό ήταν η γάστρα.

Η γάστρα αποτελείτο από μια ημισφαιρική χονδρή λαμαρίνα, που στο πάνω μέρος είχε μια λαβή για να μπορούν να τη σηκώνουν με το «ξυθάλι». Χαμηλότερα από τη λαβή είχε ένα μεταλλικό στεφάνι για να κρατάει τις ζεστές στάχτες και τ' αναμμένα κάρβουνα. Στη «γωνιά», η οποία αποτελείτο από «σίμαλες» πλάκες για να κρατούν την θέρμανση, άναβαν δυνατή φωτιά από λεπτά ξύλα για να κάνουν γρήγορη και δυνατή φλόγα και να δημιουργούν κάρβουνα πολύ γρήγορα.
Πάνω σε αυτήν τη φοβερή φωτιά τοποθετούσαν τη γάστρα, η οποία γινόταν κατακόκκινη από τη δυνατή φλόγα. Όταν η φωτιά κατέπαυε, οι νοικοκυρές καθάριζαν τη γωνιά, έβαζαν το στρογγυλό ταψί με το ψωμί ή το φαγητό, μετά τη γάστρα και ύστερα τα κάρβουνα και τις ζεστές στάχτες πάνω και γύρω στη γάστρα και εσφράγιζε το φορητό φούρνο.


Σε δύο η τρεις ώρες το φαγητό ή το ψωμί ήταν έτοιμο.
Η γάστρα ήταν ένας πρωτόγονος φορητός φούρνος. Τον έπαιρνες μαζί σου, τον φόρτωνες στο γαϊδουράκι ή στο μουλάρι μαζί με τα πενιχρά τρόφιμα και με το πιτσιρίκι κάπου-κάπου. Έτσι μπορούσες να ψήσεις ψωμί (απαραίτητο), πίτες κρέας, μπακλαβά και άλλα.

Η γάστρα μαζί με την πυροστιά , το ξυθάλι, ένα κακάβι με το καπάκι για πιάτο, ήταν τα βασικά σκεύη της υπαίθριας κουζίνας.


Περιττό να πούμε ότι το φαγητό είχε υπέροχη γεύση, γιατί η γάστρα εσφράγιζε καλά και κρατούσε μέσα τα υγρά και έψηνε πολύ σιγά.
Άλλα σκεύη της χωριάτικης μαγειρικής ήταν το τηγάνι, το ταψί (στρογγυλό), η χουλιάρα (κουτάλα), ο τέτζερης, ο μαστραπάς και άλλα. Καλή Όρεξη!...

πηγή

Το λίχνισμα... όπως τα παλιά χρόνια

ΤΟ ΚΑΚΟ ΜΑΤΙ

Πολλοί Έλληνες, ιδίως στην επαρχία, πιστεύουν ότι ένα άτομο μπορεί να "ματιάσει" ένα άλλο είτε από φθόνο είτε από υπερβολικό θαυμασμό. Ο "ματιασμένος" νοιώθει άσχημα σωματικά και ψυχολογικά. Για να αποφύγουν το κακό μάτι, όσοι πιστεύουν σε αυτό φοράνε ένα μπλε ματόχαντρο ή ένα μπλε βραχιόλι. Οι προληπτικοί και όσοι πιστεύουν στη βασκανία δηλώνουν ότι το μπλε χρώμα διώχνει το κακό μάτι. Παραδόξως όμως πιστεύουν ότι οι γαλανομάτες είναι αυτοί που κυρίως "ματιάζουν". Εκτός από το ματόχαντρο, ένας άλλος τρόπος για να προστατευθεί κανείς από το κακό μάτι είναι να κρεμάσει σε μια γωνία του σπιτιού του σκόρδα. Οι Έλληνες πιστεύουν ότι το σκόρδο (όπως και τα κρεμμύδια) έχει και άλλες θεραπευτικές ιδιότητες. Έτσι λοιπόν όταν κάποιος είναι άρρωστος τον συμβουλεύουν να εμπλουτίσει τη δίαιτά του με σκόρδο.

ΤΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΙΡΟΥ



Παλιά τα πανηγύρια είχαν, κυρίως εμπορικό χαρακτήρα, γι’ αυτό και τα αποκαλούσαν εμποροπανήγυρη. Βέβαια και ο θρησκευτικός χαρακτήρας κατείχε πρωτεύουσα θέση.
Έτσι λοιπόν, ανάλογα στον κάθε τόπο με το πότε γιόρταζε η εκκλησία του χωριού ή σε προκαθορισμένες ημερομηνίες, γινόταν η εμποροπανήγυρη σε επίκαιρα σημεία της περιοχής, που προσφέρονταν εδαφικά και οδικά στον ευρύτερο χώρο. Στο πανηγύρι συμμετείχε ολόκληρο το χωριό, με ιδιαίτερη χαρά. Ήταν μια ευκαιρία να ξεχάσουν τα βάσανα μιας ολόκληρης κοπιαστικής χρονιάς. Σ’ αυτό το πανηγύρι, έκαναν έντονη την παρουσία τους οι νέοι του χωριού, που γάμπριζαν.
Μέχρι το 1950 και λίγο αργότερα, για να εξοικονομήσει ο τύπος του χορευταρά και γλεντζέ τα χρήματα που του χρειαζόταν για να πάει σ΄ ορισμένα πανηγύρια, για να χαρεί τα νιάτα και τη λεβεντιά του, έπρεπε να κάμει οικονομίες ολόκληρο το χρόνο και περίμενε να έλθει η ημέρα του δείνα ή τάδε πανηγυριού και να ντυθεί τα γιορτινά του, το γυαλιστερό και τριζάτο βρακί, το πολίτικο γιλέκο (από την πόλη), το ποικιλόχρωμο πουκάμισο, το σακάκι το πανάκριβο και τέλος το «βρακάδικο» σκούφο - έμοιαζε με τον Αϊβαλιώτικο - που τώρα πια δεν υπάρχει στην αγορά - η καμιά φορά και καπέλο.

Τα ζύγιζε όλα, τόσα στους δίσκους της εκκλησίας, τόσα στο κερί, τόσα στο γεύμα της εκκλησίας, τόσα στο καφενείο και τόσα στα μουσικά όργανα (βιολί, κλαρίνο, ούτι, λαούτο και καμιά φορά σαντούρι). Μεταφορικό μέσο είχε το μουλάρι του, που κι αυτό έπρεπε να είναι περιποιημένο, σαμάρι καινούργιο, καπίστρι με πολύχρωμες χάντρες και φυλακτό, στρογγυλό από το πάχος, ευκίνητο. Εκείνο όμως που έκαμνε πιο μεγάλη εντύπωση, ήταν ο αναβάτης, ο νέος με το στριμμένο, σαν τσιγκέλι, μουστάκι, τα πλούσια καλοχτενισμένα μαλλιά και περιποιημένα, όχι όπως ο σημερινός μακρυμάλλης. Καμιά φορά οι αναβάτες ήταν «δικάβαλλοι», δηλ. διπλοί.
Οι κοπελιές του χωριού και των γειτονικών χωριών τον έβλεπαν και τον καμάρωναν και αυτός περήφανος για τον εαυτό του, σκόρπιζε σ΄ όλες, κατά προτίμηση στην αγαπημένη του, δειλές ματιές, που λίγα έδειχναν, αλλά πολλά υπόσχονταν.

Άρχιζαν το χορό με ένα σέρβικο ή χασάπικο ή γιωργάρικο, που φανέρωναν όλη την χορευτική τους δεινότητα σε ευκινησία, τσαλίμια, που με κατάπληξη τους παρακολουθούσαμε. ΄Έπειτα ο καλαματιανός που έπαιρναν μέρος και περισσότερες κοπέλες, διότι οι πρώτοι προϋπέθεταν αντοχή, ευκινησία και χορευτική ικανότητα, ενώ ο καλαματιανός προσιδίαζε περισσότερο στις γυναίκες, και κατόπιν ο συρτός ανά ζεύγη, ξαπολυτός (καρσιλαμάς), γρηγορινός (πολύ σύντομος) τσιφτετέλης και άλλοι.
Παντού πρώτοι και καλύτεροι, ευλύγιστοι, πεταχτοί, λαστιχένιοι σκόρπιζαν το γλέντι, τη χαρά, το θαυμασμό, αλλά κaι το φθόνο για κείνους που δεν ήσαν καλοί χορευτές.
Έπιναν κρασί ή σούμα με μεζέδες, όχι της προκοπής. Η μπύρα ήταν άγνωστη - μα κάτι τέτοιο ήταν ακατανόητο για χωριά. Κερνούσαν όλες τις παρέες και κείνες ανταπέδιδαν το κέρασμα. Σ΄αυτόν που χόρευε πρόσφεραν ούζο ή κρασί και στην κοπελιά λουκούμια, που όσα περισσότερα μάζευε τόση μεγαλύτερη ικανοποίηση δοκίμαζε. Αν μάλιστα τύχαινε να είναι ωραία και καλή χορεύτρια, τα κεράσματα δεν σταματούσαν καθόλου. Τα παιδιά λιγουριάζανε όταν έβλεπαν τόσα λουκούμια να μαζεύουν οι κοπέλες, που σε κάποια φίλη τους τα πετούσαν. Κι αν τύχαινε να είναι γνωστή, τα φιλοδωρούσαν μερικά.

Γινόταν όμως καβγάδες για τη σειρά προτεραιότητας στους «κάβους», που έπρεπε να εξασφαλίσει κάθε συντροφιά για τις κοπέλες της παρέας της. Επικρατούσε μια όχι καλή συνήθεια. Κάθε νέα που έμπαινε στο χωριό έπρεπε να την χορέψουν όλοι οι νέοι που την γνώριζαν και όταν ήταν και καλή χορεύτρια τότε πήγαιναν και ξένοι, φυσικό ήταν λοιπόν να παρατείνεται ο «κάβος», η διάρκεια χορού με αποτέλεσμα να στενοχωρούνται οι άλλες νέες. Και τότε συνέβαιναν οι παρεξηγήσεις.
Σωστό ήταν τότε να διακόπτονταν ο χορός και να πάρει σειρά κάποια άλλη. Η πίστα ήταν μικρή, μόλις επαρκούσε για τρία ζεύγη - σπάνια παραπάνω - τη σειρά προτεραιότητας την κανόνιζαν οι καφετζήδες, που δεν ήταν επαγγελματίες, αλλά περιστασιακοί. Μια άσπρη ποδιά, ήταν το διακριτικό τους. Κι αν τύχαινε να μην τα «παίρνουν απάνω τους» δηλ. να μη ήσαν σβέλτοι, τότε μετατρεπόταν σε δράμα. Εν τω μεταξύ οι άλλες νέες περίμεναν με αγωνία αλλά και πικρία, διότι αναβαλλόταν η σειρά τους.
Δικαιολογημένοι λοιπόν ήσαν οι καυγάδες, αν σκεφθούμε ότι ραδιόφωνα δεν υπήρχαν, κασετόφωνα το ίδιο και συνεπώς μουσική άκουαν μόνο στα πανηγύρια και σε έκτακτες περιστάσεις (αρραβώνες, γάμους και βαφτίσια). Διψούσε ο κόσμος για μουσική και χορό. Πώς να ικανοποιηθεί; Οι ευκαιρίες παρουσιάζονταν μόνο το καλοκαίρι στα πανηγύρια.

Οι μεγάλοι, αν είχαν κορίτσια της παντρειάς, περίμεναν να μπει στο χορό η κόρη τους να την καμαρώσουν, αν όχι πήγαιναν σε διάφορα συγγενικά ή φιλικά σπίτια, κερνιόνταν, έτρωγαν το βράδυ και κατόπιν, όσοι διέθεταν υποζύγια έφευγαν για τα χωριά τους.

Ρόλο έπαιζε και η εποχή, για να διαθέτουν τα απαραίτητα χρήματα αυτοί που θα επισκέπτονταν το παζάρι. Πάλι, ανάλογα τον πληθυσμό και την αξία του κάθε πανηγυριού, ήταν και η διάρκειά του, που συνήθως κυμαινόταν από 3 ως και 8 ημέρες.
Γίνονταν σ’ αυτά εμπορικές συναλλαγές μεγάλης έκτασης. Έμποροι, από τα μεγάλα αστικά κέντρα, φτάνανε εκεί με την πλούσια πραμάτεια τους. Εκτός όμως από το μεγάλο εμπόριο σε παντός είδους αγαθά, όπως σε τρόφιμα, υφάσματα, είδη υπόδησης, γεωργικά εργαλεία, σαμάρια, ψαθιά κ.ά., γινόταν και μεγάλες συναλλαγές αγοραπωλησίας ζώων. Μεγάλη ζήτηση είχαν τα μουλάρια, που γεννιόντουσαν από τη διασταύρωση του γαϊδάρου με τη φοράδα ή αλόγου με γαϊδούρα, γιατί τα ζώα αυτά είναι μεγάλης αντοχής και δεν δυσκολεύονται σε δύσβατους δρόμους. Πολύ διαδεδομένες ήταν και οι τράμπες, που έκαναν εκείνη την εποχή, με τα ζώα.
Εδώ εύρισκε ο καθένας ό,τι ήθελε και σε τιμές συμφέρουσες. Όσοι είχανε κορίτσια της παντρειάς, αγοράζανε από δω τα προικιά τους, όπως χαλκώματα, φορτσέρια, σεντόνια κι ότι άλλο ήταν απαραίτητο.
Τράμπες γίνονταν τότε, εκτός από τα ζώα, και στα υπόλοιπα προϊόντα, μιας και χρήματα δεν υπήρχαν εύκολα.

ΠΗΓΗ

Ό Ελληνικός καφές

Ο Ελληνικός καφές είναι η παρέα του Έλληνα σε κάθε στιγμή της ζωής του. Η παρέα και στα καλά και στα άσχημα. Το πρωϊνό καφεδάκι αποτελεί το καλλίτερο ξεκίνημα της ημέρας αλλά και το απογευματινό πού δημιουργεί την καλλίτερη ατμόσφαιρα για φιλική κουβεντούλα.

Πώς γίνετε όμως ο καφές; Ο Ελληνικός καφές έχει πολλές ποικιλίες κατασκευής και αυτές τις γνωρίζει πολύ καλά ο καφετζής αλλά και ο μερακλής του καφέ.

Για όσους δεν ξέρουν πώς να φτιάχνουν ένα καλό φλιτζάνι καφέ , πάμε να δούμε πώς γίνετε.

Ελληνικός καφές

Τρόπος παρασκευής καλού Ελληνικού καφέ


Μπρίκι

Κατά προτίμηση με στενό πάνω μέρος για να ανακυκλώνεται η θερμοκρασία κατά την διάρκεια του ψησίματος και στην σωστή διάσταση για την συγκεκριμένη ποσότητα καφέ που θα φτιάξουμε.


Εστία ψησίματος

Κατά προτίμηση χόβολη ή έστω γκαζάκι με χαμηλή φλόγα.

Το ηλεκτρικό μάτι δεν προτείνεται γιατί παρέχει ζέστη μόνο από κάτω από το μπρίκι και καθόλου από το πλάι. Επίσης αργεί να ζεσταθεί αλλά από την στιγμή που θα ζεσταθεί και μετά έχει μεγάλη ένταση η θερμοκρασία που αναπτύσσει


Φλιτζάνι.

Χοντρό πορσελάνινο για να διατηρεί ζεστό τον καφέ περισσότερη ώρα


Καφές: επιλέξτε τον καφέ που σας αρέσει. Είναι και θέμα προσωπικού γούστου πέρα από ποιότητα καφέ


Ο Ελληνικός καφές είναι συνήθως ανοιχτόχρωμος και χαρμάνι του βραζιλιάνικου Rio, Santos και Robusta. Πλέον κυκλοφορεί και πιο καβουρντισμένος, «σκούρος» ελληνικός, χαρμάνι από καφέδες της Κεντρικής Αμερικής, για όσους προτιμούν τον καφέ πιο πικρό και δυνατό. Στα καφεκοπτεία βρίσκεις χύμα και μεσαίου καβουρντίσματος, που είναι ελάχιστα πιο πικρός και πικάντικος, και δεν υστερεί σε καϊμάκι. Στην Ελλάδα ο καφές καβουρντίζεται σε κενό αέρος. Εξωτερικά ο κόκκος είναι πιο ψημένος και εσωτερικά είναι λίγο άψητος


Ονομασίες και αναλογίες καφέ / ζάχαρης.

Για φλιτζανάκι των 75 ml, (τυπικός μονός καφές)

Ρίξτε την σωστή ποσότητα νερού μετρώντας με το φλιτζάνι.

Σκέτος με 1 κ.γ. καφέ,

Μέτριος με 1 κ.γ. καφέ και 1 κ.γ. ζάχαρη ή

Μέτριος-κλασικός με 2 κ.γ. καφέ και 2 κ.γ. ζάχαρη και

Μέτριος γλυκός με 2 κ.γ. ζάχαρη.

Μέτριος με ολίγη (αλλιώς ναι και όχι) έχει λιγότερο από 1 κ.γ. ζάχαρη

Ολίγον μέτριος με 1,5 κ.γ. ζάχαρη.

Μέτριος-βαρύς Ο μέτριος με ακόμη περισσότερο καφέ ,

Πολλά βαρύς έχει 4 κ.γ. καφέ και 6 ζάχαρη, ενώ ο

Βαρύς-γλυκός 3 κ.γ. καφέ και 4 κ.γ. ζάχαρη.

Όταν ζητηθεί χωρίς καϊμάκι ο μέτριος, θα είναι μέτριος βραστός και όχι, θα πρέπει να έχει φουσκώσει δύο φορές και να σερβιριστεί από ψηλά ώστε, πέφτοντας στο φλιτζάνι, να κάνει και φουσκάλες.

Πολλά βαρύς και όχι. Το ίδιο, όπως αλλά με μισή δόση νερού

Σκέτος βραστός δεν έχει καϊμάκι, ενώ ο

Σκέτος (θερια­κλίδικος) θα πρέπει να έχει και καϊμάκι, και φουσκάλες – και για να γίνει σωστός πρέπει να παρασκευαστεί σε κρύο νερό. Τρεις κουταλιές καφέ, καθόλου ζάχαρη, κρύο νερό και όταν αρχίσει να φουσκώνει ανασηκώνουμε και ξανακατεβάζουμε το μπρίκι, Σερβίρουμε από ψηλά για να κάνει και φουσκάλες


Παρατήρηση: Το κουταλάκι του καφέ είναι μικρό


Ψήσιμο καφέ

Αφού βάλουμε καφέ (ή και ζάχαρη) στο μπρίκι, ανακατεύουμε μόνο στην αρχή, μέχρι να ανακατευτεί καλά ο καφές και να λιώσει η ζάχαρη. Αποφεύγουμε να ξαναανακατέψουμε γιατί χαλάει το καϊμάκι.

Αν ψήνουμε σε χόβολη / άμμο, βυθίζουμε μέχρι τη μέση το μπρίκι στην «άμμο» και περιμένουμε να φουσκώσει.
Αν φτιάχνουμε συγχρόνως σε ένα μπρίκι παραπάνω από ένα καφέ, μοιράζουμε στα φλυτζανάκια πρώτα το καϊμάκι και μετά συμπληρώνουμε με τον υπόλοιπο καφέ.

Αν θέλουμε πλούσιο καϊμάκι χρησιμοποιούμε κρύο νερό.


Tips

Διατηρείστε το καφέ ερμητικά κλεισμένο σε αλουμινένο ή γυάλινο βάζο (ή ακόμα και στην αρχική του συσκευασία αφού τυλίξετε το πάνω μέρος από το σακουλάκι και βάλετε ένα λαστιχάκι να το κρατάει κλειστό) κατά προτίμηση μέσα στο ψυγείο

Χρησιμοποιείστε στεγνό και καθαρό κουτάλι για να πάρετε καφέ μέσα από το βάζο του καφέ

Μην βάζετε γάλα στον καφέ γιατί γίνετε πιο βαρύς, πειράζει στο στομάχι και αλλοιώνει το άρωμα και την γεύση του καφέ.

Αφήστε τον καφέ λίγα λεπτά να κάτσει το κατακάθι για να μην σας πειράξει στο στομάχι.

πηγή

Ή περιγραφή τών κατοικιών καί τής ζωής στό χωριό.

Γενικά

Οικιστική μελέτη του χωριού & του συνοικισμού

Το λαϊκό σπίτι, αν το σκεφτούμε μέσα στη συνοικιστική του ομάδα, αποτελεί το ιερό καταφύγιο, αλλά και το ορμητήριο του πρώτου κοινωνικού πυρήνα, που είναι η οικογένεια. Γι' αυτό συγκεντρώνει την ύψιστη προσοχή του δημιουργού (νοικοκύρη ή οικοδόμου, για τα τρία κυριότερα στοιχεία της οργανικής του οντότητας, το στέρεο και εξυπηρετικό χτίσιμο, την καλή γειτνίαση και την πρακτική ομορφιά.


Η μελέτη λοιπόν της λαϊκής κατοικίας πρέπει να γίνεται στα πλαίσια του περιβάλλοντος και του συνόλου των άλλων σπιτιών. Υπάρχει "κοινωνία σπιτιών", όπως υπάρχει και η κοινωνία ανθρώπων. Ο μελετητής λαογράφος, πριν προχωρήσει στην περιγραφή των κατοικιών και της ζωής ενός χωριού, πρέπει να δώσει την συνολική μορφή και τα οικιστικά χαρακτηριστικά του χωριού, με την εξής σειρά:


Επταχώρι Καστορίας


1. Οπτική (πανοραματική) μορφή του χωριού.
Τα σχήματα συνήθως των συνοικισμών είναι: κυκλικά, ασύμμετρα και επιμήκη. Ο κυκλικός συνοικισμός (χωριό) συγκεντρώνεται γύρω από ένα ύψωμα (παλιόκαστρο), μια εκκλησία, μια πηγή ή μια αγορά. Οι δρόμοι του βγαίνουν έξω ακτινωτά. Ο επιμήκης (ή μακρυδρομικός) συνοικισμός σχηματίζεται παράλληλα με τους μεγάλους εθνικούς δρόμους και είναι νεώτερος, Οι σύμμετροι συνοικισμοί ήταν παλιότερα ή σε ψηλώματα (αμφιθεατρικοί) ή σε κρυμμένες κοιλάδες. Μελετάται στις περιπτώσεις αυτές, αν το χωριό είναι δίλοφο ή διπλευρικό. Επίσης, αν είναι παράλιο, μεσόγειο ή ορεινό. Και γενικά, ποιος είναι ο προσανατολισμός και η γεωγραφική του θέση.


Λέχοβο Καστοριάς


2. Κλίμα, έδαφος, υψόμετρο, νερά, καλλιέργειες ·απαραίτητο πλαισίωμα στην περιγραφή μας, που οδηγεί και σε συμπεράσματα, αν το χωριό είναι γεωργικό ή κτηνοτροφικό, παραγωγικό ή άγονο, πράσινο ή ξερό, λιθόκτιστο ή από ξενόφερτα υλικά.


Μέτσοβο Ηπείρου


3. Εσωτερική σύνθεση του χωριού η οποία περιλαμβάνει τα κεντρικά κτίρια όπως η εκκλησία, το σχολείο, τα Κοινοτικά γραφεία, η βρύση, τα καφενεία, η αγορά, το «μεϊντάνι» με τα μαγαζάκια και τα χοροστάσια. Οι γειτονιές με τους χαρακτηριστικούς δρόμους, το κοιμητήριο, οι δρόμοι εξόδου.



4. Ιστορικά του χωριού, όνομα και ετυμολογία, χρονολογία κτισίματος, περιπέτειες, σύγχρονες συνθήκες.


Το Δημοτικό Σχολείο Ριζοβουνίου Πρεβέζης


Οικιστική μελέτη του σπιτιού


1. Περιγραφή του εξωτερικού χώρου, της γειτονιάς, του εδάφους και της έκτασης του οικοπέδου (ξερότοπος, βλάστηση, απάνω γειτονιές, επικλινές έδαφος, ξάγναντο ή γούπατο).



Η πέτρινη καμάρα της Μπαμπαλίνας Τρικάλων


2. Εξωτερική μορφή του σπιτιού. Μονώροφο, διώροφο, πλατυμέτωπο, στενομέτωπο, γωνιόστεγο (δίρριχτο και με αέτωμα), με επίκλινη στέγη (μονόριχτο), επιπεδόστεγο (ταράτσα), πυραμιδόστεγο ή καμπυλόστεγο. Πολυπαράθυρο ή τυφλό. Απλό ή πολυσύνθετο (με χαγιάτια, πτερύγια κτλ.). Χρώματα που κυριαρχούν. Τυχόν επιγραφές ή σήματα και χρονολογίες.


Κατοικία Ηπείρου


3. Υλικά οικοδομίας. Τοιχοποιία, ξυλοδομικά εξαρτήματα, στέγη (κεραμίδια, πλάκες, δὠμα από πηλό, κλαδιά ή τσιμέντο). Εδώ μπορούν να ζητηθούν και τα έθιμα χτισίματος, στα θεμελιώματα (σφάξιμο κοκκόρου, αγιασμοί κτλ.) και στη σκεπή (μαντηλώματα).


4. Αρχιτεκτονικός τύπος του σπιτιού (τοπικός ή πανελλήνιος) και γενική αισθητική. Εκτίμηση των ιδιοτυπιών και εμπνεύσεων. Αισθητική της προσαρμογής στο περιβάλλον. Ψεκτά σημεία επίσης.


Διώροφη οικία Καλάνδρας Χαλκιδικής


5. Εσωτερική διαίρεση του σπιτιού (κάτοψη & τομή). Δωμάτια και χώροι (και τρόποι) οικογενειακής ζωής, για το αντρόγυνο, για τα παιδιά, για τους γέρους, για τους ξένους. Φροντίδες προσανατολισμού και υγιεινής. Πρακτικά διδάγματα, αλλά και άγνοιες. Χρώματα και διακόσμηση, θέση της εστίας και καπνοδόχος.


6. Έπιπλα & σκεύη. Εντοιχισμένα και κινητά έπιπλα της λαϊκής κατοικίας. Τόποι κατασκευής ή αγοράς. Οι ντόπιοι επιπλοποιοί. Τα αρμάρια τροφίμων, οι παλιές κασέλες, το εικονοστάσι. Μεταγενέστερες αστικές εξελίξεις. Τα σκεύη (αγγεία) του μαγειρειού, της τραπεζαρίας, του νοικοκυριού (νερό, πλύσιμο) και της φιλοξενίας (δίσκοι, σερβίτσια κτλ.). Η εσωτερική ατμόσφαιρα και εμφάνιση του σπιτιού είναι η ζωντανότερη πλευρά της ελληνικής κατοικίας, επειδή δείχνει τις οικονομικές συνθήκες της οικογένειας, την προσωπικότητα της νοικοκυράς, την πολιτιστική διάθεση για βελτίωση, και το πνεύμα της φιλοξενίας.


Παραδοσιακή αρχιτεκτονική Κρανέας Ελασσόνας


7. Αυλή & κήπος: Τα χτισίματα της αυλής, φούρνος, μαγειρειό, στάβλοι, αχερώνας, κοτέτσι ή περιστερώνας κτλ. Το πηγάδι και η στέρνα, τρόποι για την άντληση του νερού. Η κεντρική και η δευτερεύουσα πόρτα με την αρχιτεκτονική της στέγης τους. Χτυπητήρια ή κουδούνια για ειδοποίηση. Ασφαλιστικά σύνεργα. Η μάντρα ή ο φράχτης, μικροεμπόδια για τους κλέφτες. Δέντρα και καλλιέργειες. Σπιτική ανθοκομία και γλάστρες ή αρτάνες.


8. Ιδιόρρυθμες αγροτικές κατοικίες: Καλύβες πέτρινες ή δεντρόκλαδες, στάνες και στρούγγες, τσαρδάκια, λιμναίες καλαμωτές κατοικίες κ.α.



Στάνες Σαρακατσαναίων


Η μελέτη της ελληνικής κατοικίας, ιδιαίτερα στην παραδοσιακή της μορφή, είναι έργο εθνικό, όσο εθνικός ήταν πάντα και ο ρόλος του ελληνικού σπιτιού, που στέγασε με συνεχή εξέλιξη την πρώτη γέννηση, τα παιδικά χρόνια, την οικογενειακή τιμή, τον γάμο, τις χαρές και τις λύπες, τον ειρηνικό θάνατο, την φτώχεια ή τον πλούτο, αλλά και την αξιοπρέπεια και την ελευθερία του κάθε Έλληνα.





Σκόρδο σπορά φύτεμα καλλιέργεια


Τα σκόρδα είναι φυτά βολβώδη, πολυετή και ανήκουν στην οικογένεια των λειριοειδών. Καλλιεργούνται για τούς βολβούς τους, οι οποίοι βρίσκουν μεγάλη χρησιμοποίηση στη μαγειρική ή παρασκευή ειδικών δροσιστικών τροφών.
Τα φύλλα διαφέρουν απ' εκείνα των κρεμμυδιών, γιατί είναι πιό σπαθωτά και πιό στενά και στριμμένα. Τα άνθη είναι λευκά και στη κορυφή του καυλού σχηματίζουν σφαιρικό σκιάδιο. Κάθε κεφάλι αποτελείται από 8-12 σκελίδες, εκ των οποίων οι εξωτερικές είναι μεγαλύτερες από τις εσωτερικές και πιό καυτερές. Τα σκόρδα ευδοκιμούν σε χώματα ελαφρά, όχι πολύ υγρά, προ πάντων στραγγερά και γόνιμα. Στα βαριά και σφικτά εδάφη, πού κρατούν πολλή υγρασία, σαπίζουν η δίδουν μικρά κεφάλια, στα δε πολύ ξηρά και άγονα ή απόδοσης των είναι μηδαμινή και ή γεύσης των γίνεται εξαιρετικά καυτερή.
Η καλλιέργεια γίνεται αποκλειστικώς με βολβίδια (σκελίδες) είτε, πολύ σπανίως, με σπόρους. Στα θερμά μέρη ή φυτεία αυτών, εκτελείται κατά "Οκτώβριο-Νοέμβριο, τα δε ψυχρά και ορεινά κατά Φεβρουάριο- Μάρτιο. Το ίδιο γίνεται και για τον πολλαπλασιασμό με σπόρο. Για την απόκτηση καλής φυτείας, πρέπει από κάθε κεφάλι σκόρδου, να διαλέγονται τα εξωτερικά και χονδρά βολβίδια, τα όποια και μόνο να χρησιμοποιούνται, τα δε μικρά και λεπτά να απορρίπτονται.
Αυτά φυτεύονται σε βραγιές και κατά γραμμές 20-25 πόντους, η μία της άλλης, επ’ αυτών δε, κατά διαστήματα 12 -15 πόντους και σε βάθος 2-3 πόντους, το πολύ. Σε περίπτωση συγκαλλιέργειας φυτεύονται ως μπορτούρες στα σαμάρια των βραγιών, των ποτιστικών αυλακών, είτε ανάμεσα στα μαρούλια, στα σπανάκια κλπ.
Για κάθε στρέμμα απαιτούνται πέντε πλεξούδες η 1500-1800 κεφάλια περίπου.
Η προετοιμασία του εδάφους πρέπει να γίνεται καλή, με 2-3 σκαψίματα και σπάσιμο των βώλων, ώστε το χώμα να τρίβεται εντελώς. Επίσης και ή λίπανσης πρέπει να είναι ή κατάλληλη.
Η κοπριά αποτελεί άριστο λίπασμα, σε ποσό 2-2.500 οκάδες στο στρέμμα, πρέπει όμως να είναι εντελώς χωνευμένη και να χρησιμοποιείται πολύ προ της φυτείας. Μαζί με συμπληρωματικά φωσφοροκαλιοΰχα χημ. λιπάσματα (0-12-6) δίδει πολύ καλλίτερα αποτελέσματα. Από τα σύνθετα χημ. λιπάσματα αξιοσύστατος είναι ό τύπος 4-10-10, σε ποσό 50-60 οκάδ. στο στρέμμα. Κατά προτίμηση χρησιμοποιούνται σκέτα, σε χώματα με οργανικές ουσίες η οπωσδήποτε σφικτά.
Η καλλιέργεια των σκόρδων με σπόρο, δεν είναι πρακτική, γιατί χρειάζονται δύο έτη για να δώσουν κεφάλια, δηλαδή, το πρώτο έτος θα παραχθούν μικρά βολβίδια, τα όποια θα ξαναφυτευτούν για ν' αποδώσουν το επόμενο έτος. Επίσης δε πολλαπλασιασμός αυτός, με σπόρο, δεν δίδει τις επιθυμητές ποικιλίες.
Σε όλες τις περιπτώσεις, τα σκόρδα, κατά την διάρκεια της βλαστήσεώς τους, πρέπει να βοτανίζονται και να σκαλίζονται 1-2 φορές, ιδίως στην αρχή, και να ποτίζονται εφ’ όσον μόνον υπάρχει μεγάλη ξηρασία. Όταν πλησιάζει ή ωρίμανση και αρχίσουν να κιτρινίζουν τα φύλλα, τότε δένονται στη κορυφή, είτε στρίβονται για να σταματήσει ή βλάστηση και να γίνουν τα κεφάλια χονδρότερα, ή ακόμη και για να επισπευτεί ή πρωιμότης των.
Η συγκομιδή αρχίζει κατά Μάιο-Ιούνιο αναλόγως των ποικιλιών και του τόπου. Πρέπει να γίνεται μετά την τέλεια αποξήρανση των φύλλων, αλλιώς όταν είναι πρόωρη, τα κεφάλια δεν διατηρούνται και σαπίζουν πολύ γρήγορα στην αποθήκη.
Τα σκόρδα αφού ξεριζωθούν με το χέρι η με λισγάρι, δένονται σε πλεξούδες ανά 50- 100 κεφάλια και αφήνονται μερικές ήμερες στον ήλιο για να χάσουν μέρος της υγρασίας τους. Κατόπιν αναρτώνται σε ξηρή και ευάερη αποθήκη μέχρις ότου διατεθούν. Μια καλή απόδοσης σκόρδων φθάνει 8-12 φορές μεγαλύτερη από το χρησιμοποιηθέν ποσό της φυτείας.

Ποικιλίες.
Οι κυριότερες ποικιλίες των σκόρδων, οι οποίες και συχνότερα συναντώνται στην καλλιέργεια είναι:
-Σκόρδα κοινά. Ταύτα κάνουν κεφάλια μέτρια στο μέγεθος με πολλές και σφικτές σκελίδες, συνήθως ο-λίγο κυρτές. Είναι ποικιλία ανθεκτική και μάλλον όψιμη.
-Σκόρδα ολόλευκα. Ταύτα γίνονται χονδρότερα των προηγουμένων και με σκελίδες ποιό σαρκώδεις. Οι εσωτερικές και εξωτερικές φλούδες είναι χαρακτηριστικώς κάτασπρες. Είναι ποικιλία εκλεκτή και πρώιμη
-Σκόρδα τεράστια. Τα κεφάλια αυτών αποκτούν τεράστιο όγκο (10—15 πόντους διάμετρο) με ολίγες σκελίδες, αλλά ή κάθε μία αντιστοιχεί μ' ένα ολόκληρο σκόρδο κοινό. Πρόκειται περί εξαιρετικής ποικιλίας, ελάχιστα όμως καλλιεργούμενης
-Σκόρδα στρογγυλά χονδρά. Ταύτα αποκτούν κεφάλια χονδρά και σχεδόν στρογγυλά , με σαρκώδεις σκελίδες ελάχιστα καυστικές .
-Σκόρδα σχιστά. Ταύτα χαρακτηρίζονται από τις σκελίδες όποιες είναι πολύ χαλαρές μεταξύ των η μάλλον όλως διόλου χωριστές. Είναι γλυκύτερα από τα άλλα σκόρδα και αποτελούν άλλο είδος

Ασθένειες. Οι συνηθέστερες αρρώστιες των σκόρδων είναι:
Η σκωρίαση
Παρουσιάζεται στα φύλλα σαν πολυάριθμα και πυκνά στίγματα σκουρόξανθα, τα όποια εμποδίζουν τη κανονική λειτουργία της βλαστήσεως. Προλαμβάνεται με 2-3 ψεκάσματα βορδιγαλείου πολτού (1 οκά θειικός χαλκός με 1 οκά ασβέστη σε 100 οκάδες νερό).




Η σήψης των βολβών
Είναι ένας μικρός μύκητας, ό όποιος ζει συνήθως ως σαπρόφυτο, αλλά κάποτε προσβάλλει τα σκόρδα και κρεμμύδια, όπου αναπτύσσεται σε παράσιτο. Παρουσιάζεται ως μαύρη μούχλα μεταξύ των λεπίων των βολβών. Ευνοείται σε πολύ υγρά εδάφη και εκεί πού γίνεται χρήσης φρέσκης κοπριάς. Για τα σκόρδα είναι επικίνδυνη αρρώστια. Θεραπευτικό μέσο δεν υπάρχει, παρά αποφυγή των αίτιων πού τη προκαλούν, είτε αλλαγή της καλλιέργειας για 3-4 χρόνια.

Από τα έντομα, οι σοβαρότεροι εχθροί είναι ό κρεμμυδοφάγος και ή μηλολόνθη, οι όποιοι προσβάλλουν τούς βολβούς. Καταπολεμούνται με άρσενικούχα δολώματα από αραβόσιτο ή πίτυρα, είτε με παγίδες.

Πηγή: Πρακτικός οδηγός του λαχανόκηπου-Παράρτημα «Γεωργικού δελτίου» μηνός Ιανουαρίου 1940
άπό